Δευτέρα 24 Απριλίου 2017

ΕΛΣΤΑΤ: ΣΤΟ 3,9% 'Η 6,9 ΔΙΣ. ΕΥΡΩ πλεόνασμα 4,2% του ΑΕΠ το 2016 για την επίτευξη των στόχων

Με τη σφραγίδα πλέον και της ΕΛΣΤΑΤ, η Ελλάδα εμφάνισε πέρσι πρωτογενές πλεόνασμα 3,9% του ΑΕΠ, ή 6,9 δισ. ευρώ σύμφωνα με τις μετρήσεις που ανακοίνωσε χθες η Ελληνική Στατιστική Αρχή και οι οποίες αναμένεται να επικυρωθούν, τη Δευτέρα και από τη Eurostat. 


Με βάση δε τους κανόνες του Μνημονίου, που διαφέρουν από τις μετρήσεις της ΕΛΣΤΑΤ, το πρωτογενές πλεόνασμα πέρσι ήταν 4,19% του ΑΕΠ όπως ανακοίνωσε χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δ. Τζανακόπουλος τονίζοντας πως είναι «περισσότερο από οκτώ φορές πάνω από το σχετικό στόχο».
Μάλιστα ο κ. Τζανακόπουλος υποστήριξε πως πλέον οι στόχοι που θέτει το πρόγραμμα για το 2017 και το 2018 είναι βέβαιο πως θα επιτευχθούν «καθώς το αποτέλεσμα του 2016 είναι τέτοιο που δεν αφήνει περιθώρια αμφισβητήσεων» προσθέτοντας πως δεν υπάρχει επίσης καμία αμφιβολία πως θα εφαρμοστούν και τα θετικά μέτρα για τη διετία 2019 - 2020 τα οποία θα ψηφιστούν σύντομα.
Την ίδια ώρα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που δημοσιοποίησε χθες η ΕΛΣΤΑΤ, πέρσι, και το ισοζύγιο στη γενική κυβέρνηση (χωρίς να αφαιρεθεί η επίπτωση των δαπανών για τόκους), έγινε πλεονασματικό - για πρώτη φορά από το 1995 - αφού από έλλειμμα 5,9% του ΑΕΠ το 2015 περάσαμε σε πλεόνασμα 1,3 δισ. ευρώ (0,7% του ΑΕΠ), το 2016.
θετική εξέλιξη 
Η εκτίναξη του πρωτογενούς πλεονασμάτος, σύμφωνα με τους κανόνες του Μνημονίου, στο 4,19%, μέγεθος εντυπωσιακά μεγαλύτερο σε σχέση με το στόχο του 0,5% του ΑΕΠ που είχε αρχικά τεθεί στον προϋπολογισμό αποτελεί σαφώς μια πολύ θετική εξέλιξη για τη διαπραγματευτική θέση της κυβέρνησης έναντι των πιστωτών. Ειδικά δε του ΔΝΤ το οποίο δεν πείθεται για το ότι τέτοιου τύπου υπεραποδόσεις μπορεί να είναι διατηρήσιμες.
Ενδεικτική των διαφωνιών για το θέμα και στους κόλπους των πιστωτών είναι η αναφορά που έκανε χθες, ακόμη και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Β. Σόιμπλε, ο οποίος παραδέχθηκε δημοσίως πως οι ελληνικές εκτιμήσεις για τα δημοσιονομικά είναι καλύτερες τελικά από εκείνες του ΔΝΤ.
Από την πλευρά του ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε χθες πω ςη κυβέρνηση δεν σκοπεύει να πανηγυρίσει, γνωρίζοντας πως «ο ελληνικός λαός έχει υποστεί πολλά κατά τη διάρκεια της κρίσης». Υποστήριξε δε πως πρόκειται για γεγονός που αποδεικνύει μεταξύ άλλων, «ότι οι στόχοι που θέτει το πρόγραμμα για το 2017 και το 2018 είναι πλέον βέβαιο ότι θα πιαστούν, καθώς το αποτέλεσμα του 2016 είναι τέτοιο που δεν αφήνει περιθώρια αμφισβητήσεων.
Επομένως τα θετικά μέτρα που συμφωνήθηκαν και θα νομοθετηθούν σε λίγο καιρό για τα έτη 2019 και 2020 δεν υπάρχει πλέον καμία αμφιβολία ότι θα εφαρμοστούν.» Στο πλαίσιο αυτό τόνισε πως η Νέα Δημοκρατία αντιμετωπίζει ερώτημα, «άμεσου πρακτικού χαρακτήρα» για το εάν θα ψηφίσει τα θετικά μέτρα ή θα συνεχίσει την αυτοκαταστροφική πολιτική που επέλεξε και πριν λίγους μήνες.
Σε κάθε περίπτωση από την πλευρά των πιστωτών το ερώτημα της διατηρησιμότητας της υπεραπόποδοσης, που είχε προεξοφληθεί από την τρόικα, παραμένει ανοικτό και είναι παράμετρος ιδιαίτερα κρίσιμη για τις διαπραγματεύσεις, με δεδομένα, φέτος, τη φοροδοτική κόπωση, την αύξηση των κόκκινων δανείων και τις αμφιβολίες επιστροφής της οικονομίας σε δυναμική ανάκαμψη τα επόμενα χρόνια.
Άλλωστε είναι προφανές, στην παρούσα φάση, πως η προσοχή των τεχνοκρατών της τρόικα στρέφεται πια στη δυναμική που θα αναπτύξει η ελληνική οικονομία φέτος και τον επόμενο χρόνο, από την οποία θα κριθεί τι ακριβώς πρέπει να γίνει μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018. Το Ταμείο από την πλευρά του παραμένει απαισιόδοξο και επιμένει σε πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 1,5% του ΑΕΠ για την κρίσιμη τετραετία 2019 - 2022, όταν οι Ευρωπαίοι παραμένουν στη ζώνη του 3,5%.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ:
Το πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης για το έτος 2016, σύμφωνα με το ESA 2010, εκτιμάται στο 1,3 δισ. ευρώ (0,7% επί του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος) έναντι δημοσιονομικού ελλείμματος 5,9% του ΑΕΠ ή 10,4 δισ. ευρώ το 2015
Tο ακαθάριστο ενοποιημένο χρέος της Γενικής Κυβέρνησης σε ονομαστικές τιμές στο τέλος του 2016 υπολογίστηκε στα 314,9 δισ. ευρώ (179% επί του ΑΕΠ) έναντι 311,7 δισ. ή 179% του ΑΕΠ το 2015.
Το 2016 η κεντρική κυβέρνηση είχε όφελος 70 εκατ. ευρώ από τη διαδικασία υποστήριξης του τραπεζικού κλάδου ενώ το 2015 είχε πληρώσει 4,842 δισ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των συστημικών τραπεζών.
Οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης περιορίστηκαν στα 86,185 δισ. ευρώ (95,2 δισ. το 2015), ενώ τα έσοδα ενισχύθηκαν στα 87,473 δισ. ευρώ (84,8 δισ. το 2015).
Το ελληνικό ΑΕΠ διαμορφώθηκε στα 175,9 δισ. το 2016 από 175,7 δισ. το 2015.
 
website counter
friend finderplentyoffish.com