Μία μικρή μειοψηφία 3.000 εταιρειών (0,5% των υφιστάμενων επιχειρήσεων) της χώρας είναι αυτή που μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην αύξηση της απασχόλησης, απορροφώντας περίπου το 20% του 1 εκατ. ανέργων που δημιούργησε η κρίση στην Ελλάδα, με το υπόλοιπο 80% να πρέπει να καλυφθεί από νέες εταιρείες που θα δημιουργηθούν, ο αριθμός των οποίων εκτιμάται σε περίπου 10.000.
Αυτό είναι ένα από τα συμπεράσματα μελέτης της Endeavor Greece, ενός παγκόσμιου μη κερδοσκοπικού οργανισμού στήριξης της επιχειρηματικότητας, που εκπονήθηκε έχοντας ως αποκλειστικό δωρητή το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η ανεργία έχει πλήξει ιδιαίτερα τους νέους, καθώς οι άνεργοι ηλικίας 18-34 ετών ανέρχεται σε 640.000, εκ των οποίων οι 250.000 δεν έχουν καμία εργασιακή εμπειρία. Από τους τελευταίους περίπου το ήμισυ είναι πάνω από 25 ετών. Επίσης, είναι αξιοσημείωτο ότι στο διάστημα 2009-2014 έχουν φύγει από τη χώρα περίπου 200.000 εργαζόμενοι, οι περισσότεροι με υψηλά προσόντα, εκ των οποίων οι μισοί μετανάστευσαν σε Βρετανία και Γερμανία.
Όπως σημείωσε κατά τη διάρκεια της σχετικής παρουσίασης σε εκπροσώπους των μέσων ενημέρωσης, ο Χάρης Μακρυνιώτης, γενικός διευθυντής της Endeavor Greece, μία πρόκληση θα είναι να καταφέρει η Ελλάδα να επαναπροσελκύσει αυτούς τους εργαζόμενους.
Από τις απώλειες σε θέσεις εργασίας, πάνω από τις μισές προέρχονται από τρεις κλάδους (κατασκευές, εμπόριο, μεταποίηση).
Τρεις μόνο κλάδοι διατήρησαν ή αύξησαν το συνολικό εργατικό δυναμικό: ο αγροτικός τομέας, η μεταποίηση τροφίμων και ο κλάδος τεχνολογίας. Η μελέτη εκτιμά ότι ορισμένοι κλάδοι δεν θα μπορέσουν να ανακάμψουν πλήρως μελλοντικά, οδηγώντας 640.000 ανθρώπους σε αλλαγή κλάδου απασχόλησης, ενώ περισσότεροι από 500.000 θα πρέπει να μετακομίσουν εκτός Αθήνας και Θεσσαλονίκης.
Οι 3.000 εταιρείες, οι οποίες, σύμφωνα με την Endeavor, μπορούν να δημιουργήσουν περίπου 200.000 θέσεις εργασίας προέρχονται από διάφορους κλάδους, και από αυτές οι 100 είναι μεγάλες επιχειρήσεις και οι υπόλοιπες μικρού και μεσαίου μεγέθους, που έχουν όμως τις δομικές προϋποθέσεις να αναπτυχθούν γρήγορα και να επεκταθούν στην εγχώρια και διεθνή αγορά προκειμένου να απορροφήσουν το 20% των ανέργων.
Οι υπόλοιπες θέσεις εργασίας για να καλύψουν το κενό θα πρέπει να δημιουργηθούν από νέες εταιρείες. Ο αριθμός τους υπολογίζεται σε 10.000 και θα κληθούν να μεγαλώσουν γρήγορα και να δημιουργήσουν η καθεμία περίπου 50 θέσεις εργασίας μέσα στα επόμενα επτά χρόνια. Με δεδομένο ότι στην Ελλάδα ιδρύονται περίπου 40.000 νέες εταιρείες, θεωρητικά αυτό είναι εφικτό.
Όμως, από αυτές μόλις το 10% ανήκει στην κατηγορία που μπορεί να βοηθήσει πραγματικά στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. «Με τους υπάρχοντες ρυθμούς θα χρειαστούμε 25 χρόνια για να δημιουργηθούν αυτές οι επιχειρήσεις», σημείωσε ο κ. Μακρυνιώτης.
Σύμφωνα με τον τελευταίο, αυτό που χρειάζεται είναι καλύτερη στόχευση σε κλάδους με υψηλή προστιθέμενη αξία και δημιουργία συνθηκών που θα βοηθήσουν τις νέες εταιρείες να μεγεθυνθούν. Η πρόσφατη άνθηση των startups είναι μια ενθαρρυντική αρχή, αλλά προφανώς όχι επαρκής.
Τέλος, η μελέτη σκιαγραφεί το προφίλ των νέων και αναδεικνύει τις δυνατότητές τους αλλά και τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν για την είσοδό τους στην αγορά εργασίας, όπως έλλειψη επαγγελματικής εμπειρίας και κατάλληλης εκπαίδευσης. Τα συμπεράσματα προκύπτουν από ποσοτική και ποιοτική έρευνα σε δείγμα 600 νέων ηλικίας 18-34 ετών.
Οι νέοι στην Ελλάδα σε ποσοστό μόλις 15% δείχνουν αδιαφορία ή αποδοχή της υπάρχουσας κατάστασης, ενώ 85% δείχνουν διάθεση να κυνηγήσουν ευκαιρίες και αισιοδοξία για το μέλλον. Από αυτούς το 9% είναι έτοιμοι να γίνουν οι καταλύτες της αλλαγής.
Ernst & Young
Ανθεκτικές στην κρίση αποδεικνύονται οι οικογενειακές επιχειρήσεις, σύμφωνα με άλλη έρευνα της Ernst & Young. Το 26% του δείγματος αναφέρει αυξημένες αποδόσεις από 10% -15% και το 8% πάνω από 15%, ενώ το 36% αναφέρει στάσιμες οικονομικές επιδόσεις. Επίσης, το 47% διοικείται από τη δεύτερη γενιά της οικογένειας και το 42% αποτελείται από επιχειρήσεις με 50 - 249 εργαζόμενους.
Το 72% των οικογενειακών επιχειρήσεων είναι εκτός Χρηματιστηρίου. Μία στις τρεις δραστηριοποιείται στα είδη πρώτης ανάγκης (εμπόριο τροφίμων και πρώτων υλών, ποτά, καπνά, ηλεκτρικός εξοπλισμός). Η βελτίωση της αποτελεσματικότητάς τους, σύμφωνα με τις απαντήσεις, οφείλεται στην εισαγωγή εξελιγμένων υποστηρικτικών διαδικασιών, στην αναθεώρηση των όρων συνεργασίας και των τιμών με τους προμηθευτές και στην εισαγωγή καλύτερων συστημάτων διαχείρισης/ανταλλαγής της γνώσης.