Σε οξείς τόνους ξεκίνησε στη Βουλή η συζήτηση επί
του νομοσχεδίου του υπουργείου Παιδείας για την ανώτατη εκπαίδευση, με
τα κόμματα της αντιπολίτευσης να ασκούν σκληρή κριτική στην κυβέρνηση
για τις προτεινόμενες αλλαγές.
Η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ Μερόπη Τζούφη από την πλευρά της πάντως διαβεβαίωσε πως το νομοσχέδιο έχει στόχο τη διασφάλιση της εκπλήρωσης της αποστολής των ΑΕΙ, την ενίσχυση της έρευνας αλλά και της απρόσκοπτης πρόσβασης στην εκπαίδευση για όλους τους πολίτες, ενώ επισήμανε ότι ενσωματώνει μεγάλο μέρος των αιτημάτων της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Σημείωσε ακόμη πως πρόκειται για μια συντεταγμένη θεσμική αλλαγή στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης, προσθέτοντας ότι χειρίζεται τις αλλαγές με κοινωνικό και πολιτικό πρόσωπο. Ακόμη έκανε λόγο για αναπαραγωγή των ανισοτήτων κάτω από το υφιστάμενο πλαίσιο, αλλά και για ομάδες που διαστρεβλώνουν τον δημόσιο χαρακτήρα των ανώτατων ιδρυμάτων.
Ειδικότερα, μεταξύ άλλων, σημείωσε πως με την αντικατάσταση των συμβουλίων ιδρύματος από τα περιφερειακά συμβούλια επιτυγχάνεται η ακαδημαϊκή αναβάθμιση των ιδρυμάτων. «Η αντιπροσώπευση ενισχύεται σύμφωνα με την παράδοση της μεταπολίτευσης και ειδικά τον νόμο του 1982» είπε ακόμη η εισηγήτρια του νομοσχεδίου, για να σημειώσει πως το άσυλο επανέρχεται επειδή η κατάργησή του δεν απέφερε τίποτε. Κλείνοντας, άσκησε κριτική στον προηγούμενο νόμο πλαίσιο για τα ΑΕΙ, τον λεγόμενο νόμο Διαμαντοπούλου, αναφέροντας ότι αντιμετώπισε τη μέγιστη κοινωνική αντίδραση, καθώς είχες ως στόχο το πανεπιστήμιο του μάνατζμεντ, ενώ συρρίκνωσε τη διαφάνεια και τη δημοκρατία.
Σε αντιδιαστολή, εκ μέρους της Νέας Δημοκρατίας η Νίκη Κεραμέως υποστήριξε ότι η ζημιά που έχει προκαλέσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ στην Παιδεία είναι τεράστια αφού, όπως είπε, υποβάθμισε το ολοήμερο και το ψηφιακό σχολείο, κατάργησε την αξιολόγηση, απορύθμισε την επαγγελματική εκπαίδευση και απαξίωσε την αρχαία ελληνική γραμματεία. «Το νομοσχέδιο - πρόσθεσε - είναι σε μεγάλο βαθμό ακοστολόγητο, ενώ το χαρακτηρίζουν η οπισθοδρόμηση, η εσωστρέφεια, η συντήρηση και η υπερρύθμιση».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στο άσυλο, θέτοντας στον υπουργό Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου μια σειρά από ερωτήματα: «Μπορεί να γνωρίζει, κύριε υπουργέ, ένας πρύτανης τις λεπτές νομικές αποχρώσεις ανάμεσα στο κακούργημα και το πλημμέλημα; Τι θα κάνει; Θα πρέπει να συγκαλεί το πρυτανικό συμβούλιο. Η επαναφορά του ασύλου έχει ένα και μόνο σκοπό. Να απενεργοποιήσει τον μηχανισμό. Άλλο όμως είναι το άσυλο ιδεών και άλλο το άσυλο εγκληματιών» πρόσθεσε.
«Δίνετε στον εαυτό σας το δικαίωμα να αναπέμψετε ένα πρόγραμμα όταν έχετε ενστάσεις. Τα όργανα οφείλουν να συμμορφώνονται στις βουλές του υπουργού» τόνισε ακόμη, για να διατυπώσει ακόμη δυο ερωτήματα: «Θεωρείτε φυσιολογικό να ψηφίζουν οι φοιτητές για την απονομή τίτλου διδάκτορα ή για την επιλογή συγγραμμάτων; Γιατί, κύριε υπουργέ, δεν θέλετε τα ιδρύματα να έχουν τη δυνατότητα να ιδρύουν ξενόγλωσσα τμήματα;».
«Η κυβέρνηση διαφημίζει το διάλογο για την Παιδεία, αλλά το αφήγημα αυτό κατέρρευσε. Ο διάλογος ήταν προσχηματικός και λειτούργησε ως επικοινωνιακό τρικ» υποστήριξε από την πλευρά του ο αγορητής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Δημήτρης Κωσταντόπουλος.
Όπως υποστήριξε, οι πρωτοβουλίες του πολυνομοσχεδίου ακυρώνουν τομές και καινοτομίες που είχαν θεσμοθετηθεί από νόμους του ΠΑΣΟΚ. Πρέπει να απελευθερώσουμε την εκπαίδευση από το σφιχτό εναγκαλισμό με το κράτος, πρόσθεσε, ενώ κατηγορήσε την κυβέρνηση ότι «ευνοεί τις συντεχνίες, θέλει σύστημα εξίσωσης προς τα κάτω και πολιτικό άσυλο του ψεύτικου δικού της αφηγήματος». «Η κυβέρνηση δεν κατανόησε τα κελεύσματα των καιρών για τη μεγάλη παραγωγική ανασυγκρότηση που χρειάζεται η χώρα. Λέμε όχι στον κρατισμό, στις νησίδες ανομίας, στη συνδιοίκηση με τους φοιτητές» συμπλήρωσε.
Εκ μέρους της Χρυσής Αυγής ο Αντώνης Γρέγος χαρακτήρισε το άσυλο αισχρό μέτρο και έκανε λόγο για γνωστό ποίημα περί ελεύθερης έκφρασης ιδεών. «Ο συντάκτης του κειμένου προασπίζεται τους κουκουλοφόρους και αφήνει έξω όλες τις εγκληματικές ενέργειες» πρόσθεσε, για να υποστηρίξει ότι στη Βουλή καταλύεται το Σύνταγμα.
Από πλευράς Ανεξάρτητων Ελλήνων ο Κωνσταντίνος Κατσίκης υποστήριξε ότι στόχος του νομοσχεδίου είναι η θεραπεία των χρόνιων δυσλειτουργιών και η διεύρυνση της διαφάνειας. Μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στην ανάγκη χάραξης στρατηγικών ανάπτυξης για τα ιδρύματα της περιφέρειας, κατέθεσε σειρά προτάσεων εκ μέρους του κόμματός του, ενώ στηλίτευσε την παράλειψη της ένταξης των Εκκλησιαστικών Ακαδημιών στα ΑΕΙ.
«Εύχομαι η πρόβλεψη για την κατάργηση της διαγωγής στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση να μην οδηγήσει στην απόλυτη απείθεια και στην έλλειψη σεβασμού μεταξύ των μαθητών και απέναντι στους εκπαιδευτικούς» ανέφερε επίσης.
Το νομοσχέδιο είναι ένα αποφασιστικό βήμα για προσαρμογή της εκπαίδευσης στη ζούγκλα της καπιταλιστικής αγοράς, υποστήριξε από τη δική του πλευρά ο βουλευτής του ΚΚΕ Ιωάννης Δελής, προσθέτοντας ότι πρόκειται για συνέχεια των νόμων Γιαννάκου και Διαμαντοπούλου «και ο ΣΥΡΙΖΑ προσθέτει το δικό του στίγμα στις αντιδραστικές ρυθμίσεις».
«Το σοβιετικό εκπαιδευτικό σύστημα θεωρείται αξεπέραστο διότι είχε σκοπό και κίνητρο τη λαϊκή ευημερία. Η προπαγάνδα της κυβέρνησης για λαϊκά συμφέροντα αποτελεί πελώριο ψέμα. Για εσάς το πρόβλημα της εκπαίδευσης είναι το όχι τόσο καλό δέσιμο με το κεφάλαιο. Τα πανεπιστήμια θα λειτουργούν ως επιχειρήσεις και οι φοιτητές ως πελάτες. Η διάταξη περί απαλλαγής διδάκτρων στα μεταπτυχιακά προγράμματα γίνεται ο φερετζές για την απελευθέρωση των διδάκτρων» ανέφερε μεταξύ άλλων.
Ο βουλευτής της Ένωσης Κεντρώων Αναστάσιος Μεγαλομύστακας σημείωσε σκωπτικά πως «το πείραμα είναι ένα μέσο μάθησης αλλά οι υπουργοί μόνο αυτό εφαρμόζουν». Είπε ακόμη ότι «η παιδεία χόρτασε από μεγαλεπήβολα και μεγαλόπνοα σχέδια» και κάλεσε την πολιτική τάξη να μην τρέφει τη διχόνοια μεταξύ κοινωνικών ομάδων με ασάφειες.
Από το Ποτάμι ο Γιώργος Μαυρωτάς χαρακτήρισε το νομοσχέδιο «Στελθ» (σ.σ. τα αεροπλάνα που δεν πιάνουν τα ραντάρ) λόγω του ότι εμφανίστηκε στη Βουλή τον Αύγουστο. «Δεν έχει αναπτυξιακή πνοή, επαναφέρει επικοινωνιακά το άσυλο, στραγγαλίζει τα μεταπτυχιακά εκμεταλλευόμενο παθογένειες, προσπαθεί να δυσκολέψει την ευελιξία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης» σημείωσε. «Εμείς οι βουλευτές παίρνουμε μισθό και έξτρα επίδομα για τη συμμετοχή μας στις επιτροπές. Γιατί οι καθηγητές να μην πληρώνονται για τη συμμετοχή τους στα μεταπτυχιακά προγράμματα» ανέφερε ακόμη και προέβλεψε ότι «θα ενταθεί το κλίμα φυγής των καθηγητών και θα πληγεί η κοινωνική κινητικότητα».
Η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ Μερόπη Τζούφη από την πλευρά της πάντως διαβεβαίωσε πως το νομοσχέδιο έχει στόχο τη διασφάλιση της εκπλήρωσης της αποστολής των ΑΕΙ, την ενίσχυση της έρευνας αλλά και της απρόσκοπτης πρόσβασης στην εκπαίδευση για όλους τους πολίτες, ενώ επισήμανε ότι ενσωματώνει μεγάλο μέρος των αιτημάτων της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Σημείωσε ακόμη πως πρόκειται για μια συντεταγμένη θεσμική αλλαγή στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης, προσθέτοντας ότι χειρίζεται τις αλλαγές με κοινωνικό και πολιτικό πρόσωπο. Ακόμη έκανε λόγο για αναπαραγωγή των ανισοτήτων κάτω από το υφιστάμενο πλαίσιο, αλλά και για ομάδες που διαστρεβλώνουν τον δημόσιο χαρακτήρα των ανώτατων ιδρυμάτων.
Ειδικότερα, μεταξύ άλλων, σημείωσε πως με την αντικατάσταση των συμβουλίων ιδρύματος από τα περιφερειακά συμβούλια επιτυγχάνεται η ακαδημαϊκή αναβάθμιση των ιδρυμάτων. «Η αντιπροσώπευση ενισχύεται σύμφωνα με την παράδοση της μεταπολίτευσης και ειδικά τον νόμο του 1982» είπε ακόμη η εισηγήτρια του νομοσχεδίου, για να σημειώσει πως το άσυλο επανέρχεται επειδή η κατάργησή του δεν απέφερε τίποτε. Κλείνοντας, άσκησε κριτική στον προηγούμενο νόμο πλαίσιο για τα ΑΕΙ, τον λεγόμενο νόμο Διαμαντοπούλου, αναφέροντας ότι αντιμετώπισε τη μέγιστη κοινωνική αντίδραση, καθώς είχες ως στόχο το πανεπιστήμιο του μάνατζμεντ, ενώ συρρίκνωσε τη διαφάνεια και τη δημοκρατία.
Σε αντιδιαστολή, εκ μέρους της Νέας Δημοκρατίας η Νίκη Κεραμέως υποστήριξε ότι η ζημιά που έχει προκαλέσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ στην Παιδεία είναι τεράστια αφού, όπως είπε, υποβάθμισε το ολοήμερο και το ψηφιακό σχολείο, κατάργησε την αξιολόγηση, απορύθμισε την επαγγελματική εκπαίδευση και απαξίωσε την αρχαία ελληνική γραμματεία. «Το νομοσχέδιο - πρόσθεσε - είναι σε μεγάλο βαθμό ακοστολόγητο, ενώ το χαρακτηρίζουν η οπισθοδρόμηση, η εσωστρέφεια, η συντήρηση και η υπερρύθμιση».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στο άσυλο, θέτοντας στον υπουργό Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου μια σειρά από ερωτήματα: «Μπορεί να γνωρίζει, κύριε υπουργέ, ένας πρύτανης τις λεπτές νομικές αποχρώσεις ανάμεσα στο κακούργημα και το πλημμέλημα; Τι θα κάνει; Θα πρέπει να συγκαλεί το πρυτανικό συμβούλιο. Η επαναφορά του ασύλου έχει ένα και μόνο σκοπό. Να απενεργοποιήσει τον μηχανισμό. Άλλο όμως είναι το άσυλο ιδεών και άλλο το άσυλο εγκληματιών» πρόσθεσε.
«Δίνετε στον εαυτό σας το δικαίωμα να αναπέμψετε ένα πρόγραμμα όταν έχετε ενστάσεις. Τα όργανα οφείλουν να συμμορφώνονται στις βουλές του υπουργού» τόνισε ακόμη, για να διατυπώσει ακόμη δυο ερωτήματα: «Θεωρείτε φυσιολογικό να ψηφίζουν οι φοιτητές για την απονομή τίτλου διδάκτορα ή για την επιλογή συγγραμμάτων; Γιατί, κύριε υπουργέ, δεν θέλετε τα ιδρύματα να έχουν τη δυνατότητα να ιδρύουν ξενόγλωσσα τμήματα;».
«Η κυβέρνηση διαφημίζει το διάλογο για την Παιδεία, αλλά το αφήγημα αυτό κατέρρευσε. Ο διάλογος ήταν προσχηματικός και λειτούργησε ως επικοινωνιακό τρικ» υποστήριξε από την πλευρά του ο αγορητής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Δημήτρης Κωσταντόπουλος.
Όπως υποστήριξε, οι πρωτοβουλίες του πολυνομοσχεδίου ακυρώνουν τομές και καινοτομίες που είχαν θεσμοθετηθεί από νόμους του ΠΑΣΟΚ. Πρέπει να απελευθερώσουμε την εκπαίδευση από το σφιχτό εναγκαλισμό με το κράτος, πρόσθεσε, ενώ κατηγορήσε την κυβέρνηση ότι «ευνοεί τις συντεχνίες, θέλει σύστημα εξίσωσης προς τα κάτω και πολιτικό άσυλο του ψεύτικου δικού της αφηγήματος». «Η κυβέρνηση δεν κατανόησε τα κελεύσματα των καιρών για τη μεγάλη παραγωγική ανασυγκρότηση που χρειάζεται η χώρα. Λέμε όχι στον κρατισμό, στις νησίδες ανομίας, στη συνδιοίκηση με τους φοιτητές» συμπλήρωσε.
Εκ μέρους της Χρυσής Αυγής ο Αντώνης Γρέγος χαρακτήρισε το άσυλο αισχρό μέτρο και έκανε λόγο για γνωστό ποίημα περί ελεύθερης έκφρασης ιδεών. «Ο συντάκτης του κειμένου προασπίζεται τους κουκουλοφόρους και αφήνει έξω όλες τις εγκληματικές ενέργειες» πρόσθεσε, για να υποστηρίξει ότι στη Βουλή καταλύεται το Σύνταγμα.
Από πλευράς Ανεξάρτητων Ελλήνων ο Κωνσταντίνος Κατσίκης υποστήριξε ότι στόχος του νομοσχεδίου είναι η θεραπεία των χρόνιων δυσλειτουργιών και η διεύρυνση της διαφάνειας. Μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στην ανάγκη χάραξης στρατηγικών ανάπτυξης για τα ιδρύματα της περιφέρειας, κατέθεσε σειρά προτάσεων εκ μέρους του κόμματός του, ενώ στηλίτευσε την παράλειψη της ένταξης των Εκκλησιαστικών Ακαδημιών στα ΑΕΙ.
«Εύχομαι η πρόβλεψη για την κατάργηση της διαγωγής στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση να μην οδηγήσει στην απόλυτη απείθεια και στην έλλειψη σεβασμού μεταξύ των μαθητών και απέναντι στους εκπαιδευτικούς» ανέφερε επίσης.
Το νομοσχέδιο είναι ένα αποφασιστικό βήμα για προσαρμογή της εκπαίδευσης στη ζούγκλα της καπιταλιστικής αγοράς, υποστήριξε από τη δική του πλευρά ο βουλευτής του ΚΚΕ Ιωάννης Δελής, προσθέτοντας ότι πρόκειται για συνέχεια των νόμων Γιαννάκου και Διαμαντοπούλου «και ο ΣΥΡΙΖΑ προσθέτει το δικό του στίγμα στις αντιδραστικές ρυθμίσεις».
«Το σοβιετικό εκπαιδευτικό σύστημα θεωρείται αξεπέραστο διότι είχε σκοπό και κίνητρο τη λαϊκή ευημερία. Η προπαγάνδα της κυβέρνησης για λαϊκά συμφέροντα αποτελεί πελώριο ψέμα. Για εσάς το πρόβλημα της εκπαίδευσης είναι το όχι τόσο καλό δέσιμο με το κεφάλαιο. Τα πανεπιστήμια θα λειτουργούν ως επιχειρήσεις και οι φοιτητές ως πελάτες. Η διάταξη περί απαλλαγής διδάκτρων στα μεταπτυχιακά προγράμματα γίνεται ο φερετζές για την απελευθέρωση των διδάκτρων» ανέφερε μεταξύ άλλων.
Ο βουλευτής της Ένωσης Κεντρώων Αναστάσιος Μεγαλομύστακας σημείωσε σκωπτικά πως «το πείραμα είναι ένα μέσο μάθησης αλλά οι υπουργοί μόνο αυτό εφαρμόζουν». Είπε ακόμη ότι «η παιδεία χόρτασε από μεγαλεπήβολα και μεγαλόπνοα σχέδια» και κάλεσε την πολιτική τάξη να μην τρέφει τη διχόνοια μεταξύ κοινωνικών ομάδων με ασάφειες.
Από το Ποτάμι ο Γιώργος Μαυρωτάς χαρακτήρισε το νομοσχέδιο «Στελθ» (σ.σ. τα αεροπλάνα που δεν πιάνουν τα ραντάρ) λόγω του ότι εμφανίστηκε στη Βουλή τον Αύγουστο. «Δεν έχει αναπτυξιακή πνοή, επαναφέρει επικοινωνιακά το άσυλο, στραγγαλίζει τα μεταπτυχιακά εκμεταλλευόμενο παθογένειες, προσπαθεί να δυσκολέψει την ευελιξία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης» σημείωσε. «Εμείς οι βουλευτές παίρνουμε μισθό και έξτρα επίδομα για τη συμμετοχή μας στις επιτροπές. Γιατί οι καθηγητές να μην πληρώνονται για τη συμμετοχή τους στα μεταπτυχιακά προγράμματα» ανέφερε ακόμη και προέβλεψε ότι «θα ενταθεί το κλίμα φυγής των καθηγητών και θα πληγεί η κοινωνική κινητικότητα».