Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2011
Χιλιάδες θα πληρώσουν φόρους για λεφτά που δεν εισέπραξαν!
ΘΑ ΦΟΡΟΛΟΓΗΘΟΥΜΕ ακόμη και για τους μισθούς που μας οφείλουν οι εργοδότες. Θα πληρώσουμε για μεροκάματα που δεν έχουμε εισπράξει όχι μόνο τον φουσκωμένο (λόγω μείωσης του αφορολογήτου) φόρο εισοδήματος αλλά και εισφορά αλληλεγγύης (έως 4% επί του ανείσπρακτου εισοδήματος). Θα επιβαρυνθούμε με φόρο ακόμη και για τα ενοίκια που δεν καταβάλλουν οι ενοικιαστές λόγω αδυναμίας. Κι είμαστε υποχρεωμένοι να δώσουμε «εδώ και τώρα» τον ΦΠΑ για τις μεταχρονολογημένες επιταγές, οι οποίες όμως σκάνε η μία μετά την άλλη.
Οπως υποχρεωμένος είναι και ο ελεύθερος επαγγελματίας που εξέδωσε τιμολόγιο και πήρε ως αντάλλαγμα επιταγή η οποία δεν εξοφλήθηκε να φορολογηθεί για τον τζίρο που δεν έκανε...
Τι λέει ο νόμος
Θα ήταν ευχής έργον όλα αυτά να αποτελούν νοσηρή σκέψη κάποιου φορομπήχτη, ο οποίος ψάχνει να φορολογήσει ακόμη και αυτούς που δεν εισπράττουν αυτά που τους αναλογούν. Είναι όμως κάτι πολύ χειρότερο: νόμος του κράτους. Νόμος τον οποίο αν η κυβέρνηση αφήσει ενεργό, τον Ιούνιο του 2012 η εφορία θα ζητάει αρκετές εκατοντάδες ή ακόμη και χιλιάδες ευρώ φόρο από απλήρωτους εργαζομένους, μικρομεσαίους με άδεια ταμεία και ιδιοκτήτες ακινήτων που τρέχουν στα δικαστήρια για να εισπράξουν τα ανείσπρακτα.
Ο φορολογικός νόμος (2238/1994) εξακολουθεί να ενσωματώνει διατάξεις οι οποίες έχουν συνταχτεί πριν από δεκαετίες. Ενδεχομένως, να μην μπορούσε να φανταστεί ο νομοθέτης πριν από 20 ή 30 χρόνια ότι το 2011 οι επιχειρήσεις που δεν καταβάλλουν τα δεδουλευμένα, δεν θα αποτελούν πλέον εξαίρεση αλλά κομμάτι του κανόνα. Η «Οικονομία» ζήτησε από τον επικεφαλής της Επιθεώρησης Εργασίας Μιχάλη Χάλαρη μια εκτίμηση για τον αριθμό των εργαζομένων στους οποίους οι εργοδότες οφείλουν δεδουλευμένα. Απάντησε ότι αν και δεν τηρείται τέτοια στατιστική, οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για ποσοστό άνω του 10%. Δηλαδή τουλάχιστον ο ένας στους 10 δεν θα έχει εισπράξει το λιγότερο τρεις από τους μισθούς του 2011.
Κάθε χρόνο η εφορία λαμβάνει υπόψη τη βεβαίωση αποδοχών που εκδίδει η επιχείρηση στην οποία αναγράφεται το ποσό που έπρεπε να εισπράξει ο εργαζόμενος και φορολογεί με βάση αυτό ανεξάρτητα αν η επιχείρηση πλήρωσε ή όχι.
Υπάρχει μόνο μια πρόβλεψη που επιτρέπει το αντίθετο: Ιδού το άρθρο 46 παράγραφος 3 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος: «Αν ο δικαιούχος εισπράττει καθυστερημένα δεδουλευμένες αποδοχές, σε έτος μεταγενέστερο από το έτος στο οποίο ανάγονται, λόγω έκδηλης οικονομικής αδυναμίας του εργοδότη του και εφόσον έγινε επίσχεση της εργασίας από τους μισθωτούς ή αν ο εργοδότης κηρύχθηκε σε κατάσταση πτώχευσης, χρόνος απόκτησης αυτών των αποδοχών είναι ο χρόνος στον οποίο εισπράττονται».
Το σύνολο των αποδοχών
Τι σημαίνει αυτή η φράση; Οτι αν οι εργαζόμενοι μιας επιχείρησης δεν έχουν προχωρήσει σε επίσχεση εργασίας ή αν η επιχείρηση δεν έχει κηρύξει πτώχευση, τότε οφείλουν να δηλώσουν στη φορολογική δήλωση το σύνολο των αποδοχών της προηγούμενης χρονιάς ακόμη και αυτές που δεν έχουν εισπράξει.
Επί της ουσίας, το «μπαλάκι» πέφτει στον φορολογούμενο: ή θα οδηγήσει την εταιρεία σε αναστολή λειτουργίας (διότι αν το σύνολο των εργαζομένων μπουν σε επίσχεση η εταιρεία παύει να λειτουργεί) ή θα πληρώσει φόρο εισοδήματος για εισοδήματα που δεν έχει εισπράξει. Αυτό δεν αποτελεί αυθαίρετη ερμηνεία του νόμου αλλά οδηγία που έχει δώσει το υπουργείο Οικονομικών σε αντίστοιχες περιπτώσεις:
Δημοσιεύεται απόσπασμα της εγκυκλίου 1061147/1125/Α0012/12.6.2008 με την οποία το υπουργείο Οικονομικών καλείται να απαντήσει για ζήτημα μη καταβολής δεδουλευμένων αποδοχών: «Από όσα αναφέρονται στην αίτησή σας, προκύπτει ότι χωρίς να γίνει επίσχεση εργασίας, σας οφείλονται δεδουλευμένες αποδοχές τόσο για το έτος 2006 όσο και για το έτος 2007. Το έτος 2006 είχατε βεβαίωση αποδοχών για το σύνολο των αποδοχών εισπραχθέντων και μη, ενώ το 2007 δεν σας έχει χορηγηθεί ακόμα.
Υστερα από τα παραπάνω, προκύπτει ότι για μεν τις αποδοχές έτους 2006 αυτές έπρεπε να δηλωθούν με βάση την εκδοθείσα βεβαίωση, δηλαδή ολόκληρο το ποσό των αποδοχών του έτους έστω και αν οι αποδοχές των δύο μηνών δεν εισπράχθηκαν από εσάς καθόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 3 του άρθρου 46 του Ν.2238/1994, επίσχεση εργασίας, πτώχευση κ.λπ.».
Η «Οικονομία» επικοινώνησε με το υπουργείο Οικονομικών για το ζήτημα και η απάντηση που εισέπραξε είναι ότι οι διατάξεις που προαναφέρθηκαν, εξακολουθούν να βρίσκονται σε ισχύ. Το τι σημαίνει αυτό στην πράξη, φαίνεται από το ακόλουθο παράδειγμα: Εργαζόμενος σε ιδιωτική εταιρεία με ένα παιδί αμείβεται με μεικτές αποδοχές 2.000 ευρώ. Επίσης, έχει εισόδημα 400 ευρώ μηνιαίως από μίσθωση ενός διαμερίσματος. Τα «καθαρά» του ήταν μέχρι σήμερα 1.445 ευρώ, καθώς 330 ευρώ αφαιρούνται για τις ασφαλιστικές εισφορές και 225 ευρώ αποτελούν την παρακράτηση φόρου.
Από τον Σεπτέμβριο, η εταιρεία στην οποία εργάζεται ο φορολογούμενος δεν έχει καταβάλει μισθούς και προσανατολίζεται στο να πληρώσει μόνο το δώρο.
Το εκκαθαριστικό του 2012
Αυτό σημαίνει ότι στον εργαζόμενο δεν θα καταβληθούν 5.780 ευρώ (1.445 ευρώ επί 4 μήνες). Τι θα δείξει το εκκαθαριστικό του 2012;
* Αν ο εργαζόμενος δεν προχωρήσει σε επίσχεση εργασίας, θα παραλάβει εκκαθαριστικό για το σύνολο των αποδοχών του 2011 ήτοι 23.380 ευρώ (στο φορολογητέο εισόδημα περιλαμβάνεται και ο φόρος που παρακρατείται). Στην πραγματικότητα, από τα 23.380 ευρώ θα έχει εισπράξει τα 14.453, καθώς δεν έχουν καταβληθεί:
-Τα 3.145 ευρώ που είναι η παρακράτηση φόρου για ολόκληρο το έτος.
-Τα 5.780 ευρώ που είναι οι καθαρές αποδοχές που δεν έχει πληρώσει ο εργοδότης (για το διάστημα Σεπτεμβρίου-Δεκεμβρίου).
* Στα 23.380 ευρώ πρέπει να προστεθούν και τα 4.800 ευρώ που είναι το ετήσιο εισόδημα από ενοίκια. Αρα το συνολικό φορολογητέο εισόδημα διαμορφώνεται στις 28.180 ευρώ. Λόγω της μείωσης του αφορολογήτου στις 5.000 ευρώ, η φορολογική κλίμακα βγάζει φόρο 4.483 ευρώ.
Στα 563,6 ευρώ θα φτάσει και η εισφορά αλληλεγγύης (το εισόδημα επί 2%). Πρέπει να αφαιρεθεί η παρακράτηση φόρου (3145 ευρώ) και ο φορολογούμενος να πληρώσει τη διαφορά: 4.483 ευρώ συν 563,6 ευρώ μείον 3.145 ευρώ ίσον 1.901 ευρώ. Τα 1.901 ευρώ ο φορολογούμενος πρέπει να τα πληρώσει από την τσέπη του παρά το γεγονός ότι παραμένει απλήρωτος από τη δουλειά του. Ακόμη και αν ο ενοικιαστής καθυστερεί να του πληρώσει τα ενοίκια, ο φόρος παραμένει ο ίδιος.
Τι θα έδειχνε το εκκαθαριστικό αν το υπουργείο Οικονομικών αποφάσιζε το αυτονόητο; Δηλαδή το να μην φορολογηθεί ο εργαζόμενος για εισοδήματα που δεν έχει εισπράξει. Το φορολογητέο εισόδημα θα έπεφτε από τις 28.180 ευρώ στις 21.500 ευρώ, καθώς θα αφαιρούνταν οι τέσσερις μισθοί. Η κλίμακα θα έβγαζε φόρο 2.595 ευρώ και όχι 4.483 ευρώ, ενώ η εισφορά αλληλεγγύης θα περιοριζόταν από τα 563,6 ευρώ 430 ευρώ. Τελικώς, με το εκκαθαριστικό ο φορολογούμενος έπρεπε να πληρώσει 778 ευρώ και όχι 1.901 ευρώ.
Είναι προφανές ότι το υπουργείο Οικονομικών θα αισθανθεί... άβολα, καθώς διακυβεύονται δημόσια έσοδα. Υπάρχει όμως ένα αμείλικτο ερώτημα: Θα μπορέσει να πληρώσει ένας εργαζόμενος που έχει παραμείνει απλήρωτος για τέσσερις ή πέντε μήνες και βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα βουνό οικονομικών υποχρεώσεων (δάνεια, λογαριασμούς, χαράτσι ΔΕΗ κ.λπ.) πρόσθετο φόρο 1.900 ευρώ για εισοδήματα που όμως δεν έχει εισπράξει;