«Έτοιμοι να υπογράψουμε, επιστρέφουμε το χρέος, αλλά όχι στην λιτότητα» είναι ο τίτλος της συνέντευξης, που παραχώρησε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης στην ιταλική εφημερίδα Κοριέρε ντέλα Σέρα.
Στην ερώτηση γιατί η Ελλάδα δεν παρουσιάζει συγκεκριμένα σχέδια και κωλυσιεργεί τις διαπραγματεύσεις, ο κύριος Δραγασάκης απαντά ότι «αυτό είναι εντελώς ψευδές», ενώ σχετικά με τις δηλώσεις των δανειστών, υπογραμμίζει: «Παρουσιάσαμε ιδιαίτερα λεπτομερείς προτάσεις, με συνοχή σε κάθε θέμα. Κατά την άποψή μου υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για να υπογραφεί συμφωνία στο άμεσο μέλλον. Φυσικά είναι οι "δικές μας" προτάσεις. Και δεν είναι πάντα δελεαστικές για τους συνομιλητές».
Σε ερώτηση «για ποιο λόγο υπάρχει τόση μεγάλη διαφορά ανάμεσα στα όσα λένε οι Ευρωπαίοι, το ΔΝΤ και η Ελλάδα», ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης απαντά:
«Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Είναι ξεκάθαρο ότι στις διαπραγματεύσεις αυτές υπάρχει μια πολιτική ατζέντα, παράλληλη με την ακραιφνώς οικονομική. Και εκτός αυτού, εμείς δεν προσπαθήσαμε ποτέ να μπούμε σε "Δούρειο Ίππο", δεν κρύψαμε ποτέ την ταυτότητα και τις ιδέες μας. Αντιθέτως, όλοι ξέρουν ότι δεν συμμεριζόμαστε αυτή την νεοφιλελεύθερη έκδοση της Ευρώπης. Πριν ακόμη από τις εκλογές του Ιανουαρίου, ο ΣΥΡΙΖΑ-το κόμμα της αριστεράς- αριστεράς του οποίου ηγείται ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας- είχε διακηρύξει την ανάγκη ενός μοντέλου χώρας και ηπειρωτικής Ένωσης που να απομακρυνθεί από το δόγμα της λιτότητας και από την λογική των ρήξεων που θα οδηγούσαν στην διάλυση της Ευρώπης».
Ο κ. Δραγασάκης, απαντώντας σε ερώτηση αν «οι άλλοι πρέπει να προσαρμοσθούν», υποστηρίζει: «Πρώτον, δεν είμαστε οι μόνοι που έχουμε αυτή την άποψη. Με έναν ή με τον άλλον τρόπο η ιδέα προκύπτει και σε πολλές άλλες χώρες. Είναι μια πραγματικότητα που πρέπει να ληφθεί υπόψη. Δεύτερον, οι σχέσεις ανάμεσα στην νέα κυβέρνηση της Αθήνας και στην πρώην Τρόικα ξεκίνησαν αρνητικά. Διότι εμείς είχαμε εκλεγεί ακριβώς για να θέσουμε τέλος στην λιτότητα, ενώ από την άλλη πλευρά του τραπεζιού, υπήρχαν τα ίδια άτομα που την είχαν υποβάλει. Ευτυχώς, αυτό το διφορούμενο στοιχείο ξεπεράστηκε με την συμφωνία της εικοστής Φεβρουαρίου όταν όλοι συμφώνησαν ότι ήταν αναγκαίο να τύχουν σεβασμού τόσο οι ευρωπαϊκοί κανόνες, όσο και η λαϊκή βούληση». Ως τρίτο στοιχείο, ο Γιάννης Δραγασάκης επισημαίνει: «Κάναμε σημαντικές παραχωρήσεις που θα μας επέτρεπαν να επιστρέψουμε τα δάνεια χωρίς να καταστρέψουμε την χώρα».
Σε ερώτηση της Κοριέρε «τι είναι αυτό που η Ελλάδα προτείνει και δεν το δέχονται οι δανειστές;», το νούμερο δυο της κυβέρνησης αποκρίνεται:
«Δεν θέλουμε να επιτρέψουμε στην λιτότητα, αλλά βαθιές μεταρρυθμίσεις στην κρατική μηχανή, στον τρόπο λειτουργίας της, στο φορολογικό σύστημα, στο παραγωγικό μοντέλο». Εξηγεί, δε, ότι οι προσπάθειες επικεντρώνονται «σε ένα σύνολο που απαρτίζεται από χαμηλό πρωτογενές πλεόνασμα, βιώσιμη επιστροφή του χρέους, συντάξεις που να αντέξουν μακροπρόθεσμα, ισχυρά κοινωνικά δικαιώματα που να συμπεριλαμβάνουν την επιστροφή στις συλλογικές διαπραγματεύσεις».
«Μια δύσκολη ισορροπία, διότι αν οι λογαριασμοί δεν είναι ακριβείς, θα πληρώσει η Ευρώπη» παρατηρεί τέλος ο δημοσιογράφος της Κορριέρε Ντέλλα Σέρα, και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης απαντά: «Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, σε όλα τα τραπέζια των συζητήσεων, υποστηρίζουμε την ανάγκη να απελευθερώσουμε την παραγωγική ενέργεια, να ξεκινήσουν επενδύσεις, να ανακατανεμηθεί το φορολογικό βάρος, μεταφέροντάς το στους ολιγάρχες και σε ομάδες παγιωμένων συμφερόντων. Χωρίς ανάπτυξη, χωρίς κοινωνική δικαιοσύνη, χωρίς συμμετοχή της κοινωνίας, η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να αναμορφωθεί, κάτι που, αντιθέτως, χρειάζεται επειγόντως. Όχι μόνον για τον εαυτό της, αλλά και προς το συμφέρον των δανειστών: για να μπορέσει να επιστρέψει τα δάνεια».
Στην τελευταία ερώτηση, τέλος, «τι λείπει για την υπογραφή;», ο αντιπρόεδρος απαντά με μια σύντομη φράση: «η πολιτική βούληση όλων των μερών».