Ο Ευρωπαϊκός ΣΕΒ, ο περίφημος οργανισμός Business Europe κλήθηκε από τον ελληνικό ΣΕΒ να ενισχύσει με την τεχνογνωσία και την εμπειρία του την προσπάθεια που ξεκινά για την ανασυγκρότηση της ελληνικής βιομηχανίας.
Είναι ένας στόχος φιλόδοξος όσο και εφικτός, που τέθηκε από το ΣΕΒ μαζί με την Ελληνική Παραγωγή και 27 περιφερειακούς βιομηχανικούς συνδέσμους, ώστε μέχρι το 2020 να αυξηθεί η συνεισφορά της βιομηχανίας στο 12% του ΑΕΠ και μεσοπρόθεσμα να φτάσει στο 15%, συγκλίνοντας με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Πρόκειται ίσως για την τελευταία ευκαιρία της ελληνικής βιομηχανίας να μπει στο ευρωπαϊκό τρένο της βιομηχανικής ανάπτυξης, με δεδομένο ότι τα τελευταία χρόνια έχει ξεκινήσει μια πανευρωπαϊκή εκστρατεία με στόχο την ενίσχυση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, η οποία προσφέρει 32 εκατ. άμεσες και 30 εκατ. έμμεσες θέσεις εργασίας και τροφοδοτεί το 65% των επενδύσεων σε έρευνα και καινοτομία.
Η αρχή έγινε πριν από μερικά χρόνια από τον τότε επίτροπο βιομηχανίας και νυν πρόεδρο του ΕΚ Αντόνιο Ταγιάνι, όταν και τέθηκε ως στόχος η αύξηση του μεριδίου της βιομηχανίας στο ευρωπαϊκό ΑΕΠ από το 15% στο 20%. Πλέον στην ΕΕ οι στόχοι επαναπροσδιορίζονται και εξειδικεύονται. Όπως εξήγησαν χθες οι εκπρόσωποι του BusinessEurope που βρέθηκαν στην Αθήνα προσκεκλημένοι του ΣΕΒ, στόχος της Ευρώπης είναι μια ενοποιημένη στρατηγική βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας που θα προσεγγίζει ενιαία και όχι αποσπασματικά όλα τα θέματα: ενέργεια, φορολογικό, ψηφιακή μετάβαση, έρευνα και καινοτομία. Χρειαζόμαστε ένα συγκεκριμένο σχέδιο που δε θα επηρεάζεται από πολιτικές και κυβερνητικές αλλαγές, είναι ανάγκη να κοιτάξουμε με ορίζοντα το 2030 και πιο πέρα, σημείωσε σχετικά ο Αlexandre Affre διευθυντής βιομηχικών υποθέσεων του Business Europe.
Εδώ να σημειωθεί ότι η ευρωπαϊκή βιομηχανία καλείται να αντεπεξέλθει στον διεθνή ανταγωνισμό και να αμβλύνει ανταγωνιστικά μειονεκτήματα όπως το κόστος ενέργειας: στην Ευρώπη πληρώνουμε διπλάσια τιμή ενέργειας από ανταγωνιστές μας όπως οι ΗΠΑ. Επίσης υπάρχουν σοβαρά διοικητικά βάρη και κόστη, ενώ και στο σκέλος της καινοτομίας οι επιχειρήσεις δεν ενθαρρύνονται να φέρνουν στην αγορά λύσεις καινοτομίας.
Το πρόβλημα για την Ελληνική βιομηχανία πάντως είναι διπλό. Αφενός θα πρέπει να καλύψει την απόσταση που τη χωρίζει με την Ευρωπαϊκή βιομηχανία και αφετέρου να προχωρήσει από κοινού με την ΕΕ στην υιοθέτηση των ευρωπαϊκών στρατηγικών για την ενίσχυση της βιομηχανίας.
Ίσως το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ενεργειακό.
Όπως τόνισε χθες ο αυστριακός πρόεδρος της επιτροπής βιομηχανικών υποθέσεων του BusinessEurope Gerhard Koch, στην Ελλάδα η κιλοβατώρα που πληρώνει η βιομηχανία είναι 30% ακριβότερη σε σχέση σε σχέση με την Ευρώπη.
Εδώ βεβαίως υπάρχουν δύο ζητήματα: αφενός το κόστος παραγωγής και αφετέρου η επιβάρυνση από επιδοτήσεις, φόρους και λοιπές χρεώσεις. Η μεγαλύτερη διαφορά στις χώρες που έχουν ακριβότερο κόστος ενέργειας εντοπίζεται ακριβώς σε αυτές τις επιδοτήσεις και τους φόρους, που αποτελούν ως επί το πλείστον αποτέλεσμα επιλογές των εθνικών κυβερνήσεων. Και ακριβώς επειδή το πρόβλημα αυτό έχει επισημανθεί, για αυτό το λόγο η ΕΕ πιέζει πολλές κυβερνήσεις, μεταξύ των οποίων και την Ελλάδα να μεταρρυθμίσουν τις ενεργειακές αγορές τους και να τις κάνουν πιο ανταγωνιστικές.
Χρηματοδότηση - Μη μισθολογικό κόστος
Ένα ακόμη σοβαρό πρόβλημα για την ελληνική βιομηχανία που επισημάνθηκε είναι το ακριβό κόστος χρήματος. Στην Ελλάδα τα επιτόκια φτάνουν έως και το 7% την ίδια στιγμή που στην Ευρώπη οι αντίστοιχες επιχειρήσεις δανείζονται με 2 έως 3%, ανέφερε ο κ. Koch.
Ταυτόχρονα και οι φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές αποτελούν πολύ μεγάλα και σοβαρά εμπόδια για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας.
Ποια είναι σήμερα τα μεγέθη της ελληνικής βιομηχανίας;
Σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε ο ΣΕΒ, παρά τα προβλήματα, τα εμπόδια αλλά και το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας, η συνεισφορά της βιομηχανίας στην οικονομία είναι καθοριστική. Συγκεκριμένα:
• Η βιομηχανία δημιουργεί απασχόληση σε περίπου 1,2 εκατ. εργαζόμενους (άμεση, έμμεση και προκαλούμενη επίδραση, πηγή ΙΟΒΕ). Δηλαδή, 1 στους 4 απασχολείται σε βιομηχανικές δραστηριότητες ή σε δραστηριότητες που οφείλονται στη βιομηχανία. Κατά κύριο λόγο, είναι σταθερές θέσεις εργασίας, με πλήρες ωράριο και πλαίσιο παροχών περίθαλψης και ασφάλισης.
• Το πρώτο 9-μηνο 2017 αύξησε τις θέσεις εργασίας κατά 4,8% έναντι 1,8% του συνόλου της οικονομίας και τους μισθούς 1,7% έναντι 0,5%.
• Ο μέσος μηνιαίος μισθός στη βιομηχανία είναι στα €1.476 έναντι €1.184 στο σύνολο της οικονομίας (25% υψηλότερος)
• Οι μεταποιητικές δραστηριότητες δημιουργούν άμεσα το 9,9% (€15,7 δισ) περίπου της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (ΑΠΑ) το 2016 που αντιστοιχεί στο 8,6% του ΑΕΠ, ενώ ο ευρύτερος βιομηχανικός τομέας (μεταποίηση, εξόρυξη, ενέργεια, κτλ) δημιουργεί το 13,8% της ΑΠΑ, με €20,5 δισ. άμεσα, ακόμα και μέσα στην κρίση και συνεισφέρει το 19,8% του ακαθάριστου λειτουργικού πλεονάσματος , δηλαδή €13δισ.
• Οι μεταποιητικές δραστηριότητες δημιουργούν άμεσα και έμμεσα περίπου το 31% (€48,7δις το 2014) της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (ΑΠΑ) ακόμα και μέσα στην κρίση, λόγω των υψηλών πολλαπλασιαστικών επιπτώσεων σε όλη την οικονομία (πηγή ΙΟΒΕ)
• Το 87,7% των εξαγωγών αγαθών είναι βιομηχανικά προϊόντα (αξίας €22,3 δισ.) ή το 42,1% των συνολικών εξαγωγών (συμπεριλαμβανομένου του τουρισμού, της ναυτιλίας των μεταφορών, κλπ.) μέσα από εξαγωγές σε 181 χώρες.
• Η βιομηχανία συνεισφέρει το 40% του συνολικού φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, ενώ ακόμα και μέσα στην κρίση πραγματοποίησε €27 δισ. επενδύσεις (2009-2016).
Τα οφέλη
Στην ειδική έκθεση του ΣΕΒ για τη βιομηχανική πολιτική επισημαίνονται τα τεράστια οφέλη που μπορούν να προκύψουν από την υιοθέτηση μιας συγκεκριμένης, συνεκτικής στρατηγικής για βιομηχανική ανταγωνιστικότητα και ανάπτυξη. Συγκεκριμένα η χώρα μας θα μπορούσε:
• να αναστρέψει την αποβιομηχάνιση, συγκλίνοντας με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και δημιουργώντας σταδιακά, άμεσα και έμμεσα, 550.000 νέες, καλές και σταθερές δουλειές, με ισχυρό οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο
• να ενισχύσει τον παραγωγικό ιστό σε μια πυκνότητα και αναλογία μεσαίων – μεγάλων επιχειρήσεων που να αντιστοιχεί στους μέσους όρους της Ευρώπης (οι μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι το 3% ενώ στην Ε.Ε. το 7%, πηγή ΕΥ).
• να δημιουργήσει επιπλέον 15.000 μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις
• συνδέσει πολλές από τις θέσεις εργασίας και τις επιχειρήσεις με τη μεταποίηση. Η συμμετοχή της μεταποίησης στην προστιθέμενη αξία (ΑΠΑ) θα αυξάνονταν σταδιακά από τα €14 δις σε €50 δις
• να διπλασιάσει το κατά κεφαλή ΑΕΠ, χωρίς να υπολογίζουμε την επίπτωση από τη μετατροπή του Brain Drain σε Brain Gain
• να έχει ακόμα υψηλότερη μέση αμοιβή εργαζομένου για τους εργαζόμενους στη μεταποίηση και τις συνδεδεμένες υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας (25% μεγαλύτερη μέση αμοιβή σήμερα).
• να δημιουργήσει παραπάνω επενδύσεις κατά €30 δις το χρόνο.
• να εισπράξει σε ετήσια βάση παραπάνω €60 δισ., σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, ακόμα και με χαμηλότερους συντελεστές, λόγω της αύξησης της φορολογητέας ύλης
• να θέσει το δημόσιο χρέος από μόνο του σε διαδικασία εξορθολογισμού (στο βαθμό που δεν επαναληφθούν λάθη του παρελθόντος) λόγω της αύξησης του ΑΕΠ.
Είναι ένας στόχος φιλόδοξος όσο και εφικτός, που τέθηκε από το ΣΕΒ μαζί με την Ελληνική Παραγωγή και 27 περιφερειακούς βιομηχανικούς συνδέσμους, ώστε μέχρι το 2020 να αυξηθεί η συνεισφορά της βιομηχανίας στο 12% του ΑΕΠ και μεσοπρόθεσμα να φτάσει στο 15%, συγκλίνοντας με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Πρόκειται ίσως για την τελευταία ευκαιρία της ελληνικής βιομηχανίας να μπει στο ευρωπαϊκό τρένο της βιομηχανικής ανάπτυξης, με δεδομένο ότι τα τελευταία χρόνια έχει ξεκινήσει μια πανευρωπαϊκή εκστρατεία με στόχο την ενίσχυση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, η οποία προσφέρει 32 εκατ. άμεσες και 30 εκατ. έμμεσες θέσεις εργασίας και τροφοδοτεί το 65% των επενδύσεων σε έρευνα και καινοτομία.
Η αρχή έγινε πριν από μερικά χρόνια από τον τότε επίτροπο βιομηχανίας και νυν πρόεδρο του ΕΚ Αντόνιο Ταγιάνι, όταν και τέθηκε ως στόχος η αύξηση του μεριδίου της βιομηχανίας στο ευρωπαϊκό ΑΕΠ από το 15% στο 20%. Πλέον στην ΕΕ οι στόχοι επαναπροσδιορίζονται και εξειδικεύονται. Όπως εξήγησαν χθες οι εκπρόσωποι του BusinessEurope που βρέθηκαν στην Αθήνα προσκεκλημένοι του ΣΕΒ, στόχος της Ευρώπης είναι μια ενοποιημένη στρατηγική βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας που θα προσεγγίζει ενιαία και όχι αποσπασματικά όλα τα θέματα: ενέργεια, φορολογικό, ψηφιακή μετάβαση, έρευνα και καινοτομία. Χρειαζόμαστε ένα συγκεκριμένο σχέδιο που δε θα επηρεάζεται από πολιτικές και κυβερνητικές αλλαγές, είναι ανάγκη να κοιτάξουμε με ορίζοντα το 2030 και πιο πέρα, σημείωσε σχετικά ο Αlexandre Affre διευθυντής βιομηχικών υποθέσεων του Business Europe.
Εδώ να σημειωθεί ότι η ευρωπαϊκή βιομηχανία καλείται να αντεπεξέλθει στον διεθνή ανταγωνισμό και να αμβλύνει ανταγωνιστικά μειονεκτήματα όπως το κόστος ενέργειας: στην Ευρώπη πληρώνουμε διπλάσια τιμή ενέργειας από ανταγωνιστές μας όπως οι ΗΠΑ. Επίσης υπάρχουν σοβαρά διοικητικά βάρη και κόστη, ενώ και στο σκέλος της καινοτομίας οι επιχειρήσεις δεν ενθαρρύνονται να φέρνουν στην αγορά λύσεις καινοτομίας.
Το πρόβλημα για την Ελληνική βιομηχανία πάντως είναι διπλό. Αφενός θα πρέπει να καλύψει την απόσταση που τη χωρίζει με την Ευρωπαϊκή βιομηχανία και αφετέρου να προχωρήσει από κοινού με την ΕΕ στην υιοθέτηση των ευρωπαϊκών στρατηγικών για την ενίσχυση της βιομηχανίας.
Ίσως το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ενεργειακό.
Όπως τόνισε χθες ο αυστριακός πρόεδρος της επιτροπής βιομηχανικών υποθέσεων του BusinessEurope Gerhard Koch, στην Ελλάδα η κιλοβατώρα που πληρώνει η βιομηχανία είναι 30% ακριβότερη σε σχέση σε σχέση με την Ευρώπη.
Εδώ βεβαίως υπάρχουν δύο ζητήματα: αφενός το κόστος παραγωγής και αφετέρου η επιβάρυνση από επιδοτήσεις, φόρους και λοιπές χρεώσεις. Η μεγαλύτερη διαφορά στις χώρες που έχουν ακριβότερο κόστος ενέργειας εντοπίζεται ακριβώς σε αυτές τις επιδοτήσεις και τους φόρους, που αποτελούν ως επί το πλείστον αποτέλεσμα επιλογές των εθνικών κυβερνήσεων. Και ακριβώς επειδή το πρόβλημα αυτό έχει επισημανθεί, για αυτό το λόγο η ΕΕ πιέζει πολλές κυβερνήσεις, μεταξύ των οποίων και την Ελλάδα να μεταρρυθμίσουν τις ενεργειακές αγορές τους και να τις κάνουν πιο ανταγωνιστικές.
Χρηματοδότηση - Μη μισθολογικό κόστος
Ένα ακόμη σοβαρό πρόβλημα για την ελληνική βιομηχανία που επισημάνθηκε είναι το ακριβό κόστος χρήματος. Στην Ελλάδα τα επιτόκια φτάνουν έως και το 7% την ίδια στιγμή που στην Ευρώπη οι αντίστοιχες επιχειρήσεις δανείζονται με 2 έως 3%, ανέφερε ο κ. Koch.
Ταυτόχρονα και οι φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές αποτελούν πολύ μεγάλα και σοβαρά εμπόδια για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας.
Ποια είναι σήμερα τα μεγέθη της ελληνικής βιομηχανίας;
Σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε ο ΣΕΒ, παρά τα προβλήματα, τα εμπόδια αλλά και το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας, η συνεισφορά της βιομηχανίας στην οικονομία είναι καθοριστική. Συγκεκριμένα:
• Η βιομηχανία δημιουργεί απασχόληση σε περίπου 1,2 εκατ. εργαζόμενους (άμεση, έμμεση και προκαλούμενη επίδραση, πηγή ΙΟΒΕ). Δηλαδή, 1 στους 4 απασχολείται σε βιομηχανικές δραστηριότητες ή σε δραστηριότητες που οφείλονται στη βιομηχανία. Κατά κύριο λόγο, είναι σταθερές θέσεις εργασίας, με πλήρες ωράριο και πλαίσιο παροχών περίθαλψης και ασφάλισης.
• Το πρώτο 9-μηνο 2017 αύξησε τις θέσεις εργασίας κατά 4,8% έναντι 1,8% του συνόλου της οικονομίας και τους μισθούς 1,7% έναντι 0,5%.
• Ο μέσος μηνιαίος μισθός στη βιομηχανία είναι στα €1.476 έναντι €1.184 στο σύνολο της οικονομίας (25% υψηλότερος)
• Οι μεταποιητικές δραστηριότητες δημιουργούν άμεσα το 9,9% (€15,7 δισ) περίπου της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (ΑΠΑ) το 2016 που αντιστοιχεί στο 8,6% του ΑΕΠ, ενώ ο ευρύτερος βιομηχανικός τομέας (μεταποίηση, εξόρυξη, ενέργεια, κτλ) δημιουργεί το 13,8% της ΑΠΑ, με €20,5 δισ. άμεσα, ακόμα και μέσα στην κρίση και συνεισφέρει το 19,8% του ακαθάριστου λειτουργικού πλεονάσματος , δηλαδή €13δισ.
• Οι μεταποιητικές δραστηριότητες δημιουργούν άμεσα και έμμεσα περίπου το 31% (€48,7δις το 2014) της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (ΑΠΑ) ακόμα και μέσα στην κρίση, λόγω των υψηλών πολλαπλασιαστικών επιπτώσεων σε όλη την οικονομία (πηγή ΙΟΒΕ)
• Το 87,7% των εξαγωγών αγαθών είναι βιομηχανικά προϊόντα (αξίας €22,3 δισ.) ή το 42,1% των συνολικών εξαγωγών (συμπεριλαμβανομένου του τουρισμού, της ναυτιλίας των μεταφορών, κλπ.) μέσα από εξαγωγές σε 181 χώρες.
• Η βιομηχανία συνεισφέρει το 40% του συνολικού φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, ενώ ακόμα και μέσα στην κρίση πραγματοποίησε €27 δισ. επενδύσεις (2009-2016).
Τα οφέλη
Στην ειδική έκθεση του ΣΕΒ για τη βιομηχανική πολιτική επισημαίνονται τα τεράστια οφέλη που μπορούν να προκύψουν από την υιοθέτηση μιας συγκεκριμένης, συνεκτικής στρατηγικής για βιομηχανική ανταγωνιστικότητα και ανάπτυξη. Συγκεκριμένα η χώρα μας θα μπορούσε:
• να αναστρέψει την αποβιομηχάνιση, συγκλίνοντας με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και δημιουργώντας σταδιακά, άμεσα και έμμεσα, 550.000 νέες, καλές και σταθερές δουλειές, με ισχυρό οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο
• να ενισχύσει τον παραγωγικό ιστό σε μια πυκνότητα και αναλογία μεσαίων – μεγάλων επιχειρήσεων που να αντιστοιχεί στους μέσους όρους της Ευρώπης (οι μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι το 3% ενώ στην Ε.Ε. το 7%, πηγή ΕΥ).
• να δημιουργήσει επιπλέον 15.000 μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις
• συνδέσει πολλές από τις θέσεις εργασίας και τις επιχειρήσεις με τη μεταποίηση. Η συμμετοχή της μεταποίησης στην προστιθέμενη αξία (ΑΠΑ) θα αυξάνονταν σταδιακά από τα €14 δις σε €50 δις
• να διπλασιάσει το κατά κεφαλή ΑΕΠ, χωρίς να υπολογίζουμε την επίπτωση από τη μετατροπή του Brain Drain σε Brain Gain
• να έχει ακόμα υψηλότερη μέση αμοιβή εργαζομένου για τους εργαζόμενους στη μεταποίηση και τις συνδεδεμένες υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας (25% μεγαλύτερη μέση αμοιβή σήμερα).
• να δημιουργήσει παραπάνω επενδύσεις κατά €30 δις το χρόνο.
• να εισπράξει σε ετήσια βάση παραπάνω €60 δισ., σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, ακόμα και με χαμηλότερους συντελεστές, λόγω της αύξησης της φορολογητέας ύλης
• να θέσει το δημόσιο χρέος από μόνο του σε διαδικασία εξορθολογισμού (στο βαθμό που δεν επαναληφθούν λάθη του παρελθόντος) λόγω της αύξησης του ΑΕΠ.