Επισήμως στον προβληματισμό των
ευρωπαϊκών αρχών μπαίνει η προοπτική δημιουργίας εθνικών/πανευρωπαϊκής
bad bank για την αντιμετώπιση των δυσθεώρητων σε ευρωπαϊκό επίπεδο
"κόκκινων" δανείων, ύψους 1 τρις. ευρώ.
Πρόκειται για μία από τις κατευθύνσεις της νέας "γραμμής" αντιμετώπισης του προβλήματος υπό το πρίσμα της Τραπεζικής Ένωσης, όπως προέκυψε από την, για πρώτη φορά, συντονισμένη σε επίπεδο ευρωπαϊκών αρχών συζήτηση για τα NPLs αυτή την εβδομάδα. Όπως προκύπτει από τα "πρακτικά" του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και τους άξονες της νέας πολιτικής για τα NPLs που παρουσίασε χθες το Capital.gr, η προοπτική της bad bank βρίσκεται υπό εξέταση. Ωστόσο, αυτή δεν πρέπει να θεωρείται "πανάκεια", όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, και θα έχει λόγο ύπαρξης μόνο εφόσον αποδειχτεί ότι μπορεί να κάνει καλύτερη δουλειά στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων απ΄ ό,τι οι τράπεζες.
Στο πλαίσιο αυτό, οι ευρωπαϊκές αρχές θα
κινηθούν με πολύ προσεκτικά βήματα αποφασίζοντας για ενδεχόμενη
δημιουργία bad bank (αποφασίστηκε η Κομισιόν να συντάξει προσχέδιο για
όλες τις παραμέτρους δημιουργίας bad bank), δίνοντας το "πράσινο φως"
εφόσον διασφαλίζονται τα εξής: α) αποτελεσματικότητα υψηλότερη αυτής των
τραπεζών στη διαχείριση NPLs, β) δυνατότητα υψηλότερων ανακτήσεων
δανείων, η οποία θα πρέπει να υποβοηθείται από εθνικές νομοθεσίες που θα
προβλέπουν μέτρα καταναγκασμού είσπραξης οφειλών, γ) διασφάλιση ότι οι
bad banks, ανεξαρτήτως μετοχικής σύνθεσης, δεν θα λειτουργούν ως μέσο
παροχής κρατικής στήριξης και δ) αποφυγή του ενδεχομένου οι
παρατεταμένες συζητήσεις για τη δημιουργία bad bank να λειτουργήσουν
ανασταλτικά στις επιβεβλημένες άμεσες δράσεις των τραπεζών για τη μείωση
των NPLs.
Υπενθυμίζεται ότι το θέμα της
δημιουργίας πανευρωπαϊκής bad bank είχε ανοίξει στις αρχές του 2017 ο
επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής (ΕΒΑ), Αντρέα Ενρία,
ανακοινώνοντας, παρουσία του επικεφαλής του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ, ότι
έχει ετοιμασθεί ένα σχέδιο για την δημιουργία μίας ευρωπαϊκής bad bank,
με το status μιας Asset Management Company, στην οποία θα μπορούσε να
απορροφηθεί το σύνολο των "κόκκινων δανείων" του συνόλου των ευρωπαϊκού
τραπεζικού συστήματος. Μάλιστα, είχε κάνει λόγο για ένα "μικτό"
μηχανισμό, ο οποίος σε επίπεδο ευρωπαϊκό διαμορφώνει ένα τριετές χρονικό
περιθώριο "ευρωπαϊκής διαχείρισης" των NPLs και ο οποίος στην συνέχεια
παραπέμπει σε "εθνικό επίπεδο" τις οποιεσδήποτε ζημίες ή κέρδη που
κατανέμονται σε δημόσιο και τράπεζες με βάση την οδηγία του bail in,
δηλαδή την BRRD.
Στην παρούσα φάση, πάντως, φαίνεται ότι
οι τόνοι για την bad bank χαμηλώνουν και το σκεπτικό επικεντρώνεται στις
προοπτικές επιτυχίας του εγχειρήματος. Αυτές θα κληθεί να διερευνήσει η
Κομισιόν στο προσχέδιο που θα καταρτίσει και το οποίο θα πρέπει επίσης
να προσδιορίσει τόσο τα βασικά στοιχεία της σύστασης ιδιωτικών ή κρατικά
επιδοτούμενων bad banks, όσο και τον σχεδιασμό τους σύμφωνα με την
ευρωπαϊκή νομοθεσία και το πλαίσιο περί κρατικών ενισχύσεων.
Τα θέματα που θα καλύψει το προσχέδιο είναι τα ακόλουθα:
1) Η περίμετρος των στοιχείων ενεργητικού και το μείγμα ενεργητικού που θα μπορούσε να υπαχθεί σε μία κεντροποιημένη εταιρία διαχείρισης απαιτήσεων (AMC). Η μεταβίβαση των στοιχείων αυτών μπορεί να επιτρέψει, μεταξύ άλλων, οικονομίες κλίμακος, αλλά όλες οι κατηγορίες ενεργητικού μπορεί να μην είναι κατάλληλες για μεταβίβαση, αφού η διαχείριση ετερογενών στοιχείων ενεργητικού θα μπορούσε να περιορίσει την αποτελεσματικότητα της bad bank. Κατόπιν αυτού, το προσχέδιο της Κομισιόν θα πρέπει να αναπτύξει αρχές και διαδικασίες που θα υποδεικνύουν το κατάλληλο μίγμα ενεργητικού προς διαχείριση, απαντώντας σε ερωτηματικά όπως: Θα πρέπει οι εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων να επικεντρωθούν στα ανοίγματα του real estate και των μεγάλων επιχειρήσεων και μέχρι ποιου σημείου μπορούν να διαχειριστούν δάνεια μικρομεσαίων επιχειρήσεων; Θα πρέπει το μίγμα του προς μεταβίβαση ενεργητικού να αφορά ευρεία γκάμα assets ή να περιοριστεί σε συγκεκριμένες κατηγορίες δανείων; Πώς θα μπορεί η εταιρία διαχείρισης να αποκτά όλα τα ανοίγματα που έχει στο τραπεζικό σύστημα ένας οφειλέτης, παρέχοντας στον πιστωτή "πανοραμική θέα" του αντισυμβαλλομένου του; Θα πρέπει να εισαχθούν όρια στα στοιχεία ενεργητικού ή στο επίπεδο του μεταφερόμενου χαρτοφυλακίου ούτως ώστε να αποφευχθεί η επιβάρυνση της bad bank με πολλά μικρά μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα; Και αν υπάρχει "κατώφλι" για την αποδοχή στοιχείων ενεργητικού, πώς θα μπορούν οι μικροί πιστωτές (μικρότερες τράπεζες) να συμμετέχουν στη bad bank;
2) H περίμετρος συμμετεχόντων στη bad bank. Αυτή θα μπορούσε να περιλαμβάνει τράπεζες με σημαντικού ύψους μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, πάνω από ένα όριο που θα καθοριστεί, και όπου υπάρχουν αιτήματα από πλευράς επόπτη για μία στρατηγική επιτάχυνσης της εξυγίανσης των ισολογισμών από το βάρος των NPLs. Με βάση τις βέλτιστες πρακτικές, η συμμετοχή στη bad bank θα πρέπει να είναι εθελοντική ή να ενθαρρύνεται με παροχή κινήτρων; Τι είδους εργαλεία πρέπει να δημιουργηθούν ώστε να δίνονται κίνητρα στις τράπεζες ή να απαιτείται από αυτές το "ξεφόρτωμα" υψηλών NPLs από τους ισολογισμούς τους; Βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, πώς θα μπορούσαν οι επόπτες να μετριάσουν την επίπτωση μεγάλων μεταβιβάσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων, μελετώντας ανά περίπτωση την κάθε τράπεζα;
3) Η εκτίμηση των μεταφερόμενων στοιχείων ενεργητικού. Οι κανόνες αποτίμησης για τη μεταβίβαση NPLs στη bad bank συνήθως αποδυναμώνονται όταν ιδρύονται εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων καθώς αναμένεται η ίαση δανείων συν τω χρόνω. Αυτό δημιουργεί κίνδυνο για την εταιρία διαχείρισης να πληρώσει περισσότερο για τα assets αποκτά, καταγράφοντας ζημίες στο μέλλον. Επομένως η τιμολόγηση των assets απαιτεί μία αυστηρή μεθοδολογία που θα βασίζεται σε διαδικασία due diligence μέσω της οποίας θα πιστοποιείται η αξία των στοιχείων ενεργητικού και των ενεχύρων τους. Ποια θα είναι τα συνιστώμενα στάδια της διαδικασίας αποτίμησης; Στην περίπτωση που σε μία εταιρία διαχείρισης απαιτήσεων υπάρχει και κρατική συμμετοχή, οι απαιτήσεις της διαδικασίας αποτίμησης θα πρέπει να ακολουθούν τη μεθολογία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τους κανόνες κρατικών ενισχύσεων;
4) Η κεφαλαιακή δομή και οι πηγές χρηματοδότησης της εταιρίας διαχείρισης. Οι δομές αυτές για τις εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων ποικίλλουν και διέπονται επίσης από διαφορετικό νομοθετικό πλαίσιο (τραπεζική άδεια ή όχι). Ως αποτέλεσμα, έχουν διαφορετικές επιπτώσεις στην περίπτωση κρατικής ιδιοκτησίας σε όρους ενοποίησης (consolidation) στον ισολογισμό της εταιρίας διαχείρισης με το Δημόσιο, καθιστώντας έτσι δύσκολο για κράτη – μέλη με περιορισμένο δημοσιονομικό χώρο (δυνατότητες) να ιδρύσουν μία κρατική bad bank. Από την άλλη πλευρά, εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων που βασίζονται στην κατ΄εντολήν συμμετοχή του εθνικού τραπεζικού τομέα θα επιβάρυναν και θα αποδυνάμωναν τους μικρότερους δανειστές (τράπεζες). Θα πρέπει να ερευνηθεί ποιά εμπόδια αντιμετωπίζουν οι ιδιωτικές bad banks. Πώς μπορούν να υιοθετηθούν μοντέλα σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτών; Σε περίπτωση κρατικής συμμετοχής, ποιο είναι το απαιτούμενο επίπεδο κεφαλαίων έτσι ώστε να μην απαιτείται ενοποίηση της εταιρίας διαχείρισης απαιτήσεων με τον προϋπολογισμό της γενικής κυβέρνησης; Ζήτημα είναι το πώς θα μπορούν να προσελκυσθούν επενδυτές, εκτός τραπεζικού συστήματος, ώστε να συμμετάσχουν μετοχικά σε μία bad bank. Ποια θα πρέπει να είναι η δομή χρηματοδότησης της bad bank και πώς θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν κρατικές εγγυήσεις; Ποιες είναι οι δυνατότητες να ιδρυθούν εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων εντός και εκτός πλαισίου εκκαθάρισης/εξυγίανσης (resolution);
Τα θέματα που θα καλύψει το προσχέδιο είναι τα ακόλουθα:
1) Η περίμετρος των στοιχείων ενεργητικού και το μείγμα ενεργητικού που θα μπορούσε να υπαχθεί σε μία κεντροποιημένη εταιρία διαχείρισης απαιτήσεων (AMC). Η μεταβίβαση των στοιχείων αυτών μπορεί να επιτρέψει, μεταξύ άλλων, οικονομίες κλίμακος, αλλά όλες οι κατηγορίες ενεργητικού μπορεί να μην είναι κατάλληλες για μεταβίβαση, αφού η διαχείριση ετερογενών στοιχείων ενεργητικού θα μπορούσε να περιορίσει την αποτελεσματικότητα της bad bank. Κατόπιν αυτού, το προσχέδιο της Κομισιόν θα πρέπει να αναπτύξει αρχές και διαδικασίες που θα υποδεικνύουν το κατάλληλο μίγμα ενεργητικού προς διαχείριση, απαντώντας σε ερωτηματικά όπως: Θα πρέπει οι εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων να επικεντρωθούν στα ανοίγματα του real estate και των μεγάλων επιχειρήσεων και μέχρι ποιου σημείου μπορούν να διαχειριστούν δάνεια μικρομεσαίων επιχειρήσεων; Θα πρέπει το μίγμα του προς μεταβίβαση ενεργητικού να αφορά ευρεία γκάμα assets ή να περιοριστεί σε συγκεκριμένες κατηγορίες δανείων; Πώς θα μπορεί η εταιρία διαχείρισης να αποκτά όλα τα ανοίγματα που έχει στο τραπεζικό σύστημα ένας οφειλέτης, παρέχοντας στον πιστωτή "πανοραμική θέα" του αντισυμβαλλομένου του; Θα πρέπει να εισαχθούν όρια στα στοιχεία ενεργητικού ή στο επίπεδο του μεταφερόμενου χαρτοφυλακίου ούτως ώστε να αποφευχθεί η επιβάρυνση της bad bank με πολλά μικρά μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα; Και αν υπάρχει "κατώφλι" για την αποδοχή στοιχείων ενεργητικού, πώς θα μπορούν οι μικροί πιστωτές (μικρότερες τράπεζες) να συμμετέχουν στη bad bank;
2) H περίμετρος συμμετεχόντων στη bad bank. Αυτή θα μπορούσε να περιλαμβάνει τράπεζες με σημαντικού ύψους μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, πάνω από ένα όριο που θα καθοριστεί, και όπου υπάρχουν αιτήματα από πλευράς επόπτη για μία στρατηγική επιτάχυνσης της εξυγίανσης των ισολογισμών από το βάρος των NPLs. Με βάση τις βέλτιστες πρακτικές, η συμμετοχή στη bad bank θα πρέπει να είναι εθελοντική ή να ενθαρρύνεται με παροχή κινήτρων; Τι είδους εργαλεία πρέπει να δημιουργηθούν ώστε να δίνονται κίνητρα στις τράπεζες ή να απαιτείται από αυτές το "ξεφόρτωμα" υψηλών NPLs από τους ισολογισμούς τους; Βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, πώς θα μπορούσαν οι επόπτες να μετριάσουν την επίπτωση μεγάλων μεταβιβάσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων, μελετώντας ανά περίπτωση την κάθε τράπεζα;
3) Η εκτίμηση των μεταφερόμενων στοιχείων ενεργητικού. Οι κανόνες αποτίμησης για τη μεταβίβαση NPLs στη bad bank συνήθως αποδυναμώνονται όταν ιδρύονται εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων καθώς αναμένεται η ίαση δανείων συν τω χρόνω. Αυτό δημιουργεί κίνδυνο για την εταιρία διαχείρισης να πληρώσει περισσότερο για τα assets αποκτά, καταγράφοντας ζημίες στο μέλλον. Επομένως η τιμολόγηση των assets απαιτεί μία αυστηρή μεθοδολογία που θα βασίζεται σε διαδικασία due diligence μέσω της οποίας θα πιστοποιείται η αξία των στοιχείων ενεργητικού και των ενεχύρων τους. Ποια θα είναι τα συνιστώμενα στάδια της διαδικασίας αποτίμησης; Στην περίπτωση που σε μία εταιρία διαχείρισης απαιτήσεων υπάρχει και κρατική συμμετοχή, οι απαιτήσεις της διαδικασίας αποτίμησης θα πρέπει να ακολουθούν τη μεθολογία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τους κανόνες κρατικών ενισχύσεων;
4) Η κεφαλαιακή δομή και οι πηγές χρηματοδότησης της εταιρίας διαχείρισης. Οι δομές αυτές για τις εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων ποικίλλουν και διέπονται επίσης από διαφορετικό νομοθετικό πλαίσιο (τραπεζική άδεια ή όχι). Ως αποτέλεσμα, έχουν διαφορετικές επιπτώσεις στην περίπτωση κρατικής ιδιοκτησίας σε όρους ενοποίησης (consolidation) στον ισολογισμό της εταιρίας διαχείρισης με το Δημόσιο, καθιστώντας έτσι δύσκολο για κράτη – μέλη με περιορισμένο δημοσιονομικό χώρο (δυνατότητες) να ιδρύσουν μία κρατική bad bank. Από την άλλη πλευρά, εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων που βασίζονται στην κατ΄εντολήν συμμετοχή του εθνικού τραπεζικού τομέα θα επιβάρυναν και θα αποδυνάμωναν τους μικρότερους δανειστές (τράπεζες). Θα πρέπει να ερευνηθεί ποιά εμπόδια αντιμετωπίζουν οι ιδιωτικές bad banks. Πώς μπορούν να υιοθετηθούν μοντέλα σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτών; Σε περίπτωση κρατικής συμμετοχής, ποιο είναι το απαιτούμενο επίπεδο κεφαλαίων έτσι ώστε να μην απαιτείται ενοποίηση της εταιρίας διαχείρισης απαιτήσεων με τον προϋπολογισμό της γενικής κυβέρνησης; Ζήτημα είναι το πώς θα μπορούν να προσελκυσθούν επενδυτές, εκτός τραπεζικού συστήματος, ώστε να συμμετάσχουν μετοχικά σε μία bad bank. Ποια θα πρέπει να είναι η δομή χρηματοδότησης της bad bank και πώς θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν κρατικές εγγυήσεις; Ποιες είναι οι δυνατότητες να ιδρυθούν εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων εντός και εκτός πλαισίου εκκαθάρισης/εξυγίανσης (resolution);
5) Τέλος, η διακυβέρνηση και η αποστολή
της bad bank θα πρέπει να έχει πρωταρχικό στόχο τη μεγιστοποίηση της
ανακτηθείσας αξίας από μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Προς τούτο θα πρέπει να
υπάρξουν οι κατάλληλες κυβερνητικές δράσεις που θα αποτελούν ασπίδα για
τη bad bank από πολιτικές παρεμβάσεις ή από πιέσεις στον προϋπολογισμό
της και θα διασφαλίζουν ότι αυτή δεν θα λειτουργεί επ΄ αόριστον ως
"αποθήκη" μεταβιβαζόμενων NPLs, αλλά θα έχει εξαρχής προσδιορισμένο
χρόνο ζωής. Ο σκοπός λειτουργίας bad bank, καταλήγουν οι ευρωπαϊκές
αρχές, πρέπει να είναι η δυνατότητα να επιλέγουν τις πιο αποτελεσματικές
στρατηγικές, συμπεριλαμβανομένων των μέσων καταναγκασμού, για την
είσπραξη δανείων. Ποιος θα ήταν ο καταλληλότερος σχεδιασμός
διακυβέρνησης και μήπως θα πρέπει να αναπτυχθούν εξωτερικές συνεργασίες
(outsourcing) με ανεξάρτητους διαχειριστές; Και τι είδους επίβλεψη της
λειτουργίας των bad banks από τις δημόσιες αρχές θα προβλέπεται;