H εκκρεμότητα σε ό,τι αφορά τις αλλαγές στις διοικήσεις των τραπεζών θα επιλυθεί τις επόμενες εβδομάδες. Αλλη καθυστέρηση δεν πρέπει να υπάρξει και είναι φανερό ότι τόσο η κυβέρνηση όσο και οι Θεσμοί επιθυμούν να κλείσει αυτό το μέτωπο για να ανοίξει οριστικά εκείνο των «κόκκινων» δανείων.
Ισως να μην έχει γίνει αντιληπτή η βαρύτητα που έχει το θέμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων για την οικονομία, το τραπεζικό σύστημα, τους πολίτες. Οταν, όμως, υπάρχει ένα βάρος άνω των 110 δισ. και έχουν καθυστερήσει δραματικά οι αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν για να μειωθεί το τεράστιο αυτό ποσό, κανείς δεν μπορεί να εφησυχάζει.
Η ρύθμιση των δανείων θα αλλάξει τον επιχειρηματικό χάρτη της χώρας. Εταιρείες θα κλείσουν, άλλες θα αλλάξουν διοικήσεις, οι περισσότερες θα επιβιώσουν, εφόσον προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα. Ομως, αν δεν υπάρξει εδώ και τώρα μια γενναία, γενικευμένη πολιτική αναδιάρθρωσης, με όλους τους τρόπους, τότε δύσκολα θα μπορέσει να βγει και η χώρα από την κρίση. Κούρεμα δανείων, κεφαλαιοποίηση οφειλών, μετάθεση πληρωμών για το μέλλον, μειώσεις επιτοκίων και κάθε άλλη πρόταση που περιλαμβάνεται στον Κώδικα Δεοντολογίας της ΤτΕ, πρέπει να χρησιμοποιηθεί το συντομότερο δυνατό.
Αυτό προϋποθέτει ισχυρή βούληση από την πλευρά της κυβέρνησης, αλλά κυρίως ισχυρές διοικήσεις στις τράπεζες, οι οποίες θα έχουν λυμένα τα χέρια τους ώστε να οδηγήσουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα ξανά σε φάση ανάπτυξης.
Είναι αλήθεια ότι ήδη οι τράπεζες έχουν προχωρήσει σε ορισμένες κινήσεις και τα αποτελέσματα εξαμήνου δείχνουν ότι μπορούν να μειωθούν τα «κόκκινα» δάνεια.
Απαιτείται, όμως, ευρύτερο σχέδιο, υπό την εποπτεία της ΤτΕ, των Θεσμών και βεβαίως των υπουργείων που εμπλέκονται στο θέμα.
Δεν υπάρχει άλλος χρόνος για να χαθεί, όλοι πρέπει να επιταχύνουν τις εξελίξεις για να απενεργοποιήσουν τη «βόμβα» των ληξιπρόθεσμων δανείων, προτού να είναι αργά.