Εάν κατέδειξε κάτι η εμπειρία των τελευταίων εβδομάδων (μεταξύ 5-11 Ιανουαρίου), όπου το ενεργειακό σύστημα της χώρας παραλίγο να καταρρεύσει με ανυπολόγιστες συνέπειες για το κοινωνικό σύνολο, είναι η έλλειψη συντονισμού και η ασυνεννοησία μεταξύ των διαφόρων φορέων.
Μπορεί ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας κος Γιώργος Σταθακης να δηλώνει ικανοποιημένος από τη διαχείριση της όλης κατάστασης από τους εμπλεκόμενους φορείς και εταιρείες, οι οποίοι όπως δήλωσε αντιμετώπισαν με επιτυχία τις όλες προκλήσεις (βλέπε ρεπορτάζ του energia.gr για αυτό το θέμα στις 12/1), όμως η αλήθεια είναι ότι το ενεργειακό σύστημα της χώρας όχι μόνο έφθασε στα όριά του και κινδύνευσε με πλήρη κατάρρευση, αλλά για κάποιες ώρες εμφανίσθηκε ανεξέλεγκτο με τους υπεύθυνους στα δύο κέντρα κατανομής φορτίου (στον Άγιο Στέφανο για τον ηλεκτρισμό και στο Πάτημα για το φυσικό αέριο) να δίνουν αγώνα με τον χρόνο στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν την απαραίτητη επάρκεια.
Όπως μας ανέφερε υψηλά ιστάμενος παράγοντας του ενεργειακού τομέα είναι η πρώτη φορά μετά τον Φεβρουάριο του 2011, οπότε και υπήρξε πάλι μια αρνητική συγκυρία εφοδιασμού λόγω ακραίων καιρικών συνθηκών, όπου ο συνδυασμός παραγωγής ηλεκτρισμού και εφοδιασμός με φυσικό αέριο ήταν ο παράγων που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επίτευξη συνθηκών συνέχισης λειτουργίας του όλου συστήματος. Και αυτό γιατί η διείσδυση του φυσικού αερίου τόσο στην ηλεκτροπαραγωγή όσο και στη βιομηχανία και τον οικιακό τομέα είναι σήμερα πολύ μεγαλύτερη απ’ ό,τι ήταν πριν από μερικά χρόνια, όπου στην περίπτωση κρίσεων και black outs όλο το βάρος έπεφτε στη διαχείριση (από τη ΔΕΗ και τον ΔΕΣΜΗΕ, και αργότερα ΑΔΜΗΕ) της ηλεκτροπαραγωγής. Σήμερα, όπως φάνηκε από τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, το πρόβλημα δημιουργήθηκε από την έλλειψη συντονισμού, και άρα επαρκών προβλέψεων, μεταξύ των υπευθύνων του ηλεκτρικού σκέλους του συστήματος και των αντίστοιχων στο φυσικό αέριο.
Δεν θα σταθούμε στο εάν υπήρξε ή όχι επαρκής εφοδιασμός με φορτία LNG στο τέρμιναλ της Ρεβυθούσας -όπου προφανώς τελικά υπήρξε- αλλά στην απαράδεκτη κατάσταση να λειτουργεί ένα εκτεταμένο εθνικό σύστημα αερίου με 2.500 χλμ κυρίως αγωγών και κλάδων υψηλής πίεσης και άλλων τόσων χαμηλής πίεσης δικτύων στις πόλεις χωρίς να υπάρχει μόνιμη υπόγεια αποθήκη, όπως επιβάλλουν βασικοί κανόνες λειτουργίας και ασφάλειας. Η δε ευθύνη για την μη ύπαρξη και λειτουργία μιας τέτοιας αποθήκης (γνωστής ως UGS) βαραίνει όλες ανεξαιρέτως τις πολιτικές ηγεσίες του ΥΠΕΝ που πέρασαν από την Μεσογείων την τελευταία δεκαετία. Η δε συστηματική χρήση της Ρεβυθούσας τα τελευταία χρόνια ως κυρίως αποθηκευτικού χώρου αποτελεί μια παραβίαση των κανόνων διαχείρισης αφού το LNG είθισται να χρησιμοποιείται ως συμπληρωματική πηγή, κυρίως για λόγους ευστάθειας, σ΄ ένα σύστημα φυσικού αερίου όπως το Ελληνικό που διαθέτει άλλες δύο πύλες εισόδου απ' όπου εισέρχεται μέσω αγωγών το 85% της προμήθειας της χώρας.
Τελικά το σύστημα δεν κατέρρευσε γιατί υπήρξε εκτεταμένη κινητοποίηση από τη βιομηχανία με δεκάδες μονάδες (όπως λχ. Αλουμίνιον, ΕΛΒΑΛ, Χαλκόρ, Σωληνουργεία,Τσιμέντα, Λάρκο, Γιούλα κ.ά.) να μειώνουν κάθετα την παραγωγή τους ή και να την σταματούν πλήρως στο πλαίσιο του μέτρου της διακοψιμότητας. Με παράλληλη απαγόρευση εξαγωγών ηλεκτρισμού από τη χώρα και την εξασφάλιση (έστω με ανορθόδοξους τρόπους) εισαγωγών κάποιων μικρών ποσοτήτων (1,000 ΜWh + για μια με δυο ώρες), που όμως έσωσαν την κατάσταση και τελικά απεφεύχθη ένα καταστροφικό black out.
Oπως έγινε γνωστό το ηλεκτρικό σύστημα έφθασε στα όριά τους με 9,500 MWhs ζήτηση, παρά το γεγονός ότι η εγκατεστημένη ισχύς στο διασυνδεδεμένο σύστημα ξεπερνά το 18,000 MW! Και αυτό διότι υπήρξε μια ατυχής συγκυρία με δύο λιγνιτικές μονάδες βάσης της ΔΕΗ στον Άγιο Δημήτριο να έχουν τεθεί εκτός λειτουργίας για λόγους συντήρησης και δυο ακόμα μονάδες βάσης να τίθενται αίφνης εκτός συστήματος λόγω βλάβης συνέπεια των ακραίων καιρικών φαινομένων.
Επιπλέον δε, υπήρξε μηδενική προσφορά από αιολικά και φωτοβολταϊκά λόγω έντονης χιονόπτωσης. Όμως εδώ είναι που χρειάζεται πρόβλεψη, προγραμματισμός και συντονισμός όχι μόνο από την ΔΕΗ, τον ΑΔΜΗΕ την ΔΕΠΑ ή τον ΔΕΣΦΑ αλλά από ένα ανώτατο συντονιστικό όργανο διαχείρισης κρίσεων. Κάτι τέτοιο προφανώς απουσιάζει παρά τις πράγματι φιλότιμες προσπάθειες του υπουργού να καλύψει την όλη κατάσταση και να εξάρει την προσφορά των στελεχών που με αυταπάρνηση κατάφεραν να κρατήσουν το σύστημα σε λειτουργία.
Oμως, η δημιουργία μιας ανεξάρτητης ομάδος διαχείρισης ενεργειακών κρίσεων, που θα πρέπει να είναι κατάλληλα στελεχωμένη και να λειτουργεί σε συνεχή βάση και να είναι σε επαφή με Ευρωπαϊκά κέντρα και όχι περιστασιακά, πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για την κυβέρνηση, την σημερινή και όλες τις μελλοντικές. Και αυτό γιατί η ενέργεια αποτελεί σήμερα το βασικό συστατικό, εν είδει οξυγόνου, που επιτρέπει στην κοινωνία να λειτουργεί και την οικονομία να παράγει. Καθώς η σημερινή τεχνολογικά προσανατολισμένη κοινωνία μας είναι απόλυτα εξαρτημένη από την συνεχή ροή ενέργειας -ηλεκτρισμός, φυσικό αέριο, πετρέλαιο- η εξασφάλιση της ακόμα και υπό δυσμενείς καιρικές συνθήκες πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα για οιαδήποτε κυβέρνηση. Θα μπορέσει άραγε η «πρώτη φορά Αριστερά» να ανταποκριθεί στη σημαντική αυτή πρόκληση;