Σε διαδοχικές αλλαγές στο ασφαλιστικό της σύστημα θα υποχρεωθεί η Ελλάδα, αφού, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ο μέσος χρόνος στον οποίο θα πρέπει να εργαζόμαστε και να καταβάλλουμε ασφαλιστικές εισφορές μέχρι να πάρουμε σύνταξη, αναμένεται να αυξηθεί κατά 8,8 χρόνια μέχρι και το 2060.
Συγκεκριμένα, η έκθεση της επιτροπής, που αφορά στη γήρανση του πληθυσμού για τα 27 κράτη-μέλη είναι μάλλον δυσάρεστη για τους Ελληνες εργαζομένους και όσους θα εργαστούν στο μέλλον στη χώρα μας. Ειδικότερα, στο δείκτη για τον ελάχιστο χρόνο υπηρεσίας που θα πρέπει να έχει κάποιος πριν πάρει σύνταξη, προβλέπεται ότι για την Ελλάδα ο μέσος όρος εργασίας πριν από τη σύνταξη από 29,3 χρόνια που ήταν το 2010 θα αυξηθεί ως το 2060 στα 38,1 χρόνια. Με βάση τα στοιχεία της Επιτροπής, η αύξηση του χρόνου εργασίας πριν από τη σύνταξη δεν θα είναι συνέχεια ανοδική, αφού από τα 29,3 χρόνια το 2010, θα μειωθεί οριακά στα 28,9 χρόνια το 2020, για να αυξηθεί στη συνέχεια στα 31 χρόνια το 2030, στα 33,2 το 2040, στα 36,6 χρόνια το 2050 και στα 38,1 χρόνια το 2060, παρουσιάζοντας μια μέση αύξηση του ελάχιστου εργασιακού βίου κατά 8,8 χρόνια. Η αύξηση αυτή είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εντός της Ε.Ε. μετά το Λουξεμβούργο, όπου ο ελάχιστος χρόνος εργασίας θα αυξηθεί κατά 9,7 χρόνια, φτάνοντας όμως τα 36,7 χρόνια, από μόλις 27 χρόνια που ήταν το 2010.
Παρ' όλα αυτά, σε μέσο ευρωπαϊκό όρο, τα πράγματα θα είναι ακόμη χειρότερα, αφού μπορεί μεν η αύξηση του ελάχιστου εργασιακού βίου να είναι μόνο 3,1 χρόνια, αλλά ο μέσος Ευρωπαίος πολίτης δεν θα μπορεί να πάρει σύνταξη το 2060, αν προηγουμένως δεν έχει εργαστεί τουλάχιστον 39,2 χρόνια.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η εξήγηση που δίνει η έρευνα είναι πολυπαραγοντική. Μια από τις αιτίες είναι ότι η Ελλάδα ξεκίνησε από πολύ χαμηλά επίπεδα ελάχιστου εργασιακού βίου πριν από την κατοχύρωση της σύνταξης. Το 2010, όταν ο ελάχιστος χρόνος εργασίας στην Ευρώπη ήταν 36,1 χρόνια, η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα εντός της Ε.Ε. μαζί με το Λουξεμβούργο που είχαν ελάχιστο όριο εργασιακού βίου κάτω από τα 30 χρόνια. Τα δημογραφικά στοιχεία είναι ακόμη χειρότερα, με δεδομένο το χαμηλό δείκτη γονιμότητας της χώρας, ο οποίος θα βαίνει αυξανόμενος μεν από το 2010, αλλά μόνο οριακά, αφού, από 1,52 που ήταν το 2010, αναμένεται να φτάσει το 1,63 το 2011. Από την άλλη μεριά, αναμένεται σημαντική αύξηση του προσδόκιμου της για την πεντηκονταετία 2010 - 2060, κατά 5,5 χρόνια για τις γυναίκες και 7,1 χρόνια για τους άντρες. Τα προσδόκιμα όρια ηλικίας θα αυξηθούν στα 84,9 χρόνια το 2060, από 77,8 χρόνια που ήταν το 2010 για τους άντρες και στα 88,3 χρόνια για τις γυναίκες, από 82,8 που ήταν πριν από δύο χρόνια. Με αυτά τα δεδομένα, οι πλέον παραγωγικές ηλικίες, δηλαδή αυτές από τα 24 χρόνια μέχρι και τα 54 χρόνια, ως ποσοστό του πληθυσμού αναμένεται να μειωθούν το διάστημα 2010 - 2060 κατά 10,1%, ενώ, αντίθετα, θα αυξηθούν κατά 12% οι ηλικιωμένοι άνω των 65 ετών, δίνοντας ένα σαφές δείγμα για τη γήρανση του πληθυσμού. Το μόνο θετικό αντιστάθμισμα, σύμφωνα με την επιτροπή, στη ζοφερή αυτή κατάσταση είναι ότι, για τη συγκεκριμένη περίοδο, η Ελλάδα θα παραμείνει υποδοχέας ενός μεγάλου αριθμού μεταναστών μέχρι και το 2060. Μάλιστα, η εκτίμηση είναι ότι, μέχρι και τότε και από το 2010, η Ελλάδα θα έχει δεχθεί μετανάστες ίσους σε αριθμό με το 15% του πληθυσμού της, δηλαδή περίπου 1,6 εκατ. άτομα.