Η μείωση της αγοραστικής δύναμης των Ελλήνων στα χρόνια των Μνημονίων αποτυπώνονται στα στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat, από όπου προκύπτει ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ υποχώρησε στο 72% του μέσου όρου της Ε.Ε. το 2014, από 77% το 2011.
Την ίδια περίοδο, η κατά κεφαλήν πραγματική ατομική κατανάλωση διαμορφώθηκε στο 83% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, από 89% το 2011. Οσον αφορά το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, πιο κάτω από την Ελλάδα βρίσκονται μόνο η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Λετονία (που εμφανίζεται ουραγός στην Ευρωζώνη, με τη χώρα μας στην προτελευταία θέση), η Κροατία, η Ρουμανία και η Βουλγαρία. Σε καλύτερη θέση φαίνεται η Ελλάδα από πλευράς κατά κεφαλήν κατανάλωσης, που είναι κατά την Eurostat ο πιο αξιόπιστος δείκτης για την υλική ευημερία των νοικοκυριών: Παρά τη μείωση κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες την περίοδο 2011-2014, η ατομική κατανάλωση παραμένει υψηλότερη σε σχέση με χώρες όπως η Μάλτα, η Κύπρος, η Τσεχία και η Πορτογαλία.
Το 2014 η κατά κεφαλήν κατανάλωση, εκπεφρασμένη σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (PPS), κυμαινόταν στην Ε.Ε. από 49% του ευρωπαϊκού μέσου όρου ως 140%, ενώ το κατά κεφαλήν ΑΕΠ κυμαινόταν μεταξύ 45% στη Βουλγαρία και 263% στο Λουξεμβούργο, στο οποίο εδρεύουν πολλές ξένες τράπεζες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά το Λουξεμβούργο, το δεύτερο μεγαλύτερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ (132% του ευρωπαϊκού μέσου όρου) καταγράφεται στην πάλαι ποτέ μνημονιακή Ιρλανδία, και τούτο διότι ο συγκεκριμένος δείκτης (σε αντίθεση με το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν) περιλαμβάνει και την οικονομική συνεισφορά των πολυεθνικών εταιρειών που εδρεύουν στην Ιρλανδία. Το γεγονός αυτό ερμηνεύει εν πολλοίς και την υπεροχή του Λουξεμβούργου στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Στο Μεγάλο Δουκάτο καταγράφονται άλλωστε και τα υψηλότερα επίπεδα κατανάλωσης (40% άνω του ευρωπαϊκού μέσου όρου). Γερμανία και Αυστρία είναι 20% πάνω από τον μέσο όρο της Ε.Ε. και ακολουθούν η Δανία, το Βέλγιο, η Σουηδία, η Μ. Βρετανία, η Φινλανδία, η Γαλλία και η Ολλανδία.
Λίγο κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο βρίσκεται η κατά κεφαλήν κατανάλωση στην Ιταλία, την Ιρλανδία, την Κύπρο και την Ισπανία (0-10%). Ακολουθούν η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Λιθουανία (μεταξύ 10% και 20%), και μετά η Μάλτα, η Τσεχία, η Πολωνία, η Σλοβενία και η Σλοβακία (20%-30% κάτω του ευρωπαϊκού μέσου όρου). Τα χαμηλότερα επίπεδα κατανάλωσης στην Ε.Ε. καταγράφονται στη Βουλγαρία, την Κροατία, τη Ρουμανία, την Εσθονία, τη Λετονία και την Ουγγαρία.
Απασχόληση
Κατά 0,8% μειώθηκε η απασχόληση στην Ελλάδα το α' τρίμηνο του 2015 σε σχέση με το δ΄τρίμηνο του 2014, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat. Σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο κατά το προηγούμενο έτος, σημειώθηκε αύξηση της τάξης του 0,7%. Συνολικά στην Ευρωζώνη η απασχόληση αυξήθηκε κατά 0,1% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 0,8% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2014.