Αρνητικά απεφάνθη ο Άρειος Πάγος στο αίτημα συμβασιούχων της Ολυμπιακής Αεροπορίας για μετατροπή των συμβάσεων τους σε αορίστου χρόνου.
Με τις υπ’ αριθμ. 2131 και 2135/2009 αποφάσεις του, το Β’ Τμήμα του Αρείου Πάγου αναίρεσε αποφάσεις του Εφετείου Αθηνών και δέχθηκε αιτήσεις αναίρεσης που είχε υποβάλει η Ολυμπιακή Αεροπορία κατά συμβασιούχων υπαλλήλων της.
Σύμφωνα με την απόφαση του Εφετείου, δέκα εργαζόμενοι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου δεν κάλυπταν εποχιακές ή πρόσκαιρες, αλλά στη πραγματικότητα πάγιες ανάγκες της Ο.Α. (εργάτες χειριστές ανυψωτικών κ.λπ.). Όπως έκρινε το Εφετείο, η έννομη σχέση εργασίας τους ήταν αορίστου χρόνου και όχι ορισμένου χρόνου και κατα συνέπεια η διακοπή της εργασίας τους τον Δεκέμβριο του 2004 χωρίς αποζημίωση αποτελούσε άκυρη καταγγελία σύμβασης αορίστου χρόνου.
Αντίθετα, ο Άρειος Πάγος, υιοθετώντας τις απόψεις της Ολομέλειας (20/2007), έκρινε ότι δεν συνέτρεχαν προϋποθέσεις μετατροπής της σύμβασης σε αορίστου χρόνου, ακόμα και υπό την εκδοχή ότι κάλυπταν πάγιες ανάγκες, διότι κάτι τέτοιο θα προσέκρουε στον νόμο 2190/94 και στο άρθρο 103 παρ 8 του Συντάγματος που απαγορεύει ρητά την μετατροπή σε αορίστου χρόνου.
Μάλιστα, ο Α.Π. δέχθηκε ότι δεν μπορεί να υπάρξει άλλη απόφαση ακόμα και μετά τις αποφάσεις που εξέδωσε το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το 2006 και το 2009 για τους συμβασιούχους, καθώς επισημαίνει ότι δεν μπορούσε να εφαρμοστεί για την μονιμοποίηση τους ο νόμος 2112/1920, γιατί η εφαρμογή του είχε ήδη αποκλειστεί για το δημόσιο τομέα με τον προγενέστερο της κοινοτικής οδηγίας νόμο 2190/94.
Επίσης, δέχθηκε ότι το Προεδρικό Διάταγμα 164/2004 για τους συμβασιούχους δεν αντιστρατεύεται στον νόμο 2112/1920, καθώς και ότι η οδηγία 1999/70 δεν μπορεί να τύχει άμεσης εφαρμογής, ώστε να απαγορεύσει στο νομοθέτη τη θέσπιση απόλυτης απαγόρευσης της μετατροπής στον ευρύτερο δημόσιο τομέα των συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου.
Oι αποφάσεις του Β’ Τμήματος του ΑΠ εκδόθηκαν, ενώ ο πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου Γ. Καλαμίδας έχει προσδιορίσει στις 23 Σεπτεμβρίου 2010 να συζητηθεί για τρίτη φορά στην Ολομέλεια του ΑΠ το ζήτημα των συμβασιούχων.