Δευτέρα 26 Μαΐου 2014

Διαφορικοί φόροι για ιδία εισοδήματα

Η επιστημονική υπηρεσία της Βουλής είχε επισημάνει ότι τίθεται προβληματισμός ως προς το εάν η εφαρμογή διαφορετικής κλίμακας φορολογικών συντελεστών ανά κατηγορία εισοδήματος συνάδει προς τις αρχές της καθολικότητας του φόρου και της φορολόγησης με βάση τη φοροδοτική ικανότητα, υπό την έννοια ότι οι ρυθμίσεις αυτές, υπό προϋποθέσεις, άγουν σε διαφορετική φορολογική επιβάρυνση εισοδημάτων ιδίου ύψους αναλόγως της πηγής από την οποία προέρχονται




Τον Οκτώβριο του 2011 είδε το φως της δημοσιότητας ένα κείμενο με τίτλο «Επανεκκίνηση με νέο φορολογικό σύστημα», το οποίο προέβλεπε τη σύνταξη νέου ΚΦΕ, που σε ό,τι αφορά τη φορολογία των φυσικών προσώπων ανέφερε χαμηλότερη φορολογία, με αφορολόγητο 12.000,00 ευρώ και μείωση του ανώτατου συντελεστή από 45% στο 40% και σταδιακά μέσα σε τρία χρόνια στο 30%.

Από τότε μέχρι και σήμερα είδαμε να ψηφίζονται και να εφαρμόζονται ο Ν. 4110/2013 με τον οποίο έγιναν σημαντικές αλλαγές στον Ν. 2238/1994, οι οποίες ισχύουν για τα εισοδήματα του 2013, δηλαδή τις δηλώσεις οικονομικού έτους 2014 και ο Ν. 4172/2013, ο νέος ΚΦΕ ο οποίος ισχύει για τα εισοδήματα του 2014 και επομένων ετών.

Κοινό σημείο στα δύο αυτά νομοθετήματα είναι ο τρόπος φορολόγησης του εισοδήματος των φυσικών προσώπων το οποίο φορολογείται με διαφορετικό τρόπο ανάλογα με την πηγή προέλευσής του και η κατάργηση, αντί για αύξηση, του αφορολογήτου ορίου για όλους με εξαίρεση μόνο τους μισθωτούς μ συνταξιούχους για τους οποίους προβλέπεται μείωση φόρου ύψους 2.100,00 ευρώ για εισοδήματα μέχρι και 21.000,00 ευρώ η οποία μειώνεται κατά 100,00 ευρώ για κάθε 1.000,00 ευρώ αύξησης του εισοδήματος, μείωση φόρου η οποία είναι η ίδια ανεξαρτήτως οικογενειακής κατάστασης.

Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι τρεις φορολογούμενοι, ο Α', ο Β' και ο Γ' έχουν φορολογητέο εισόδημα 20.000,00 ευρώ προερχόμενο από μισθωτές υπηρεσίες, ελευθέριο επάγγελμα και εκμίσθωση ακινήτων αντίστοιχα.

Ο Α' καλείται να καταβάλει φόρο εισοδήματος 2.300,00 ευρώ, ο Β' 5.200,00 ευρώ και ο Γ' 3.840,00 ευρώ. Σύμφωνα με το Σύνταγμα της χώρας μας οι πολίτες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις, συνεπώς και στη φορολογία υπάρχει η βασική αρχή της φορολογικής ισότητας. Εφόσον οι πολίτες ζουν κάτω από τις ίδιες προσωπικές ή/και οικονομικές ή/και κοινωνικές συνθήκες πρέπει να έχουν ίση φορολογική μεταχείριση χωρίς να επιτρέπονται διακρίσεις μεταξύ των φορολογουμένων πολιτών. Επίσης το Σύνταγμα προβλέπει ότι οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν αδιακρίτως στα δημόσια βάρη σύμφωνα με τις δυνάμεις τους. Από τη διάταξη αυτή απορρέει η αρχή της καθολικότητας του φόρου, με την έννοια ότι ο φόρος πρέπει να επιβάλλεται σε όλους τους πολίτες χωρίς διακρίσεις.

Για το θέμα αυτό η επιστημονική υπηρεσία της Βουλής είχε επισημάνει ότι τίθεται προβληματισμός ως προς το εάν η εφαρμογή διαφορετικής κλίμακας φορολογικών συντελεστών ανά κατηγορία εισοδήματος συνάδει προς τις αρχές της καθολικότητας του φόρου και της φορολόγησης με βάση τη φοροδοτική ικανότητα, υπό την έννοια ότι οι ρυθμίσεις αυτές, υπό προϋποθέσεις, άγουν σε διαφορετική φορολογική επιβάρυνση εισοδημάτων ιδίου ύψους αναλόγως της πηγής από την οποία προέρχονται, καθώς επίσης και σε βαρύτερη φορολογική επιβάρυνση φορολογουμένων με μικρότερο εισόδημα, προερχόμενο από μία πηγή εν σχέσει προς άλλους με μεγαλύτερο εισόδημα, το οποίο προέρχεται από περισσότερες πηγές.

Πέραν των ανωτέρω επισημάνθηκε επίσης ότι η κατάργηση του αφορολόγητου ορίου ενδεχομένως δεν είναι συμβατή με την αρχή της φορολόγησης με βάση τη φοροδοτική ικανότητα, τον σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και την υποχρέωση προστασίας της οικογένειας και της παιδικής ηλικίας.

Όπως λοιπόν αναγγέλθηκε το 2011 όντως το φορολογικό σύστημα άλλαξε, δυστυχώς όμως προς το χειρότερο, με αποτέλεσμα να υπάρχουν δυσβάσταχτες φορολογικές επιβαρύνσεις στην πλειονότητα των πολιτών.

 
website counter
friend finderplentyoffish.com