Θέμα αξιοπιστίας των συνδικαλιστικών ηγεσιών εγείρει ένας στους δύο εργαζόμενους, καθώς το 51% θεωρεί ότι οι απεργίες πρέπει να αποφασίζονται από τους ίδιους και όχι τους συνδικαλιστές.
Αυτό προκύπτει από το οικονομικό βαρόμετρο του ΕΒΕΑ, τη διμηνιαία δημοσκόπηση που κάνει για λογαριασμό του Επιμελητηρίου η εταιρία ALCO. Η μέτρηση έγινε σε 1.000 νοικοκυριά και πέραν του προαναφερθέντος συμπεράσματος, αποκαλύπτεται η επαναφορά σε σχέση με τον Δεκέμβριο των υψηλών ποσοστών απαισιοδοξία των πολιτών για την πορεία της ελληνικής οικονομίας αλλά και των οικογενειακών τους προϋπολογισμών.
Επίσης αναδεικνύεται η αναγκαιότητα της ταχείας απορρόφησης των κονδυλίων για το ΕΣΠΑ ώστε να επιστρέψει η ανάπτυξη, ενώ έξι στους 10 θεωρούν ότι η λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων μπορεί να συμβάλλει στη διασύνδεση της αγοράς εργασίας με την πανεπιστημιακή εκπαίδευση.
Πιο αναλυτικά, περισσότεροι από 7 στους 10 δήλωσαν απαισιόδοξοι για την πορεία της ελληνικής οικονομίας (73%), 2% περισσότεροι από τα επίπεδα της προηγούμενης έρευνας, ενώ το ποσοστό αισιοδοξίας μειώθηκε κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες, από το 19% στο 15%. Παράλληλα αυξήθηκε ελάχιστα το ποσοστό εκείνων που επέλεξαν να μην απαντήσουν στο ερώτημα κατά 2%, καταλήγοντας στο 12% από το 10% που είχε σημειωθεί στην προηγούμενη έρευνα.
Επιπλέον, σχεδόν 8 στους 10 δήλωσαν απαισιόδοξοι σχετικά με την πορεία των προσωπικών τους οικονομικών (77%), σημειώνοντας ελάχιστη αύξηση από το αντίστοιχο ποσοστό της προηγούμενης περιόδου. Αρκετά σημαντική μεταβολή όμως σημείωσε το ποσοστό αισιοδοξίας των συμμετεχόντων, το οποίο κατέληξε στο 13% από το 17% που σημειώθηκε τον Δεκέμβριο του 2012, ενώ σημαντική επίσης αύξηση σημείωσε το ποσοστό όσων επέλεξαν να μην συμμετάσχουν, το οποίο ανήλθε στο 10%.
Θετικές απαντήσεις συγκέντρωσε το πρώτο από τα ερωτήματα επικαιρότητας που θέτει το ΕΒΕΑ, το οποίο αναφέρεται στην αναπτυξιακή πορεία που είναι σε θέση να εξασφαλιστεί μέσω των κονδυλίων του ΕΣΠΑ 2014-2020. Πιο αναλυτικά, το 46% των συμμετεχόντων θεωρούν πως τα κονδύλια του ΕΣΠΑ 2014-2020 θα συμβάλουν σημαντικά στην ανάκαμψη της Ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο, ένα σημαντικό ποσοστό, 26%, απάντησε αρνητικά διατηρώντας τις επιφυλάξεις του για τη συμβολή των κονδυλίων του ΕΣΠΑ στην ανάπτυξη. Συνεχίζοντας, αξιοσημείωτο όμως είναι και το σχετικά υψηλό ποσοστό του 28% όσων επέλεξαν να μην απαντήσουν (σχεδόν 3 στους 10).
Το δεύτερο ερώτημα αναφέρεται στις μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις οι οποίες επηρεάζουν σημαντικά την εύρυθμη λειτουργία της μεγαλύτερης μερίδας του κοινωνικού συνόλου. Πιο συγκεκριμένα, οι συμμετέχοντες καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα στις συνδικαλιστικές ηγεσίες και στο σύνολο των εργαζομένων, σχετικά με το ποιος κατά την γνώμη τους θα πρέπει να λαμβάνει τις αποφάσεις για τις απεργίες. Η πλειοψηφία των συμμετεχόντων (51%) θεωρεί πως οι αποφάσεις για τις απεργίες θα πρέπει να λαμβάνονται από το σύνολο των εργαζομένων, ενώ το 27% θεωρεί τις συνδικαλιστικές ηγεσίες αξιόπιστες για τον ρόλο αυτό. Το γεγονός αυτό υποδεικνύει την έλλειψη εμπιστοσύνης που διατηρεί πλέον η πλειοψηφία του κοινωνικού συνόλου και ίσως και των εργαζομένων, για την αξιοπιστία και την διαφάνεια στους σκοπούς των συνδικαλιστικών ηγεσιών, οι οποίες, σε παλαιότερες περιόδους, είχαν ψηφιστεί από τους ίδιους ως εκπρόσωποι.
Συνεχίζοντας, το τρίτο και τελευταίο από τα ερωτήματα επικαιρότητας αναφέρεται στη λειτουργία των ιδιωτικών ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και αν αυτά μπορούν να συνδέσουν την τριτοβάθμια εκπαίδευση με την αγορά εργασίας. Συγκεκριμένα, περισσότεροι από 6 στους 10 (63%) συμμετέχοντες θεωρούν ότι η λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων μπορεί να συμβάλει στη διασύνδεση των πανεπιστημίων με την επιχειρηματικότητα και την αγορά εργασίας μέσω των ιδιωτικών ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Αντίθετα, το 23% των συμμετεχόντων θεωρεί πως η διασύνδεση αυτή δεν είναι πραγματοποιήσιμη μέσω των συγκεκριμένων φορέων ενώ το 14% απείχε από το ερώτημα.
Ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας δήλωσε: “«Παρά το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση εφαρμόζει τα συμφωνηθέντα με τους εταίρους μας και ορισμένοι οικονομικοί δείκτες εμφανίζονται βελτιωμένοι, η κοινωνία, όπως προκύπτει από την έρευνα, δεν διαπιστώνει κάποια θετική διαφοροποίηση στην οικονομική της καθημερινότητα, ούτε και μετά την εκταμίευση της δόσης στα τέλη του προηγούμενου έτους. Είναι προφανές ότι η πολιτική αυστηρής λιτότητας που εφαρμόζεται, σε συνδυασμό με τις καθυστερήσεις που παρατηρούνται στη λήψη και υλοποίηση αναπτυξιακών μέτρων επιτείνουν την ύφεση και αυξάνουν το αίσθημα ανασφάλειας στην κοινωνία και την αγορά. Η χώρα χρειάζεται άμεσα αναπτυξιακή ανάσα και ώθηση, η οποία μπορεί να προέλθει μόνο από την ενεργοποίηση των δυνάμεων του ιδιωτικού τομέα και ειδικότερα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων».