Η υφιστάμενη ασταθής φορολογική πολιτική έχει δημιουργήσει αβεβαιότητα για το μέλλον διότι δείχνει να εξαντλείται μόνο και μόνο στη φορολογική στοχοποίηση του παραγόμενου εισοδήματος.
Η φοροδιαφυγή, στερώντας από το κράτος τους αναγκαίους πόρους, αναιρεί τον κοινωνικό χαρακτήρα του γιατί αποδυναμώνει την άσκηση πολιτικής βελτίωσης της θέσης των οικονομικά ασθενέστερων.
Σύμφωνα με πολλές έρευνες η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις χώρες με τα λιγότερο ανταγωνιστικά και φιλικά προς τους φορολογούμενους φορολογικά συστήματα αφ' ενός λόγω των αδυναμιών που παρουσιάζει σε θεσμικό επίπεδο και της γραφειοκρατίας, αφ' ετέρου λόγω του τρόπου φορολόγησης, ειδικά των φυσικών προσώπων, με αποτέλεσμα να συγκαταλέγεται στα πιο ακριβά και ασύμφορα φορολογικά συστήματα εντός αλλά και εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η υφιστάμενη ασταθής φορολογική πολιτική έχει δημιουργήσει αβεβαιότητα για το μέλλον διότι δείχνει να εξαντλείται μόνο και μόνο στη φορολογική στοχοποίηση του παραγόμενου εισοδήματος.
Όλοι οι πολίτες και περισσότερο όσοι έχουν υποστεί σημαντικές απώλειες στα εισοδήματά τους οφειλόμενες, αφ' ενός στις μειώσεις μισθών και συντάξεων και στη συρρίκνωση του κύκλου εργασιών τους προκειμένου για αυτούς που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και αφ' ετέρου στην αύξηση της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης, αναμένουν τις τροποποιήσεις εκείνες οι οποίες θα αποκαταστήσουν όλες τις αδικίες. Δίδεται λοιπόν η χρυσή ευκαιρία στη νέα κυβέρνηση να προχωρήσει στις ριζικές αυτές αλλαγές που απαιτούνται έτσι ώστε η χώρα μας να αποκτήσει ένα κοινωνικά δίκαιο φορολογικό σύστημα το οποίο θα έχει αναπτυξιακό χαρακτήρα για θα γίνει εργαλείο οικονομικής ανάπτυξης και όχι εργαλείο μιας βραχυπρόθεσμης τόνωσης των κρατικών εσόδων, όπως είναι σήμερα.
Ο νέος Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος, ενώ είναι ένα σύγχρονο και εξαιρετικά απλό νομοθέτημα, έχει εισάγει έναν άδικο τρόπο φορολόγησης των εισοδημάτων των φυσικών προσώπων. Αποτέλεσμα, σε συνδυασμό με τα άλλα φορολογικά μέτρα καθαρά εισπρακτικού χαρακτήρα, αντί για αύξηση των δημοσίων εσόδων είχε την αύξηση των ληξιπρόθεσμων χρεών και της ύφεσης με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ελληνική οικονομία. Έφτασε λοιπόν ο καιρός αυτή η πρακτική να σταματήσει διότι μπορεί οι εμπνευστές των φοροεισπρακτικών μέτρων να ευελπιστούσαν ότι με αυτά θα απέτρεπαν το δημοσιονομικό εκτροχιασμό, αλλά δυστυχώς τον επιτάχυναν αυξάνοντας παράλληλα τη δυσφορία και την δικαιολογημένη αγανάκτηση της πλειοψηφίας των πολιτών που σήμερα πληρώνει το μάρμαρο.
Καλείται λοιπόν το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, να δει τα προβλήματα και να προχωρήσει με ταχύ βήμα στις παρεμβάσεις εκείνες που απαιτούνται με στόχο να αποκτήσει το φορολογικό σύστημα της χώρας αυτό που του λείπει και αυτό δεν είναι τίποτε άλλο από το να καταστεί κοινωνικά δίκαιο.
Το φορολογικό σύστημα της χώρας καλείται να υλοποιήσει την επιταγή του άρθρου 4 του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία οι Έλληνες πρέπει να συνεισφέρουν αδιακρίτως στα δημόσια βάρη, σύμφωνα με τη φοροδοτική τους δυνατότητα. Για να γίνει αυτό πρέπει να είναι δίκαιο και να αντιμετωπίσει ουσιαστικά τη μάστιγα της φοροδιαφυγής, η οποία υπονομεύει τα συμφέροντα του κοινωνικού συνόλου επηρεάζοντας στο μέγιστο βαθμό τη φερεγγυότητα της χώρας και κατά συνέπεια την υπόστασή της. Η φοροδιαφυγή, στερώντας από το κράτος τους αναγκαίους πόρους, αναιρεί τον κοινωνικό χαρακτήρα του γιατί αποδυναμώνει την άσκηση πολιτικής βελτίωσης της θέσης των οικονομικά ασθενέστερων. Κατά συνέπεια η αντιμετώπισή της θα πρέπει να είναι βασικός στόχος του οικονομικού επιτελείου της νέας κυβέρνησης.
Ας ελπίσουμε ότι όταν, όσο το δυνατόν πιο σύντομα, προχωρήσει η κυβέρνηση στις αλλαγές που επιβάλλεται να γίνουν, θα δούμε τη μετατροπή του φορολογικού συστήματος σε κοινωνικά δίκαιο ήτοι εργαλείο οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας της χώρας και των πολιτών της.