Η γήρανση του πληθυσμού, η υπογεννητικότητα στη χώρα μας, μαζί με τα υψηλά επίπεδα ανεργίας, τη χαμηλή παραγωγικότητα της εργασίας και την καθήλωση των μισθών, είναι τα βασικά προβλήματα που επισημαίνει στην ετήσια έκθεσή της για το ασφαλιστικό και τις συντάξεις η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία ενσωματώνει όλα τα βασικά στοιχεία της αναλογιστικής μελέτης για το συνταξιοδοτικό στην Ελλάδα.
Συνοπτικά από τα στοιχεία που περιέχονται στη μελέτη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής για τη δαπάνη και τις εκτιμήσεις της Eurostat για την Ελλάδα προκύπτουν τα ακόλουθα συμπεράσματα:
Η μεταρρύθμιση του ν. 4387/16 εξασφαλίζει μακροπρόθεσμα και την οικονομική βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος αφού συρρικνώνει τη συνταξιοδοτική δαπάνη, από 17,3% του ΑΕΠ το 2016, σε 12,5% του ΑΕΠ το 2050 και σε μόλις 10,6% του ΑΕΠ το 2070, συγκλίνοντας με τον μέσο όρο της Ε.Ε. που το 2070 θα είναι 11% του ΑΕΠ.
Η συνολική δαπάνη εκτιμάται ότι θα έχει μειωθεί ως το 2020 κατά 3,8% του ΑΕΠ. Τα προβλεπόμενα μέτρα για το 2019 εκτιμάται ότι θα έχουν επίδραση 1,9% του ΑΕΠ. Αντίστοιχη εκτιμάται ότι θα είναι και η θετική επίδραση από την αύξηση του ΑΕΠ και την απασχόληση την περίοδο 2017-2020.
Τα πραγματικά έτη παραμονής στην ασφάλιση προβλέπεται να αυξηθούν σε 35,1 έτη το 2050 και σε 37,4 έτη το 2070, από 30,6 έτη το 2016. Οι αντίστοιχοι μέσοι όροι της Ε.Ε. είναι 37,5 έτη το 2050 και 38,1 έτη το 2070.
Η μέση ηλικία συνταξιοδότησης θα αυξηθεί, από 61,9 έτη το 2016, σε 67 έτη το 2050 και σε 68,1 έτη το 2070 σε συνάρτηση με την αντίστοιχη αύξηση του προσδόκιμου ζωής που προβλέπει η Eurostat, από 78,8 έτη για τους άντρες και 83,9 έτη για τις γυναίκες το 2016, σε 86,5 έτη για τους άντρες και 90,3 έτη για τις γυναίκες το 2070.
Σύμφωνα με τις προβολές, ανησυχία προκαλεί η μείωση του πληθυσμού κατά 3,09 εκατ. άτομα έως το 2070 (από 10,75 εκατ. άτομα το 2016 σε μόλις 7,66 εκατ. άτομα το 2070) και αποτελεί έτσι τον βασικότερο επιβαρυντικό παράγοντα που πρέπει να αντιμετωπιστεί, αφού ο δείκτης δημογραφικής εξάρτησης από 33,4 το 2016 διπλασιάζεται στις 71 μονάδες το 2050 και μειώνεται σε 63,1 το 2070.
Συνοπτικά από τα στοιχεία που περιέχονται στη μελέτη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής για τη δαπάνη και τις εκτιμήσεις της Eurostat για την Ελλάδα προκύπτουν τα ακόλουθα συμπεράσματα:
Η μεταρρύθμιση του ν. 4387/16 εξασφαλίζει μακροπρόθεσμα και την οικονομική βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος αφού συρρικνώνει τη συνταξιοδοτική δαπάνη, από 17,3% του ΑΕΠ το 2016, σε 12,5% του ΑΕΠ το 2050 και σε μόλις 10,6% του ΑΕΠ το 2070, συγκλίνοντας με τον μέσο όρο της Ε.Ε. που το 2070 θα είναι 11% του ΑΕΠ.
Η συνολική δαπάνη εκτιμάται ότι θα έχει μειωθεί ως το 2020 κατά 3,8% του ΑΕΠ. Τα προβλεπόμενα μέτρα για το 2019 εκτιμάται ότι θα έχουν επίδραση 1,9% του ΑΕΠ. Αντίστοιχη εκτιμάται ότι θα είναι και η θετική επίδραση από την αύξηση του ΑΕΠ και την απασχόληση την περίοδο 2017-2020.
Τα πραγματικά έτη παραμονής στην ασφάλιση προβλέπεται να αυξηθούν σε 35,1 έτη το 2050 και σε 37,4 έτη το 2070, από 30,6 έτη το 2016. Οι αντίστοιχοι μέσοι όροι της Ε.Ε. είναι 37,5 έτη το 2050 και 38,1 έτη το 2070.
Η μέση ηλικία συνταξιοδότησης θα αυξηθεί, από 61,9 έτη το 2016, σε 67 έτη το 2050 και σε 68,1 έτη το 2070 σε συνάρτηση με την αντίστοιχη αύξηση του προσδόκιμου ζωής που προβλέπει η Eurostat, από 78,8 έτη για τους άντρες και 83,9 έτη για τις γυναίκες το 2016, σε 86,5 έτη για τους άντρες και 90,3 έτη για τις γυναίκες το 2070.
Σύμφωνα με τις προβολές, ανησυχία προκαλεί η μείωση του πληθυσμού κατά 3,09 εκατ. άτομα έως το 2070 (από 10,75 εκατ. άτομα το 2016 σε μόλις 7,66 εκατ. άτομα το 2070) και αποτελεί έτσι τον βασικότερο επιβαρυντικό παράγοντα που πρέπει να αντιμετωπιστεί, αφού ο δείκτης δημογραφικής εξάρτησης από 33,4 το 2016 διπλασιάζεται στις 71 μονάδες το 2050 και μειώνεται σε 63,1 το 2070.