ΔΙΠΛΗ παγίδα με τεκμήρια και αποδείξεις στήνει το υπουργείο Οικονομικών σε περίπου τρία εκατομμύρια φορολογούμενους οι οποίοι δηλώνουν εισοδήματα χαμηλότερα από το αφορολόγητο όριο της κλίμακας (12.000 ευρώ).
Οι έχοντες πολύ χαμηλά πραγματικά εισοδήματα (της τάξεως των 7.000-8.000 ετησίως) κινδυνεύουν να πληρώσουν δεκάδες ή και εκατοντάδες ευρώ κυριολεκτικά από το... πουθενά, συνδράμοντας έτσι στο να επιτευχθεί ένας από τους πιο φιλόδοξους εισπρακτικούς στόχους της κυβέρνησης: να μαζευτούν από τα τεκμήρια περίπου 700 εκατ. ευρώ το 2011 και συνολικά 2,1 δισεκατομμύρια ευρώ μέχρι και το 2013.
Αν οι φορολογούμενοι δεν υπολογίσουν σωστά το τεκμαρτό τους εισόδημα, και εξ αυτού του λόγου δεν προσκομίσουν το απαιτούμενο ποσό αποδείξεων από αγορές, θα πληρώσουν φόρο παρά το γεγονός ότι το δηλωθέν εισόδημά τους είναι χαμηλότερο ακόμη και από το αφορολόγητο της φορολογικής κλίμακας.
Με σχετική εγκύκλιο που κυκλοφόρησε λίγες ημέρες πριν αρχίσει η διαδικασία υποβολής των φορολογικών δηλώσεων, το υπουργείο Οικονομικών ξεκαθάρισε ότι για τον υπολογισμό των αποδείξεων που απαιτούνται, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνο το πραγματικό αλλά και το τεκμαρτό εισόδημα. Αναφέρει η εγκύκλιος 1094 της 29ης Απριλίου: «Διευκρινίζεται ότι, σε κάθε περίπτωση που το δηλούμενο συνολικό εισόδημα του φορολογουμένου (πραγματικό ή τεκμαρτό) υπερβαίνει τις 6.000 ευρώ, ο φορολογούμενος οφείλει να έχει συγκεντρώσει το ελάχιστο ποσό των απαιτούμενων αποδείξεων αυτών των δαπανών, τις οποίες συνυποβάλλει με τη δήλωσή του σε κλειστό φάκελο στην αρμόδια ΔΟΥ.
Τι σημαίνει αυτό πρακτικά;
Οτι ο φορολογούμενος δεν πρέπει να υπολογίσει τον απαιτούμενο αριθμό των αποδείξεων αποκλειστικά με βάση το πραγματικό του εισόδημα. Θα πρέπει οπωσδήποτε να λάβει υπόψη και τα τεκμήρια. Η «ποινή» που μπορεί να προκύψει σε διαφορετική περίπτωση, φαίνεται στο ακόλουθο παράδειγμα:
Νεαρός φορολογούμενος εισέπραξε 7.000 ευρώ το 2010 από μισθωτές υπηρεσίες. Με βάση αυτό το εισόδημα, οφείλει να προσκομίσει αποδείξεις αξίας 700 ευρώ. Φυσικά, δεν οφείλει φόρο καθώς το εισόδημά του είναι χαμηλότερο του αφορολόγητου. Ο φορολογούμενος διαμένει σε διαμέρισμα 70 τετραγωνικών και έχει στην κατοχή του ένα αυτοκίνητο 1.600 κυβικών για το οποίο πληρώνει 150 ευρώ τον μήνα προκειμένου να καλύψει τη δόση του δανείου. Το τεκμαρτό του εισόδημα διαμορφώνεται ως εξής:
- Για το γενικό τεκμήριο: 3.500 ευρώ
- Για το σπίτι: 2.100 ευρώ
- Για το αυτοκίνητο: 4.200 ευρώ
- Για τις δόσεις του Ι.Χ.: 1.800 ευρώ
Προκύπτει λοιπόν συνολικό τεκμαρτό εισόδημα της τάξεως των 11.600 ευρώ. Παρά το γεγονός ότι το τεκμαρτό εισόδημα είναι υψηλότερο από το πραγματικό (11.600 αντί για 7.000 ευρώ), ο φορολογούμενος δεν οφείλει φόρο εισοδήματος επειδή καλύπτεται από το αφορολόγητο της κλίμακας. Κινδυνεύει όμως να δώσει τον... οβολό του στο δημόσιο ταμείο εξαιτίας των αποδείξεων. Ο υπολογισμός των απαιτούμενων αποδείξεων πρέπει να γίνει με βάση το μεγαλύτερο εισόδημα. Για το πραγματικό εισόδημα, απαιτούνται 700 ευρώ αποδείξεις. Για το τεκμαρτό όμως (που είναι και το μεγαλύτερο) απαιτούνται 1.160 ευρώ αποδείξεων. Αν ο φορολογούμενος προσκομίσει αποδείξεις με βάση το πραγματικό του εισόδημα, θα πληρώσει 46 ευρώ φόρο από το πουθενά. Ο ορισμός τού «να βγάλουμε από τη μύγα...ξίγκι».
Ο σχεδιασμός τους
Τα τεκμήρια είναι σχεδιασμένα με τέτοιον τρόπο για να αποτρέπουν ή να τιμωρούν την εμφάνιση πολύ χαμηλών εισοδημάτων στις φορολογικές δηλώσεις. Η εμπειρία από τη μέχρι τώρα εφαρμογή τους δείχνει ότι με τα τεκμήρια συλλαμβάνονται κυρίως φτωχοί και όχι φοροφυγάδες. Και από φτωχούς, άλλο τίποτα στην Ελλάδα. Από τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών προκύπτει ότι περίπου τρία εκατομμύρια Ελληνες δηλώνουν εισόδημα χαμηλότερο από το αφορολόγητο όριο της κλίμακας
* Περίπου 1,9 εκατ. είναι εργένηδες.
* 510 χιλιάδες φορολογούμενοι είναι παντρεμένοι χωρίς παιδιά.
* 430 χιλιάδες έχουν ένα ή δύο παιδιά.
Είναι όλοι αυτοί φοροφυγάδες; Την απάντηση δίνουν τα ίδια τα στατιστικά στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών:
* Οι συνήθεις ύποπτοι για φοροδιαφυγή ελεύθεροι επαγγελματίες που δηλώνουν εισοδήματα κάτω των 12.000 ευρώ είναι περίπου 240.000.
* Οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι που δηλώνουν εισοδήματα κάτω των 12.000 ευρώ είναι 2,3 εκατομμύρια.
Από αυτό και μόνο προκύπτει ότι κινδυνεύουν να την πληρώσουν 10 (πώς να φοροδιαφύγει ο μισθωτός ή ο συνταξιούχος;) για να συλληφθεί ο ένας φοροφυγάς.
Η εμπειρία του παρελθόντος έχει δείξει ότι ακόμη και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, που εμφανίζουν χαμηλό εισόδημα, τελικώς καταφέρνουν να γλιτώσουν από τα τεκμήρια εκμεταλλευόμενοι τα σχετικά «παράθυρα» της νομοθεσίας:
* Επικαλούνται ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών για να καλύψουν την όποια διαφορά ανάμεσα στο πραγματικό και στο τεκμαρτό εισόδημα.
* Κάνουν χρήση υπεραξιών που έχουν συσσωρεύσει στο παρελθόν από την πώληση περιουσιακών στοιχείων (κυρίως μετοχών, ακινήτων κ.λπ.).
* Στο παρελθόν δεν έλειψαν και φαινόμενα φοροφυγάδων που επικαλέστηκαν κέρδη από λαχεία ή και δελτία του ΠΡΟ-ΠΟ για να γλιτώσουν από τα τεκμήρια.