Πενήντα χρόνια συμπληρώθηκαν αφότου η Τουρκία υπέβαλε για πρώτη φορά αίτημα ένταξής της στην Ευρώπη -διαδικασία που παραμένει ως και σήμερα εξαιρετικά επισφαλής, με τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την ΕΕ αποτελματωμένες.
«Θυμόμαστε αυτήν την επέτειο, αλλά δεν είναι λόγος για εορτασμούς», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Εγκεμέν Μπαγίς, ο επικεφαλής διαπραγματευτής της Άγκυρας με την Ε.Ε., σε ανακοινωθέν του.
«Η χώρα μας δεν έχει πλέον καμιά ανοχή για το χάσιμο χρόνου και τις καθυστερήσεις. . . Πρέπει να αντλήσουμε μαθήματα από τα σφάλματα του παρελθόντος, να εκπληρώσουμε τις υποχρεώσεις μας και να επιτύχουμε το στόχο της πλήρους ένταξης το συντομότερο δυνατόν», πρόσθεσε, τονίζοντας την «αποφασιστικότητα» της κυβέρνησης Ερντογάν να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις.
Την 31η Ιουλίου 1959,
ο τότε πρωθυπουργός Αντνάν Μεντερές ανακοίνωνε την υποβολή του αιτήματος ένταξης στην τότε Ευρωπαϊκή Κοινότητα.
«Εκείνη η πρώτη προσπάθεια έγινε αξιοσημείωτα από τον πρώτο δημοκρατικά εκλεγμένο πρωθυπουργό της χώρας, που επρόκειτο να κρεμαστεί μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα το 1960», σχολίασε ο γνωστός δημοσιογράφος Μεχμέτ Αλί Μπιράντ, συγγραφέας βιβλίου για το θέμα.
Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα είχε απορρίψει το αίτημα της Άγκυρας· όμως το 1963 οι δυο πλευρές συνήψαν μια συμφωνία σύνδεσης, που αναφερόταν στην προοπτική ένταξής της στους κόλπους της Ευρώπης στο μέλλον.
Αλλά πέρασαν τέσσερις δεκαετίες ώσπου, το 1999, η Τουρκία να αποκτήσει και τυπικά status υποψήφιας προς ένταξη χώρας σε αυτό που είναι σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις άρχισαν το 2005.
«Το να γίνει μέρος της Ευρώπης είναι ένα όνειρο για την Τουρκία - ένα όνειρο που χρονολογείται από την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας», ανέφερε ο Μπιράντ.
Για τον πρόεδρο Αμπντουλάχ Γκιουλ, στέλεχος του κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, «η Ευρωπαϊκή Ένωση σημαίνει περισσότερα ανθρώπινα δικαιώματα, περισσότερες ελευθερίες. . . όσα ζητά η Ευρώπη από την Τουρκία είναι καλά για τους Τούρκους», σύμφωνα με σύμβουλό του που απέφυγε να κατονομαστεί.
Οι υποστηρικτές της προσπάθειας της Τουρκίας να ενταχθεί στην Ε.Ε. λένε ότι η προοπτική αυτή έδωσε ώθηση στις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες στη χώρα, με πιο πρόσφατο το πακέτο νόμων και ρυθμίσεων της κυβέρνησης που περιέχουν «θαρραλέες» δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις όσον αφορά τα δικαιώματα της Κουρδικής μειονότητας.
Σε δηλώσεις του στο Γαλλικό Πρακτορείο τον Μάιο, ο Γκιουλ είχε δηλώσει πως «η Τουρκία πήρε μέρος σε όλα τα στάδια της οικοδόμησης της Ευρώπης μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο», και «έκανε μεγάλες θυσίες για να υπερασπιστεί την ελεύθερη Ευρώπη» στην διάρκεια του ψυχρού πολέμου, μετά την ένταξή της στο NATO το 1952.
Επιπλέον, η Τουρκία συνήψε συμφωνία τελωνειακής ένωσης με την ΕΕ το 1995, «πολύ πριν από μερικές σημερινές χώρες-μέλη της Ένωσης», τόνισε ο Γκιουλ.
Όμως η Τουρκία έχει εμπλακεί σε αναρίθμητες διενέξεις με την ΕΕ κι αντιμετωπίζει έντονες ενστάσεις σημαντικών χωρών-μελών της όσον αφορά την προσπάθειά της να ενταχθεί στο κλαμπ.
Η έως σήμερα διαπραγμάτευση αφορά μόλις 11 από τα 35 πεδία πολιτικής στα οποία οφείλουν να εναρμονίζονται με την Ένωση οι χώρες που είναι υποψήφιες προς ένταξη. Καθοριστική χαρακτηρίζεται η άρνηση της Τουρκίας να αναγνωρίσει την Κύπρο.
Ο Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί και η Γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ είναι οι σημαντικότεροι πολέμιοι της πλήρους ένταξης της Τουρκίας.
Υποστηρίζουν ότι η σχετικά φτωχή μουσουλμανική χώρα με τον πληθυσμό των 71 εκατομμυρίων δεν ανήκει στην Ευρώπη και θα πρέπει να της προσφερθεί μια εναλλακτική σχέση, που πάντως δεν θα αποτελεί πλήρη και ισότιμη ένταξη στους κόλπους της.
Ακόμα, η Γαλλία έχει υπαινιχθεί ότι ίσως διοργανώσει δημοψήφισμα σχετικά με την ένταξη της Τουρκίας, ακόμα κι αν οι διαπραγματεύσεις ολοκληρωθούν επιτυχώς κάποια μέρα.
Χωρίς να κρύβει την πικρία του για τη Γαλλική στάση, ο Γκιουλ είπε ότι «εάν οι Γάλλοι τελικά αποφασίσουν ότι η Τουρκία δε θα φέρει τίποτε καλό στην ΕΕ και θα αποτελέσει μόνο ένα εμπόδιο, έχουν δικαίωμα να πουν όχι» .
Πάντως ο Μπιράντ επισημαίνει πως μπορεί η Τουρκική ένταξη να είναι αδιανόητη για πολλούς στην Ευρώπη, αλλά για την Τουρκία «είναι ένα εχέγγυο σταθερότητας, μια εξασφάλιση ότι ο στρατός, που έχει ανατρέψει τέσσερις κυβερνήσεις από το 1960, θα μείνει στα στρατόπεδα» .