Το κλίμα έντονης πολιτικής αβεβαιότητας που κυριαρχεί οδήγησε το χρηματιστήριο σε συνεχή πτώση για τρεις συνεχόμενες συνεδριάσεις και έτσι εξανεμίστηκαν σε μεγάλο βαθμό τα οφέλη που θα προέκυπταν για τις αγορές από τα θετικά αποτελέσματα των stress tests για τις ελληνικές συστημικές τράπεζες.
Ηταν σαφώς εντυπωσιακή η επίδοση των ελληνικών τραπεζών στα tests που επέβαλε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε όλα τα μεγάλα πιστωτικά ιδρύματα της ευρωπεριφέρειας.
Τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης της ΕΚΤ έδωσαν στις τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες το διαβατήριο, προκειμένου αυτές να ενταχθούν στην «ευρωπαϊκή τραπεζική οικογένεια». Άλλωστε οι ασκήσεις των ευρωπαϊκών αρχών αυτό το νόημα είχαν: να προετοιμαστούν τα πιστωτικά ιδρύματα της Ευρώπης για την ευρωπαϊκή τραπεζική ενοποίηση.Και ενώ οι ελληνικές τράπεζες ξεπέρασαν όλα τα εμπόδια και επιπλέον απέδειξαν τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετώπισαν την κρίση, την ίδια στιγμή κυβέρνηση και αντιπολίτευση φαίνεται να διαφωνούν πλήρως για την επόμενη μέρα.
Ρευστότητα
Η μεν κυβέρνηση επιθυμεί να χρησιμοποιήσει τα 11,4 δισ. ευρώ τα οποία διαθέτει το ΤΧΣ, και τα οποία δεν χρησιμοποιήθηκαν για αυξήσεις κεφαλαίου από την πλευρά των τραπεζών, για την κάλυψη της προληπτικής γραμμής πίστωσης, η δε αξιωματική αντιπολίτευση τάσσεται υπέρ της χρησιμοποίησης τους για τη διαγραφή των «κόκκινων» δανείων.
Οι τράπεζες εν τω μεταξύ συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν την πρωτόγνωρη ύφεση, αναμένοντας τον επόμενο μη οικονομικό κύκλο, όπως επίσης προετοιμάζονται για μία σειρά από ενέργειες σημαντικές για τη λειτουργία τους, οι οποίες θα βοηθήσουν να περάσει η ελληνική οικονομία στην ανάκαμψη.
Τα επόμενα βήματα των ελληνικών τραπεζών σχετίζονται:
Με την αναδιάρθρωση του προβληματικού κομματιού του χαρτοφυλακίου τους, δηλαδή τα «κόκκινα» δάνεια.
Με τη διοχέτευση ρευστότητας στην αγορά, η οποία με αυτόν τον τρόπο θα βοηθηθεί να ξεφύγει από την ύφεση.
Με την ιδιωτικοποίησή τους.
Προκειμένου οι ελληνικές τράπεζες να ιδιωτικοποιηθούν, θα πρέπει να προβούν σε αυξήσεις κεφαλαίου. Με δεδομένο πως είναι θωρακισμένες κεφαλαιακά, κάτι τέτοιο δεν αναμένεται να γίνει άμεσα παρά μόνον εφόσον οι ευρωπαϊκές αρχές το θελήσουν.
Οι τελευταίες πάντως αρχίζουν ήδη να δίνουν το στίγμα τους. Μία διαφορετική ανάγνωση για τα stress tests εμφάνισε ο επικεφαλής της ΕΒΑ. Ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής Α. Eνρία δηλώνει πως οι τράπεζες δεν πρέπει να αισθάνονται πολύ ασφαλείς μετά τα stress tests, συμπληρώνοντας πως αυτό αφορά ακόμη και τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που πέρασαν την άσκηση. «Το θέμα δεν έχει λήξει, ακόμη και για εκείνες τις τράπεζες που πέρασαν», δήλωσε μιλώντας σε συνέδριο στο Βερολίνο.
Η ανάγνωση που προτείνει ο κ. Eνρία ερμηνεύεται από τους αναλυτές ως δείγμα των επόμενων απαιτήσεων των ευρωπαϊκών αρχών προς τις ευρωπαϊκές τράπεζες -επομένως και προς τις ελληνικές- και λειτουργεί σαν καταλύτης, αφού καθιστά φανερό πως ίσως η συγκεκριμένη άσκηση να οδήγησε σε αυτό το ιδιαίτερα ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Όμως οι ασκήσεις θα συνεχιστούν και με βάση τις απαιτήσεις της Βασιλείας ΙΙΙ είναι πιθανόν οι τράπεζες να χρειαστούν νέα κεφάλαια.
Πρόσβαση στις αγορές
Εφόσον μία τέτοια εκτίμηση υιοθετηθεί από την ΕΚΤ, τότε αρκετές ευρωπαϊκές τράπεζες θα κατευθυνθούν προς τις αγορές. Το ενδεχόμενο αυτό δεν τρομάζει τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα καθόσον σημαίνει τον απεγκλωβισμό τους από το ελληνικό δημόσιο, στοιχείο το οποίο τους δίνει τη δυνατότητα να επανακτήσουν τον ιδιωτικό τους χαρακτήρα.
Σε ένα τέτοιο εγχείρημα ο πολιτικός κίνδυνος αποτελεί πρόβλημα και για τις χρηματιστηριακές αγορές. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνει αποδεκτή μία αύξηση μετοχικού κεφαλαίου από τις τράπεζες σε αυτές τις χρηματιστηριακές αξίες, σημείωναν οι αναλυτές.
Από την άλλη πλευρά, οι τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να περιμένουν και αυτό διότι δεν βρίσκονται σε κεφαλαιακή πίεση για να προβούν σε συγκεκριμένες ενέργειες άμεσα. Εκτιμάται πάντως πως το προσεχές χρονικό διάστημα οι «υποδείξεις» τύπου Eνρία θα πυκνώσουν. Αυτός άλλωστε είναι ένας ακόμη λόγος -ότι δηλαδή δεν αποκλείονται αυξήσεις κεφαλαίου- που παρά το γεγονός πως οι τράπεζες πέτυχαν στα stress tests, το ελληνικό χρηματιστήριο αλλά και τα ευρωπαϊκά δέχονται ισχυρή πίεση. Οι τράπεζες στο αμέσως προσεχές χρονικό διάστημα ανάβουν «φουλ» τις μηχανές κυνηγώντας τον χρόνο, προκειμένου να επιτύχουν καλά αποτελέσματα σε ό,τι αφορά τα προβληματικά δάνεια.
Τα «κόκκινα» δάνεια είναι η αχίλλειος πτέρνα των τραπεζικών χαρτοφυλακίων. Τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας αναμένουν την τελική νομοθετική ρύθμιση, προκειμένου να αρχίσουν να την εφαρμόζουν μολονότι βρίσκονται σε συνεχή επαφή με τις επιχειρήσεις, οι οποίες δεν αποπληρώνουν τα δάνειά τους και συζητούν συνεχώς μαζί τους τις δυνατότητες αναδιάρθρωσης. Τέλος οι τράπεζες προχωρούν τις εργασίες για τη διοχέτευση ρευστότητας στην αγορά, διότι ξέρουν πως αυτός είναι ο μόνος τρόπος να επιταχύνουν ουσιαστικά την αναθέρμανση της πραγματικής οικονομίας που θα τις βοηθήσει να ωφεληθούν και αυτές από μία τέτοια εξέλιξη.
Όπως εύστοχα παρατηρούν τραπεζικοί παράγοντες, όταν η ύφεση πάψει, τότε θα υπάρχει ουσιαστική δυνατότητα για ανάκτηση σημαντικών απωλειών από αυτές που οι τράπεζες έχουν υποστεί λόγω των «κόκκινων» δανείων, αφού θα υπάρξουν δανειολήπτες που θα είναι σε θέση να ξαναρχίσουν να αποπληρώνουν τα δάνεια αυτά, ενισχύοντας την κερδοφορία των πιστωτικών ιδρυμάτων. Αλλωστε αυτός είναι άλλος ένα σημαντικό στόχος των τραπεζών, να περάσουν το συντομότερο δυνατόν στην πραγματική κερδοφορία εξασφαλίζοντας καλές αποδόσεις για τους μετόχους τους.
Fitch
ΠΕΡΙΟΡΙΖΕΤΑΙ Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΚΡΑΤΗ
Tα stress tests δείχνουν πως περιορίζεται ο άμεσος κίνδυνος για τα δημοσιονομικά των ευρωπαϊκών κρατών, λόγω των τραπεζών, εκτιμά η Fitch, που ξεκαθαρίζει όμως πως δεν «βλέπει» τα stress tests ως οδηγό για βραχυπρόθεσμες κινήσεις στην αξιολόγηση κρατών. Όπως αναφέρει, το πλέον τρανταχτό παράδειγμα του ότι επετράπη στις τράπεζες να αξιοποιήσουν στην άσκηση τα πλάνα αναδιάρθρωσης είναι η Eλλάδα. Στην περίπτωσή της, οι συνολικές κεφαλαιακές ανάγκες μειώθηκαν από τα 2,7 δισ. ευρώ σε μόλις 343 εκατ. ευρώ, ενώ σύμφωνα με τον οίκο υπάρχει το μαξιλάρι των 11,4 δισ. ευρώ για τη στήριξη του κλάδου, αλλά «τώρα δείχνει απίθανο να χρησιμοποιηθεί στο σύνολό του για τον σκοπό αυτό». Παράλληλα, εκτιμά πως θα βελτιωθεί η κεφαλαιακή θέση των τραπεζών από τη μετατροπή του αναβαλλόμενου φόρου σε φορολογική απαίτηση (tax credit), αλλά αυτό θα περιορίσει τη φορολογική βάση του ελληνικού δημοσίου μελλοντικά.