Μακρά απόσταση φαίνεται να χωρίζει την Εκκλησία από την κοινωνία σε ιδιαίτερα σημαντικά ζητήματα που αφορούν στην καθημερινότητα των πολιτών, όπως είναι ο πολιτικός γάμος, η ομοφυλοφιλία, οι αμβλώσεις και οι μεταμοσχεύσεις.
Προσφάτως, η Εκκλησία απέδειξε για ακόμη μια φορά την έλλειψη των αντανακλαστικών της, «αφορίζοντας» και μετά θάνατον όσους επιλέγουν την αποτέφρωση αντί της ταφής. Την ώρα που πληθαίνουν οι φωνές υπέρ του δικαιώματος της καύσης κι ενώ, σε αντίθεση με τη διεθνή πραγματικότητα, στην Ελλάδα δεν έχει ακόμη δημιουργηθεί κέντρο αποτέφρωσης νεκρών, η Εκκλησία ανακοίνωσε την απόφασή της να μην τελεί νεκρώσιμη ακολουθία και μνημόσυνο σε όσους έχουν δηλώσει την επιθυμία για αποτέφρωση.
Κι αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα. Ιεράρχες της σκληροπυρηνικής πτέρυγας της Εκκλησίας έχουν δημοσίως στείλει στο «πυρ το εξώτερον» τους ομοφυλόφιλους και τα δικαιώματά τους, ενώ άκαμπτη είναι η στάση τους στα ζητήματα των μεταμοσχεύσεων και των αμβλώσεων.
Ιερός «πόλεμος» για πέντε... αμαρτήματα
Αμάρτημα παραμένει, εξάλλου, για την Εκκλησία ο πολιτικός γάμος που, πλέον, επιλέγουν τα περισσότερα ζευγάρια στη χώρα μας. Όσοι ορθόδοξοι τελέσουν μόνο πολιτικό γάμο δεν μπορούν να γίνουν ανάδοχοι σε μυστήριο βάπτισης ή κουμπάροι σε γάμο, ενώ είναι στην κρίση του μητροπολίτη εάν θα επιτρέψει ή όχι τη θρησκευτική τους κηδεία.
Συνέπεια
«Οι κανόνες αυτοί είναι πράγματι αυστηροί. Η Εκκλησία, ωστόσο, δεν μπορεί να αποστεί των βασικών αρχών της διδασκαλίας της. Δεν πρόκειται για ακραίο συντηρητισμό, αλλά για θέμα στοιχειώδους συνέπειας» τονίζουν στην «Η» εκκλησιαστικοί κύκλοι, προσθέτοντας ότι η Εκκλησία κάνει παραχωρήσεις, όπως είναι η παράλληλη τέλεση των μυστηρίων του γάμου και της βάπτισης, ενώ κατά περίσταση λαμβάνονται αποφάσεις που διευκολύνουν σε πρακτικό επίπεδο.
Μήπως, όμως, είναι καιρός πια η Εκκλησία να λάβει ξεκάθαρες τοποθετήσεις και να εναρμονιστεί με τις πραγματικές ανάγκες των πιστών, όπως αυτές διαμορφώνονται σήμερα;
Πολιτικός γάμος: Σάλος είχε ξεσπάσει πέρυσι στη Λακωνία όταν η μητρόπολη Σπάρτης αρνήθηκε την τελετή κηδείας σε κάποιον που είχε τελέσει πολιτικό γάμο. Ο αδελφός του αποβιώσαντα κατήγγειλε το περιστατικό με επιστολή του προς τον ηλεκτρονικό Τύπο. «Αρνηθήκατε να κηδέψετε τον αδελφό μου επειδή είχε κάνει πολιτικό γάμο, καλυπτόμενος από απόφαση της Ιεράς Συνόδου του 1982 που το απαγορεύει», ανέφερε ο καταγγέλλων στην επιστολή του, προσθέτοντας ότι ο μητροπολίτης αποσιώπησε νεώτερη απόφαση της Συνόδου του 1998 που λέει ότι σε περιπτώσεις ανθρώπων που έχουν τελέσει πολιτικό γάμο είναι στην κρίση του μητροπολίτη αν θα τους κηδέψει ή όχι.
Για την Εκκλησία, οι ορθόδοξοι που τελούν πολιτικό γάμο θέτουν τους εαυτούς τους εκτός Εκκλησίας, εφόσον απαρνούνται την περί των επτά μυστηρίων δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας. Κατά συνέπεια, οι τελέσαντες μόνο πολιτικό γάμο δεν μπορούν να γίνουν ανάδοχοι σε μυστήριο βάπτισης ή κουμπάροι σε γάμο. «Από τη στιγμή που δεν αποδέχονται το μυστήριο του γάμου, πώς μπορούμε να τους εμπιστευτούμε ως εγγυητές για την τέλεση άλλου γάμου ή βάπτισης;», λένε εκκλησιαστικοί κύκλοι, προσθέτοντας πάντως ότι υπάρχει διάθεση από την Εκκλησία να βρεθεί λύση σε τέτοιου είδους ζητήματα.
Για παράδειγμα, ιερέας σε χωριό της περιφέρειας επέτρεψε σε συντοπίτη του που είχε τελέσει πολιτικό γάμο να γίνει κουμπάρος σε θρησκευτικό γάμο, αφού υπέγραψε υπεύθυνη δήλωση ότι είναι μέλος της Εκκλησίας, αλλά δεν? έτυχε να τελέσει θρησκευτικό γάμο.
Κι όλα αυτά, την ώρα που ολοένα και περισσότερα ζευγάρια στη χώρα μας επιλέγουν τον πολιτικό γάμο. Είναι ενδεικτικό ότι σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ για το 2013, σε σύνολο 51.256 γάμων, οι θρησκευτικοί γάμοι ήταν 25.624 και οι πολιτικοί 25.632.
Παράλληλα, αυξήθηκαν κατά 85,03% τα Σύμφωνα Συμβίωσης, καθώς το 2013 ανήλθαν σε 581 έναντι 314 το 2012.
Ομοφυλοφιλία: Για την Εκκλησία η ομοφυλοφιλία είναι θανάσιμο αμάρτημα. Ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος την είχε χαρακτηρίσει «κράζουσα αμαρτία» και «κουσούρι», ενώ σε σχετική επιστολή του, το 2007, προς τον μητροπολίτη Καλαβρύτων είχε επικαλεστεί τον Απόστολο Παύλο, σύμφωνα με τον οποίο «πόρνοι και αρσενοκοίται βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι».
Μάλιστα, για τον σκληροπυρηνικό μητροπολίτη Πειραιώς, Σεραφείμ, «η ομοφυλοφιλία είναι το πιο σιχαμερό και ακάθαρτο αμάρτημα». Παρά τον καταιγισμό ύβρεων που δέχθηκε για αυτούς τους χαρακτηρισμούς, ο ιεράρχης επέμεινε στις απόψεις του, απειλώντας με αφορισμό όχι μόνο τους ομοφυλόφιλους, αλλά και όσους βουλευτές τάσσονται υπέρ της επέκτασης του Συμφώνου Συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια. «Τον αφορισμό τον προβλέπουν οι κανόνες. Έχω αυτό το δικαίωμα», είχε πει.
Ιδιαίτερα σκληρή ήταν, εξάλλου, η πρώτη ανακοίνωση που είχε εκδώσει η Ιερά Σύνοδος το 2008, όταν βρίσκονταν υπό κατάρτιση το νομοσχέδιο για το σύμφωνο συμβίωσης. Είχε χαρακτηρίσει ως «πορνεία» την ελεύθερη συμβίωση, αλλά και κάθε άλλη μη «συζυγική» σχέση, η οποία συστήνεται εκτός του ορθοδόξου τυπικού του γάμου. Σε επόμενη ανακοίνωσή της, το 2013, είχε ρίξει τους τόνους λέγοντας ότι το σύμφωνο συμβίωσης είναι «εκτροπή του οικογενειακού θεσμού» και καταθέτοντας την αγωνία της για το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας...
Αμβλώσεις: Η Εκκλησία καταδικάζει την άμβλωση και την ταυτίζει με «δολοφονία μιας ανθρώπινης ζωής, της ζωής του εμβρύου». Το ίδιο αυστηρή είναι, μάλιστα, ακόμη και στην περίπτωση που η ιατρική επιβάλλει την άμβλωση για λόγους υγείας του κυοφορούμενου εμβρύου ή της μητέρας.
«Σ΄ αυτές τις περιπτώσεις, ο Θεός έχει τις λύσεις» είχε αναφέρει χαρακτηριστικά ο μητροπολίτης Σπάρτης, Ευστάθιος.
Προσφάτως, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας δήλωσε ότι είναι θετική στην περίπτωση της εξωσωματικής γονιμοποίησης στις περιπτώσεις των υπογόνιμων ζευγαριών. Έθεσε, όμως, δύο προϋποθέσεις: α) να βρίσκεται το ζευγάρι εντός νόμιμου, εκκλησιαστικού γάμου και β) να μην καταστρέφονται έμβρυα. Κάτι, το οποίο πάντως δεν μπορεί να το εγγυηθεί η ιατρική επιστήμη...
Μεταμοσχεύσεις: Η Εκκλησία αντιμετωπίζει θετικά την ιδέα των μεταμοσχεύσεων, χαρακτηρίζοντάς την ως πράξη φιλαλληλίας και αγάπης, σύμφωνη με τη διδασκαλία της.
Όμως, θεωρώντας τους ευρισκόμενους σε κατάσταση «εγκεφαλικού θανάτου» ασθενείς και όχι νεκρούς, η Εκκλησία δεν συμφωνεί με την αφαίρεση των ζωτικών τους οργάνων. Οι περιπτώσεις δωρεάς οργάνων που αποδέχεται, είναι η μεταμόσχευση ιστών (δέρματος, μυελού των οστών, αίματος) ή ενός από τα διπλά όργανα (νεφρά) από ζώντα δότη.
Παράλληλα, η Εκκλησία διαφωνεί κάθετα με τον νόμο του υπουργείου Υγείας που προβλέπει τη νομοθετική κατοχύρωσή τους στη χώρα μας.
Μάλιστα, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος (ΔΙΣ) έχει αποστείλει εγκύκλιο προς τους ιερούς Ναούς, προκειμένου να ενημερωθούν οι πιστοί για τις συνέπειες της ρύθμισης περί της λεγόμενης «εικαζόμενης συναίνεσης». Στον «αγώνα» έχουν πρωτοστατήσει οι μητροπολίτες Πειραιώς, Σεραφείμ και Καλαβρύτων, Αμβρόσιος, οι οποίοι έχουν προτρέψει στους πιστούς να κάνουν στα ΚΕΠ δήλωση άρνησης του νόμου.
Καύση νεκρών
Casus belli για πολλούς ιεράρχες
Προσφάτως, η Εκκλησία έδειξε το «συντηρητικό» της πρόσωπο απέναντι σε όσους επιλέγουν την αποτέφρωση έναντι της ταφής. Ανακοίνωσε την απόφασή της να μην τελείται νεκρώσιμη ακολουθία και μνημόσυνο σε όσους αποδεδειγμένως και οικειοθελώς έχουν δηλώσει την επιθυμία για καύση του σώματός τους και άφησε στη διακριτική ευχέρεια του οικείου μητροπολίτη την τέλεση τρισαγίου. Η στάση της Εκκλησίας προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις, ενώ διαφορετικές απόψεις καταγράφονται και μεταξύ των ιεραρχών με τους πιο «προοδευτικούς» να χαρακτηρίζουν την απόφαση απόλυτη και βιαστική και να τονίζουν ότι θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και άλλες παράμετροι, πιο φιλάνθρωπες και πιο πραγματικές.
Σημειώνεται ότι, με προηγούμενη απόφασή της τον Σεπτέμβριο, η Εκκλησία είχε ζητήσει την απόφαση για την καύση ή την ταφή του σώματος να την λαμβάνει ο εκλιπών, ων εν ζωή, και όχι οι συγγενείς του, ενώ είχε ασκήσει «βέτο» στη δημιουργία αποτεφρωτηρίου εντός των ενοριακών κοιμητηρίων, όπως αρχικώς προβλέπονταν στις σχετικές ρυθμίσεις για την καύση των νεκρών στον νόμο του υπουργείου Περιβάλλοντος για το Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο της Αθήνας. Ανάλογες πρωτοβουλίες έχουν «ναυαγήσει», άλλωστε, λόγω των αντιδράσεων από τους τοπικούς εκκλησιαστικούς παράγοντες στα κοιμητήρια Μαρκόπουλου, Ζωγράφου, Σχιστού, Βόλου και Πυλαίας Θεσσαλονίκης.
Στο «κενό» έπεσε, όμως, και η προσπάθεια να διευκολυνθούν οι δήμοι έχοντας τη δυνατότητα χωροθέτησης και δημιουργίας κέντρων αποτέφρωσης σε άλλες εντός σχεδίου περιοχές με μεσαίας ή υψηλής όχλησης δραστηριότητας. Η σχετική τροπολογία απορρίφθηκε πρόσφατα, με τους δημάρχους Αθηναίων, Γιώργο Καμίνη και Θεσσαλονίκης, Γιάννη Μπουτάρη να μιλούν για «αόρατες δυνάμεις» που εμποδίζουν την προσαρμογή της χώρας στη διεθνή πραγματικότητα και τον σεβασμό των επιλογών του κάθε πολίτη. Αποτέλεσμα είναι, οκτώ χρόνια μετά τη θεσμοθέτηση της αποτέφρωσης, στη χώρα μας να αναζητείται ακόμη ο χώρος φιλοξενίας του πρώτου κέντρου αποτέφρωσης νεκρών...
Τα αμαρτήματα για την Εκκλησία
Πολιτικός γάμος: Όσοι ορθόδοξοι απαρνούνται το «μέγα» μυστήριο του θρησκευτικού γάμου, θέτουν εαυτούς εκτός Εκκλησίας και δεν μπορούν να γίνουν ανάδοχοι σε μυστήριο βάπτισης ή κουμπάροι σε γάμο.
Ομοφυλοφιλία: Είναι θανάσιμο αμάρτημα. Κατά τον Απόστολο Παύλο, «πόρνοι και αρσενοκοίται βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι».
Αμβλώσεις: Ταυτίζεται με «δολοφονία της ζωής του εμβρύου» και δεν επιτρέπεται ούτε όταν επιβάλλεται για λόγους υγείας.
Μεταμοσχεύσεις: Θεωρεί τους ευρισκόμενους σε κατάσταση «εγκεφαλικού θανάτου» ασθενείς και όχι νεκρούς και δεν συμφωνεί με την αφαίρεση των ζωτικών τους οργάνων.
Καύση νεκρών: Αποτελεί έκφραση αμφισβήτησης της βασικής αρχής για την αξία του ανθρωπίνου σώματος. Δεν θα τελείται νεκρώσιμη ακολουθία και μνημόσυνο σε όσους την επιλέγουν.
Οι πολιτικοί γάμοι στην Ελλάδα
51.256 γάμοι τελέστηκαν το 2013 στην Ελλάδα
25.632 ήταν οι πολιτικοί και 25.624 οι θρησκευτικοί
85,03% αύξηση παρουσίασαν τα Σύμφωνα Συμβίωσης
581 ήταν το 2013 έναντι 314 το 2012.\
ΑΠΟΨΕΙΣ
Η Εκκλησία δεν μπορεί να αρνηθεί την τελευταία ευχή
Του μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως, Άνθιμου
«Η Εκκλησία θεωρεί ότι το ανθρώπινο σώμα είναι ο ναός μέσα στον οποίο κατοικεί η ψυχή. Και είναι ιερό. Αυτή είναι η διδασκαλία μας για την αξία του ανθρώπινου σώματος.
Εάν με ρωτήσει κάποιος, τι να επιλέξω; θα πω την ταφή. Είναι πολιτισμός, είναι ομορφιά, είναι παρηγοριά γι΄ αυτούς που μένουν.
Σε περίπτωση τώρα που ένας άνθρωπος θελήσει να εξαφανίσει το σώμα του γιατί δεν πιστεύει σ΄ αυτό, δεν το αγαπάει, τότε η Εκκλησία οφείλει να τον διδάξει. Κι αυτό κάνουμε πάντοτε. Εάν ο άνθρωπος αυτός επιμείνει ότι δεν θέλει να ανήκει στην Εκκλησία και επιθυμεί την καύση του σώματός του, τότε η Εκκλησία θα σεβαστεί την άποψή του.
Όμως, πρέπει να δούμε και άλλες παραμέτρους. Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ιδεολογικά αντίθετοι με την Εκκλησία. Είναι κάποιοι οι οποίοι για άλλους λόγους -κοινωνικούς, πολιτιστικούς, ακόμη και οικονομικούς- επιλέξουν, ίσως, την καύση. Εάν, λοιπόν, ένας χριστιανός πει ότι εγώ πιστεύω στην Εκκλησία, θέλω την τελευταία ευχή για την ανάπαυση της ψυχής μου και τη γαλήνευση του σώματός μου, αλλά προτιμώ την καύση, τότε δεν ξέρω κατά πόσο η Εκκλησία έχει δικαίωμα να αρνηθεί. Δεν αναπαύεται η συνείδησή μου να στερήσω την τελευταία ευχή από έναν άνθρωπο που η Εκκλησία τον βάπτισε, τον μύρωσε με τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, τον κοινώνησε.
Είναι μια απόλυτη απόφαση μέσω της οποίας η Εκκλησία προσπαθεί να προσφέρει στους ανθρώπους τη διδασκαλία για την αξία του ανθρωπίνου σώματος. Από εκεί και πέρα, επαφίεται στην ελεύθερη κρίση των ανθρώπων να την αποδεχθούν ή να μην την αποδεχθούν. Πάντως, η Εκκλησία δεν μπορεί ποτέ να πάψει να είναι μια φιλόστοργη μητέρα».
«Η Εκκλησία δεν μπορεί να υιοθετήσει την αποτέφρωση»
Του μητροπολίτη Μεσσηνίας, Χρυσόστομου
«Η Εκκλησία, όταν ορισμένα πράγματα αγγίζουν τη σφαίρα της πίστεως, δεν μπορεί να δώσει καμία λύση εναλλακτική, ούτε να υιοθετήσει απόψεις εκσυγχρονιστικές.
Η υιοθέτηση της αποτέφρωσης των νεκρών αποτελεί πρόβλημα θεολογικό με ανθρωπολογικές προεκτάσεις και συνέπειες. Για την Εκκλησία, το ανθρώπινο σώμα είναι στοιχείο της δημιουργίας του Θεού και ως τέτοιο πρέπει να το προφυλάσσουμε και να το διασώσουμε. Η οποιαδήποτε, λοιπόν, ενέργεια βίαιης και μη φυσικής καταστροφής του σώματος αποτελεί, για την Εκκλησία, έκφραση αμφισβήτησης αυτής της βασικής θεολογικής αρχής.
Επιπροσθέτως, για την Εκκλησία, το ανθρώπινο σώμα δεν ανήκει στον άνθρωπο, αλλά προσφέρεται και ανήκει σε όλους τους ανθρώπους. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί ο άνθρωπος να είναι ατομικός διαχειριστής του σώματός του και να αποφασίζει για το μέλλον ή την καταστροφή του.
Επειδή, λοιπόν, υπάρχουν αυτές οι ανθρωπολογικές συνέπειες, η Εκκλησία δεν μπορεί να υιοθετήσει την αποτέφρωση των νεκρών και, επιπλέον, η Εκκλησία δεν θεωρεί ότι μία τέτοια βίαιη καταστροφή ή καταστρατήγηση του ανθρωπίνου σώματος ως δημιουργήματος του Θεού, αλλά και ως στοιχείο που δεν ανήκει στον άνθρωπο ατομικά, είναι δυνατόν να διαπνέεται από μία αντίληψη ελευθερίας η οποία, μάλιστα, εφαρμόζεται και λειτουργεί σε λανθασμένα πλαίσια και αρχές. Προέκταση όλης αυτής της θεολογικής θεμελίωσης περί της χρήσεως και διαχείρισης του σώματος από τον κάθε άνθρωπο αποτελεί και η αρνητική στάση της Εκκλησίας απέναντι στην οποιαδήποτε μέθοδο ευθανασίας. Η ζωή είναι πραγματική ζωή όταν μοιράζεται με τους άλλους ανθρώπους και μεταξύ των ανθρώπων και όχι όταν την αντιλαμβανόμεθα ως έκφραση ενός ατομικού και μόνο δικαιώματος».