Σκληρή διαπραγμάτευση με τους "θεσμούς", υπό το βάρος της "κακής κληρονομιάς" του νόμου Κατσέλη, προμηνύει το χάσμα απόψεων μεταξύ κυβέρνησης και τραπεζών για την οριστικοποίηση του νέου πτωχευτικού νόμου.
Το νομοσχέδιο οδεύει στους "θεσμούς" την ερχόμενη εβδομάδα και, όπως όλα δείχνουν, η πρόθεση της κυβέρνησης να πάει τον νόμο στη Βουλή μέχρι το τέλος του μήνα δεν μπορεί να γίνει πράξη, ενώ και ο τελικός συμβιβασμός θα πρέπει να αναζητηθεί σε επίπεδο πολιτικής συμφωνίας.
Δυνατότητα εξωδικαστικής πτώχευσης για τα νοικοκυριά, χρόνος πλήρους απαλλαγής του οφειλέτη από το χρέος και προστατευόμενη αξία πρώτης κατοικίας συν λειτουργία του κρατικού φορέα που θα αποκτά τα ακίνητα όσων πτωχεύουν παρέμειναν αγεφύρωτα σε εσωτερικό επίπεδο, ενώ αναμένεται να διχάσουν και τους "θεσμούς".
Κυβέρνηση και τράπεζες συσκέφθηκαν εκτενώς την Τρίτη 16 και την Πέμπτη 18 Ιουνίου, καταλήγοντας σε συμφωνία επί αρκετών διαδικαστικών, αλλά ζωτικών, θεμάτων για τη λειτουργία του νέου πτωχευτικού νόμου. Ωστόσο, τα τρία παραπάνω μέτωπα έμειναν ανοιχτά και αναμένεται να διχάσουν και τους "θεσμούς". Και αυτό, διότι η μεν Κομισιόν επιδιώκει, σύμφωνα με την κοινοτική οδηγία 1023/2019, τη γρήγορη και πλήρη απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη και την παροχή δεύτερης ευκαιρίας σε αυτόν. Η δε ΕΚΤ συντάσσεται με τις θέσεις των τραπεζών, καθώς επιδιώκει ο νέος νόμος να διασφαλίζει ότι δεν θα επαναληφθούν φαινόμενα κατάχρησης του νόμου Κατσέλη από μια νέα "γενιά" στρατηγικών κακοπληρωτών. Το μόνο θετικό είναι ότι οι "θεσμοί" δεν βάζουν το "μαχαίρι στον λαιμό" της κυβέρνησης για την άμεση ψήφιση του νόμου. "Θέλουμε έναν άρτιο νόμο που θα μπορεί να εφαρμοστεί από 1/1/2021", τονίζουν στην κυβέρνηση.
Τα τρία ανοιχτά μέτωπα
Τα τρία ανοιχτά σημεία με τα οποία το προσχέδιο του νέου πτωχευτικού νόμου πηγαίνει την ερχόμενη εβδομάδα στους "θεσμούς", αφορούν την πτώση των νοικοκυριών, τον τρόπο και χρόνο της απαλλαγής του οφειλέτη από το χρέος και την πρώτη κατοικία.
1. Οι τράπεζες αρνούνται παροχή δυνατότητας εξωδικαστικής πτώχευσης (μέσω πλατφόρμας ή διαμεσολάβησης) στα νοικοκυριά, όπως στις επιχειρήσεις. Εκτιμούν ότι τα νοικοκυριά έχουν τη δυνατότητα να επιλύσουν το χρέος τους κατόπιν ρύθμισης με την τράπεζα. Σε κάθε περίπτωση, αν συμπεριληφθούν στη δυνατότητα εξωδικαστικής πτώχευσης του νόμου, οι τράπεζες ζητούν να θεσπιστούν πολύ αυστηρά κριτήρια επιλεξιμότητας (π.χ. χρέος πάνω από συγκεκριμένα όρια, "κόκκινο" δάνειο πριν από την τελευταία διετία κ.ά.), ώστε να αποφευχθεί επανάληψη "του καταστροφικού για την κουλτούρα πληρωμών και τη διόγκωση των "κόκκινων" δανείων νόμου Κατσέλη", όπως ανέφεραν χαρακτηριστικά στις συζητήσεις με την κυβέρνηση.
Βεβαίως, το ζητούμενο των τραπεζών δεν λαμβάνει υπ’ όψιν ότι η κοινοτική οδηγία και ο κατ’ εφαρμογήν της νέος πτωχευτικός νόμος δεν αφορά μόνο τα χρέη προς τράπεζες, αλλά τα χρέη του οφειλέτη προς πάσα κατεύθυνση (και Εφορία, και ασφαλιστικά ταμεία, και οφειλές σε ΔΕΚΟ κ.ο.κ.). Τα χρέη αυτά θέλει να ρυθμίσει οριστικά και τελεσίδικα, δίνοντας δεύτερη ευκαιρία στον οφειλέτη να επανενταχθεί στο οικονομικό γίγνεσθαι ύστερα από ορισμένο χρόνο.
Όπως υποστηρίζουν, ωστόσο, οι τράπεζες, πρακτικά όλοι θα μπορούν να πτωχεύουν αρκεί να ισχυριστούν ότι δεν θα μπορούν να πληρώσουν το 20% των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους προς το Δημόσιο, προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης και τράπεζες για τους τελευταίους 6 μήνες. Π.χ., ένας οφειλέτης που έχει στεγαστικό δάνειο και οφείλει 6 δόσεις, ποσού 5.000 ευρώ, και επιπλέον οφείλει 2.000 ευρώ στην Εφορία και 5.000 ευρώ στον ΕΦΚΑ για 6 μήνες, δηλ. συνολικά 12.000 ευρώ ληξιπρόθεσμα, θα δικαιούται να ζητήσει να κηρυχθεί σε πτώχευση εάν δεν έχει πληρώσει τους τελευταίους 6 μήνες 2.400 ευρώ. Επίσης, ο οφειλέτης θα μπορεί να ζητήσει την πτώχευσή του ακόμα και όταν επικαλεστεί επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης.
2. Οι τράπεζες αντιτίθενται και στην πρόβλεψη του νόμου ότι ο οφειλέτης θα μπορεί να απαλλάσσεται πλήρως του χρέους του, με τη δικαστική απόφαση για την πτώχευσή του. Το νομοσχέδιο προβλέπει ότι, εφόσον ο οφειλέτης κηρυχθεί πτωχός, κατόπιν της ρευστοποίησης της περιουσίας του για την αποπληρωμή του χρέους, το τυχόν εναπομείναν χρέος διαγράφεται και αυτός μπορεί να ξεκινήσει "καθαρός" νέα οικονομική δραστηριότητα μετά την πάροδο τριετίας από την έκδοση της δικαστικής απόφασης για την πτώχευση. Η κυβέρνηση, μάλιστα, θέλει το όριο της τριετίας να μειωθεί στο ένα έτος.
Οι τράπεζες ζητούν ο οφειλέτης να μην απαλλάσσεται ολικά από το χρέος με την κήρυξη της πτώχευσης, αλλά να βρίσκεται σε "επιτήρηση" κατά τη διάρκεια της τριετίας μέχρι να επανέλθει ξανά στην οικονομική δραστηριότητα. Στην πράξη, η "επιτήρηση" σημαίνει ότι οι τράπεζες θέλουν, στο μεσοδιάστημα αυτό, να παρακολουθούν την εισοδηματική κατάστασή του και να μπορούν να εισπράττουν οφειλόμενα ποσά κατόπιν κατάσχεσης λογαριασμού του οφειλέτη.
3. Πεδίο ενστάσεων για τις τράπεζες είναι και η αξία της προστατευόμενης πρώτης κατοικίας, όσο και η λειτουργία (όχι η ύπαρξη) του κρατικού φορέα που θα αποκτά το ακίνητο όσων πτωχεύουν και κρίνονται ευάλωτοι. Σύμφωνα με τις τράπεζες, η αντικειμενική αξία της πρώτης κατοικίας που θα προστατεύει ο νόμος δεν μπορεί να είναι τα 200.000 ευρώ, όπως προβλέπει το σχέδιο του νόμου (με προσαύξηση 40.000 ευρώ για τον έγγαμο οφειλέτη και 20.000 ευρώ για κάθε τέκνο μέχρι τα τρία), αλλά τα 75.000 ευρώ (οι προσαυξήσεις παραμένουν), με το δεδομένο ότι το 90% των δανείων κινείται σε αξίες κατοικιών χαμηλότερες των 200.000 ευρώ.
Περαιτέρω, η κυβέρνηση λέει στις τράπεζες να ειδοποιούν αυτές τον κρατικό φορέα για την πτώχευση οφειλέτη και ο φορέας να επιλαμβάνεται για την απόκτηση του ακινήτου. Οι τράπεζες, όμως, είναι επιφυλακτικές για το πόσο άμεσα θα μπορεί να δράσει ο κρατικός φορέας και ζητούν να προχωρούν οι ίδιες κανονικά στον πλειστηριασμό του ακινήτου, να το αποκτούν και στη συνέχεια ο κρατικός φορέας να παίρνει το ακίνητο από τις τράπεζες. Η διαδικασία αυτή εκτιμούν ότι θα τις διασφαλίσει από καθυστερήσεις στην ανάκτηση ενεχύρων, με δεδομένο, μάλιστα, ότι από την αναγγελία μέχρι τη διενέργεια του πλειστηριασμού μεσολαβούν 7 μήνες.
Το νομοσχέδιο οδεύει στους "θεσμούς" την ερχόμενη εβδομάδα και, όπως όλα δείχνουν, η πρόθεση της κυβέρνησης να πάει τον νόμο στη Βουλή μέχρι το τέλος του μήνα δεν μπορεί να γίνει πράξη, ενώ και ο τελικός συμβιβασμός θα πρέπει να αναζητηθεί σε επίπεδο πολιτικής συμφωνίας.
Δυνατότητα εξωδικαστικής πτώχευσης για τα νοικοκυριά, χρόνος πλήρους απαλλαγής του οφειλέτη από το χρέος και προστατευόμενη αξία πρώτης κατοικίας συν λειτουργία του κρατικού φορέα που θα αποκτά τα ακίνητα όσων πτωχεύουν παρέμειναν αγεφύρωτα σε εσωτερικό επίπεδο, ενώ αναμένεται να διχάσουν και τους "θεσμούς".
Κυβέρνηση και τράπεζες συσκέφθηκαν εκτενώς την Τρίτη 16 και την Πέμπτη 18 Ιουνίου, καταλήγοντας σε συμφωνία επί αρκετών διαδικαστικών, αλλά ζωτικών, θεμάτων για τη λειτουργία του νέου πτωχευτικού νόμου. Ωστόσο, τα τρία παραπάνω μέτωπα έμειναν ανοιχτά και αναμένεται να διχάσουν και τους "θεσμούς". Και αυτό, διότι η μεν Κομισιόν επιδιώκει, σύμφωνα με την κοινοτική οδηγία 1023/2019, τη γρήγορη και πλήρη απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη και την παροχή δεύτερης ευκαιρίας σε αυτόν. Η δε ΕΚΤ συντάσσεται με τις θέσεις των τραπεζών, καθώς επιδιώκει ο νέος νόμος να διασφαλίζει ότι δεν θα επαναληφθούν φαινόμενα κατάχρησης του νόμου Κατσέλη από μια νέα "γενιά" στρατηγικών κακοπληρωτών. Το μόνο θετικό είναι ότι οι "θεσμοί" δεν βάζουν το "μαχαίρι στον λαιμό" της κυβέρνησης για την άμεση ψήφιση του νόμου. "Θέλουμε έναν άρτιο νόμο που θα μπορεί να εφαρμοστεί από 1/1/2021", τονίζουν στην κυβέρνηση.
Τα τρία ανοιχτά μέτωπα
Τα τρία ανοιχτά σημεία με τα οποία το προσχέδιο του νέου πτωχευτικού νόμου πηγαίνει την ερχόμενη εβδομάδα στους "θεσμούς", αφορούν την πτώση των νοικοκυριών, τον τρόπο και χρόνο της απαλλαγής του οφειλέτη από το χρέος και την πρώτη κατοικία.
1. Οι τράπεζες αρνούνται παροχή δυνατότητας εξωδικαστικής πτώχευσης (μέσω πλατφόρμας ή διαμεσολάβησης) στα νοικοκυριά, όπως στις επιχειρήσεις. Εκτιμούν ότι τα νοικοκυριά έχουν τη δυνατότητα να επιλύσουν το χρέος τους κατόπιν ρύθμισης με την τράπεζα. Σε κάθε περίπτωση, αν συμπεριληφθούν στη δυνατότητα εξωδικαστικής πτώχευσης του νόμου, οι τράπεζες ζητούν να θεσπιστούν πολύ αυστηρά κριτήρια επιλεξιμότητας (π.χ. χρέος πάνω από συγκεκριμένα όρια, "κόκκινο" δάνειο πριν από την τελευταία διετία κ.ά.), ώστε να αποφευχθεί επανάληψη "του καταστροφικού για την κουλτούρα πληρωμών και τη διόγκωση των "κόκκινων" δανείων νόμου Κατσέλη", όπως ανέφεραν χαρακτηριστικά στις συζητήσεις με την κυβέρνηση.
Βεβαίως, το ζητούμενο των τραπεζών δεν λαμβάνει υπ’ όψιν ότι η κοινοτική οδηγία και ο κατ’ εφαρμογήν της νέος πτωχευτικός νόμος δεν αφορά μόνο τα χρέη προς τράπεζες, αλλά τα χρέη του οφειλέτη προς πάσα κατεύθυνση (και Εφορία, και ασφαλιστικά ταμεία, και οφειλές σε ΔΕΚΟ κ.ο.κ.). Τα χρέη αυτά θέλει να ρυθμίσει οριστικά και τελεσίδικα, δίνοντας δεύτερη ευκαιρία στον οφειλέτη να επανενταχθεί στο οικονομικό γίγνεσθαι ύστερα από ορισμένο χρόνο.
Όπως υποστηρίζουν, ωστόσο, οι τράπεζες, πρακτικά όλοι θα μπορούν να πτωχεύουν αρκεί να ισχυριστούν ότι δεν θα μπορούν να πληρώσουν το 20% των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους προς το Δημόσιο, προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης και τράπεζες για τους τελευταίους 6 μήνες. Π.χ., ένας οφειλέτης που έχει στεγαστικό δάνειο και οφείλει 6 δόσεις, ποσού 5.000 ευρώ, και επιπλέον οφείλει 2.000 ευρώ στην Εφορία και 5.000 ευρώ στον ΕΦΚΑ για 6 μήνες, δηλ. συνολικά 12.000 ευρώ ληξιπρόθεσμα, θα δικαιούται να ζητήσει να κηρυχθεί σε πτώχευση εάν δεν έχει πληρώσει τους τελευταίους 6 μήνες 2.400 ευρώ. Επίσης, ο οφειλέτης θα μπορεί να ζητήσει την πτώχευσή του ακόμα και όταν επικαλεστεί επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης.
2. Οι τράπεζες αντιτίθενται και στην πρόβλεψη του νόμου ότι ο οφειλέτης θα μπορεί να απαλλάσσεται πλήρως του χρέους του, με τη δικαστική απόφαση για την πτώχευσή του. Το νομοσχέδιο προβλέπει ότι, εφόσον ο οφειλέτης κηρυχθεί πτωχός, κατόπιν της ρευστοποίησης της περιουσίας του για την αποπληρωμή του χρέους, το τυχόν εναπομείναν χρέος διαγράφεται και αυτός μπορεί να ξεκινήσει "καθαρός" νέα οικονομική δραστηριότητα μετά την πάροδο τριετίας από την έκδοση της δικαστικής απόφασης για την πτώχευση. Η κυβέρνηση, μάλιστα, θέλει το όριο της τριετίας να μειωθεί στο ένα έτος.
Οι τράπεζες ζητούν ο οφειλέτης να μην απαλλάσσεται ολικά από το χρέος με την κήρυξη της πτώχευσης, αλλά να βρίσκεται σε "επιτήρηση" κατά τη διάρκεια της τριετίας μέχρι να επανέλθει ξανά στην οικονομική δραστηριότητα. Στην πράξη, η "επιτήρηση" σημαίνει ότι οι τράπεζες θέλουν, στο μεσοδιάστημα αυτό, να παρακολουθούν την εισοδηματική κατάστασή του και να μπορούν να εισπράττουν οφειλόμενα ποσά κατόπιν κατάσχεσης λογαριασμού του οφειλέτη.
3. Πεδίο ενστάσεων για τις τράπεζες είναι και η αξία της προστατευόμενης πρώτης κατοικίας, όσο και η λειτουργία (όχι η ύπαρξη) του κρατικού φορέα που θα αποκτά το ακίνητο όσων πτωχεύουν και κρίνονται ευάλωτοι. Σύμφωνα με τις τράπεζες, η αντικειμενική αξία της πρώτης κατοικίας που θα προστατεύει ο νόμος δεν μπορεί να είναι τα 200.000 ευρώ, όπως προβλέπει το σχέδιο του νόμου (με προσαύξηση 40.000 ευρώ για τον έγγαμο οφειλέτη και 20.000 ευρώ για κάθε τέκνο μέχρι τα τρία), αλλά τα 75.000 ευρώ (οι προσαυξήσεις παραμένουν), με το δεδομένο ότι το 90% των δανείων κινείται σε αξίες κατοικιών χαμηλότερες των 200.000 ευρώ.
Περαιτέρω, η κυβέρνηση λέει στις τράπεζες να ειδοποιούν αυτές τον κρατικό φορέα για την πτώχευση οφειλέτη και ο φορέας να επιλαμβάνεται για την απόκτηση του ακινήτου. Οι τράπεζες, όμως, είναι επιφυλακτικές για το πόσο άμεσα θα μπορεί να δράσει ο κρατικός φορέας και ζητούν να προχωρούν οι ίδιες κανονικά στον πλειστηριασμό του ακινήτου, να το αποκτούν και στη συνέχεια ο κρατικός φορέας να παίρνει το ακίνητο από τις τράπεζες. Η διαδικασία αυτή εκτιμούν ότι θα τις διασφαλίσει από καθυστερήσεις στην ανάκτηση ενεχύρων, με δεδομένο, μάλιστα, ότι από την αναγγελία μέχρι τη διενέργεια του πλειστηριασμού μεσολαβούν 7 μήνες.