Η ICAP Group ανακοίνωσε τα Συμπεράσματα Μελέτης την οποία εκπόνησε και η οποία αποτυπώνει την εξέλιξη της πιστοληπτικής ικανότητας των ΑΕ – ΕΠΕ επιχειρήσεων για την περίοδο 1/1/2009 – 31/12/2009. Η μελέτη αυτή βασίστηκε σε ένα δείγμα 21.743 επιχειρήσεων -ΑΕ και ΕΠΕ όλων των τομέων δραστηριότητας (Βιομηχανία – Εμπόριο – Υπηρεσίες) - οι οποίες είχαν διαβαθμιστεί κατά την 1/1/2009 και εξέτασε την εξέλιξη της πιστοληπτικής τους ικανότητας κατά την 31/12/2009.
Εξέλιξη Ασυνέπειας
Από την ανάλυση των παραπάνω δεδομένων προκύπτει ότι το ποσοστό των ασυνεπών επιχειρήσεων κατά το έτος 2009 αυξήθηκε κατά 39,47% σε σχέση με το μέσο ποσοστό ασυνέπειας των ετών 2003 – 2008.
Η συνολική αυτή ασυνέπεια επιβεβαιώνεται και από τους επιμέρους κλάδους της Βιομηχανίας, του Εμπορίου και των Υπηρεσιών. Πιο συγκεκριμένα:
-Οι ασυνεπείς επιχειρήσεις της Βιομηχανίας αυξήθηκαν κατά 36,34%.
-Οι ασυνεπείς επιχειρήσεις του Εμπορίου αυξήθηκαν κατά 64,89%.
-Οι ασυνεπείς επιχειρήσεις των Υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 10%.
Αναβαθμίσεις vs Υποβαθμίσεις
Από την περαιτέρω εξέταση των στοιχείων της μελέτης παρατηρούμε ότι για τη διάρκεια της περιόδου
1/1–31/12/2009 το 23,40% των εταιρειών επιδείνωσε την πιστοληπτική ικανότητά του, έναντι του 16,91% που την αύξησε. Η διαφορά είναι 1,38:1, η οποία σημαίνει ότι για κάθε μία επιχείρηση που η πιστοληπτική της ικανότητα αναβαθμίστηκε αντιστοιχούν 1,38 επιχειρήσεις των οποίων η πιστοληπτική ικανότητα επιδεινώθηκε.
Εξετάζοντας αναλυτικότερα τα παραπάνω στοιχεία παρατηρούμε επίσης ότι οι επιχειρήσεις των οποίων η πιστοληπτική ικανότητα επιδεινώθηκε υπερτερούν έναντι εκείνων των οποίων βελτιώθηκε και σε όλους τους επιμέρους κλάδους δραστηριότητας. Πιο συγκεκριμένα:
Επιχειρήσεις Βιομηχανίας:
Το ποσοστό των Βιομηχανικών επιχειρήσεων που επιδείνωσαν την πιστοληπτική τους ικανότητα είναι 22,52% έναντι του 18,11% των εταιρειών που την αύξησαν. Παρουσιάζεται δηλαδή μια αύξηση της επιδείνωσης έναντι της βελτίωσης κατά 24,35%.
Επιχειρήσεις Εμπορίου:
Το ποσοστό των Εμπορικών επιχειρήσεων που επιδείνωσαν την πιστοληπτική τους ικανότητα είναι 24,27% έναντι του 14,19% των εταιρειών που την αύξησαν. Παρουσιάζεται δηλαδή μια αύξηση της επιδείνωσης έναντι της βελτίωσης κατά 71,04%.
Επιχειρήσεις Υπηρεσιών:
Το ποσοστό των επιχειρήσεων του τομέα των Υπηρεσιών που επιδείνωσαν την πιστοληπτική τους ικανότητα είναι 23,12% έναντι του 19,77% των εταιρειών που την αύξησαν. Παρουσιάζεται δηλαδή μια αύξηση της επιδείνωσης έναντι της βελτίωσης κατά 16,95%.
Από τα παραπάνω στοιχεία παρατηρείται ότι κατά την περίοδο 1/1–31/12/2009 οι Εμπορικές Επιχειρήσεις παρουσίασαν συγκριτικά τη σημαντικότερη επιδείνωση της πιστοληπτικής τους ικανότητας, ενώ ακολουθούν οι Βιομηχανικές επιχειρήσεις, και με μικρή διαφορά οι ΑΕ, ΕΠΕ του τομέα των Υπηρεσιών.
Συνολική μεταβολή της Πιστοληπτικής Ικανότητας των επιχειρήσεων
Διατρέχοντας την κύρια διαγώνιο του πίνακα μετακίνησης για το σύνολο των επιχειρήσεων παρατηρούμε ότι το ποσοστό των επιχειρήσεων που παρέμεινε στην ίδια διαβάθμιση ανέρχεται σε:
- 71,87% για τη διαβάθμιση ΑΑ,
- 63,18% για τη διαβάθμιση Α,
- 64,62% για τη διαβάθμιση ΒΒ,
- 60,42% για τη διαβάθμιση B,
- 49,41% για τη διαβάθμιση C,
- 51,38% για τη διαβάθμιση D,
- 55,43% για τη διαβάθμιση E,
- 60,26% για τη διαβάθμιση F,
- 39,62% για τη διαβάθμιση G και
- 21,43% για τη διαβάθμιση H.
Η διαπίστωση αυτή αφορά κατά κύριο λόγο τις διαβαθμίσεις χαμηλού πιστωτικού κινδύνου ΑΑ, Α, ΒΒ και Β αλλά και τις διαβαθμίσεις μεσαίου κινδύνου σε μικρότερο βαθμό.
Με αφετηρία τα παραπάνω συμπεράσματα και σχετικά με την Εξέλιξη της Πιστοληπτικής Ικανότητας των Ελληνικών Επιχειρήσεων για το 2010, ο Διευθύνων Σύμβουλος της ICAP Group, κ. Νικήτας Κωνσταντέλλος, δήλωσε: «Εκτίμησή μας είναι ότι τα οικονομικά μεγέθη των εταιρειών θα εμφανιστούν αισθητά μειωμένα και στην οικονομική χρήση του 2009,γεγονός που πιθανότατα θα επηρεάσει αρνητικά και την πιστοληπτική τους ικανότητα.
Άρα αναμένουμε το 2010 επιδείνωση των σχετικών δεικτών. Η επιδείνωση αυτή είναι πολύ πιθανόν να επιταθεί και λόγω κάμψης της ζήτησης η οποία εκτιμάται ότι θα προκύψει από το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης που δεσμεύτηκε ότι θα υλοποιήσει η Ελληνική κυβέρνηση στα πλαίσια της δημοσιονομικής προσαρμογής. Γεγονός είναι πάντως ότι κατά τις εκτιμήσεις μας θα πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας πάντοτε τους επιμέρους κλάδους της Ελληνικής οικονομίας. Κλάδοι όπως η υγεία, τα τρόφιμα, κ.α. εκτιμάται ότι θα επηρεαστούν λιγότερο σε σχέση με κλάδους οι οποίοι σχετίζονται με την οικοδομική δραστηριότητα, το real estate καθώς και κλάδους οι οποίοι εμφανίζουν υψηλή εξάρτηση από το τραπεζικό σύστημα. Σε ότι αφορά στις Τράπεζες και στις επιχειρήσεις το μεγάλο στοίχημα στη φάση αυτή που διανύουμε είναι η απόκτηση ρευστότητας και η μείωση του πιστωτικού κινδύνου που αντιμετωπίζουν ώστε να διασφαλιστεί η ανάπτυξή τους.»