"Στα μέσα Απριλίου εκτιμούμε ότι υπάρχει ένα "παράθυρο” στο οποίο η Ελλάδα θα μπορούσε να επιχειρήσει την έκδοση ομολόγου, είτε τριετούς είτε δεκαετούς...", υποστήριξε αρμόδιος κυβερνητικός παράγοντας, διευκρινίζοντας όμως ότι η έκδοση αυτή προς το παρόν είναι παγιδευμένη στις αμφιβολίες της συγκυρίας.
Το ΥΠΟΙΚ βλέπει την έκδοση αυτή όχι ως μέρος ενίσχυσης αναγκών, αλλά ως "μήνυμα" προς τις αγορές ότι διατηρεί ζωντανή τη δυναμική προετοιμασίας κανονικής επιστροφής στις αγορές μετά την 20ή Αυγούστου και το τέλος του τρίτου προγράμματος.
Τα διαθέσιμα είναι ήδη σε υψηλά επίπεδα, ειδικά μετά την εκταμίευση της δόσης των 5,7 δισ. ευρώ, αλλά και τα ήδη συσσωρευμένα αποθεματικά από τα πλεονάσματα και τις προηγούμενες εκδόσεις.
Το "παράθυρο" του Απριλίου, όπως υποστηρίζεται αρμοδίως, έχει να κάνει τόσο με τις εσωτερικές συνθήκες (μη αναμονή άμεσων ειδήσεων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν το κλίμα) όσο και με τις εξωτερικές (κινήσεις κεφαλαίων στις οποίες θα μπορούσε να απευθυνθεί η έκδοση).
Τα "αρνητικά" στοιχεία στη δυναμική αυτής της έκδοσης έχουν να κάνουν κυρίως με το γεγονός ότι, μετά την πρώτη έκδοση του 2018, οι αποδόσεις του δεκαετούς ομολόγου έχουν σταθεροποιηθεί σε υψηλά σχετικά επίπεδα (μεταξύ 4,2% και 4,4%), από το 3,6% που είχαν προσωρινά πέσει, γεγονός που καθιστά πολύ επιφυλακτικούς τους θεσμικούς επενδυτές.
Το μη ευνοϊκό περιβάλλον για την έκδοση δεκαετούς ομολόγου περιορίζει, αλλά δεν ακυρώνει την προοπτική για την έκδοση –μικρή– ενός τριετούς ομολόγου, για το οποίο οι τιμές παραμένουν ελκυστικές.
Επιπλέον λόγοι, όμως, που δυσκολεύουν την πρόθεση του ΥΠΟΙΚ να εκμεταλλευτεί το "παράθυρο" του Απριλίου είναι τα επικείμενα αποτελέσματα των stress tests για τις τράπεζες, οι οποίες, μέχρι να ξεκαθαριστεί ο ορίζοντας των απαιτήσεων που θα προκύψουν, θα μένουν στο περιθώριο της αγοράς, περιορίζοντας τη συμμετοχή τους στα απολύτως αναγκαία...
Στο ΥΠΟΙΚ
Στο επιτελείο του ΥΠΟΙΚ, Τσακαλώτος και Χουλιαράκης αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο έκδοσης στα μέσα Απριλίου ως μια καθαρά πολιτική επιλογή, καθώς δεν υφίσταται για τον ορατό χρονικό ορίζοντα ανάγκη ενίσχυσης της ρευστότητας του Δημοσίου.
Το αντίθετο μάλιστα, τα διαθέσιμα του Δημοσίου έχουν αρχίσει να "υπερφορτώνονται" με κεφάλαια, τα οποία προς το παρόν συσσωρεύονται και συμβάλλουν στο να λύνουν τα προβλήματα ρευστότητας των τραπεζών, καθώς, όταν αυξάνεται διαρκώς το "κομμάτι" που μεταφέρεται ως κατάθεση στις συστημικές τράπεζες, μειώνεται αντίστοιχα η εξάρτησή τους από τον "ακριβό" ELA.
Στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και στον ΟΔΔΗΧ υπάρχει έντονη επιφυλακτικότητα ως προς τις προσδοκίες νέας εξόδου στις αγορές, καθώς το ενδεχόμενο μιας "ακριβής" ομολογιακής έκδοσης μπορεί να δώσει το αντίθετο μήνυμα στις αγορές από εκείνο της σταδιακής, αλλά σταθερής ομαλής επιστροφής.
Εικόνα η οποία επιχειρείται να σταθεροποιηθεί εδώ και μήνες με τις δοκιμαστικές μικρές εκδόσεις, που κλείνουν παράλληλα τις "τρύπες" στο "φάσμα" της καμπύλης των ομολόγων που βρίσκονται διαθέσιμα στην αγορά.
Στην ηγεσία του ΥΠΟΙΚ υπερισχύει αυτήν τη στιγμή η άποψη ότι το δίλημμα για το εάν θα πρέπει να γίνει ή όχι έκδοση, όπως επίσης και το τι διάρκειας έκδοση θα επιχειρηθεί, θα κριθεί με τη συμμετοχή των συμβούλων του ΥΠΟΙΚ και αφού αξιολογηθεί η κατάσταση στην αγορά μετά το καθολικό Πάσχα. Τότε θα αποφασιστεί τελικά αν είναι προτιμότερο να επιχειρηθεί η έκδοση –ακόμα και με τιμές μη επαρκώς ικανοποιητικές– ή θα ακολουθηθεί η τακτική της αναμονής για βελτίωση των συνθηκών αργότερα.
Η Γερμανία κερδίζει τη στήριξη της Γαλλίας στις προτάσεις για το χρέος
Μετά τις τελευταίες συναντήσεις Μέρκελ-Μακρόν και Λε Μερ-Σολτς, οι τεχνοκράτες των δύο χωρών ετοιμάζουν προτάσεις για το θέμα του χρέους που δεν φαίνεται να ευνοούν χώρες με υψηλό ποσοστό χρέους, όπως η Ελλάδα ή η Ιταλία και η Πορτογαλία.
Οι προτάσεις αυτές είναι προσανατολισμένες στη συνάρτηση της δυνατότητας "κουρέματος" του δημόσιου χρέους εις βάρος των επενδυτών, ενσωματώνοντας στους κρατικούς τίτλους ποσοστό κινδύνου που θα επηρεάζει, βέβαια, τις αποδόσεις τους. Η "αλλαγή" αυτή απορρέει από τη θέση ότι έτσι οι αγορές θα υποχρεώνουν τις κυβερνήσεις σε πολιτικές δημοσιονομικής πειθαρχίας, διαφορετικά θα τις τιμωρούν.
Το Βερολίνο θεωρεί ότι η οικονομία της Ευρωζώνης έχει επανέλθει και αντέχει μια τέτοια ανατροπή, δεδομένου ότι ακόμα και σήμερα τα κρατικά ομόλογα στους ισολογισμούς των τραπεζών αποτυπώνονται ως μηδενικού ρίσκου...
Όπως επίσης και γιατί το αναθεωρημένο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης των 224 σελίδων περιέχει τόσο πολύπλοκα συστήματα δημοσιονομικής εποπτείας που μπορούν με την –ανομολόγητη– ανοχή της Κομισιόν να παρακάμπτεται και να οδηγεί σε παρεκκλίσεις...
Το αποτέλεσμα των ιταλικών εκλογών, σύμφωνα με διπλωματικούς κύκλους, ήταν ο λόγος που έπεισε τον κ. Μακρόν να διολισθήσει στις γερμανικές απαιτήσεις, διασφαλίζοντας, έτσι, την "κάλυψη" του γαλλικού τραπεζικού συστήματος, καθώς το γαλλικό δημόσιο χρέος, παρότι αυξανόμενο, αξιολογείται με αναλογικότητα ως προς το γερμανικό.
Το πρόβλημα, όμως, σε ένα τέτοιο περιβάλλον απειλεί να γίνει πολύ σοβαρό τόσο για χώρες όπως η Πορτογαλία, που έχει βγει από το πρόγραμμα, ή η Ελλάδα, που είναι στην "έξοδο", και πολύ περισσότερο για οικονομίες όπως η ιταλική, της οποίας το δημόσιο χρέος ξεπερνά πλέον το 135% του ΑΕΠ, ενώ το ιδιωτικό χτυπάει "κόκκινο" στο ιταλικό τραπεζικό σύστημα.
Ποιες θα είναι οι συνέπειες μιας τέτοιας αλλαγής στην περίπτωση της Ελλάδας; Για το ήδη υπάρχον χρέος η πίεση στην Ελλάδα θα είναι μικρή, αφού αυτό έχει κλειδώσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα με τις ρυθμίσεις που έχουν ή πρόκειται να γίνουν.
Δεν θα συμβαίνει το ίδιο, όμως, για το "νέο" χρέος, το οποίο θα αρχίσει σταδιακά να αντικαθιστά στο παλιό μετά το 2020...
Το ΥΠΟΙΚ βλέπει την έκδοση αυτή όχι ως μέρος ενίσχυσης αναγκών, αλλά ως "μήνυμα" προς τις αγορές ότι διατηρεί ζωντανή τη δυναμική προετοιμασίας κανονικής επιστροφής στις αγορές μετά την 20ή Αυγούστου και το τέλος του τρίτου προγράμματος.
Τα διαθέσιμα είναι ήδη σε υψηλά επίπεδα, ειδικά μετά την εκταμίευση της δόσης των 5,7 δισ. ευρώ, αλλά και τα ήδη συσσωρευμένα αποθεματικά από τα πλεονάσματα και τις προηγούμενες εκδόσεις.
Το "παράθυρο" του Απριλίου, όπως υποστηρίζεται αρμοδίως, έχει να κάνει τόσο με τις εσωτερικές συνθήκες (μη αναμονή άμεσων ειδήσεων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν το κλίμα) όσο και με τις εξωτερικές (κινήσεις κεφαλαίων στις οποίες θα μπορούσε να απευθυνθεί η έκδοση).
Τα "αρνητικά" στοιχεία στη δυναμική αυτής της έκδοσης έχουν να κάνουν κυρίως με το γεγονός ότι, μετά την πρώτη έκδοση του 2018, οι αποδόσεις του δεκαετούς ομολόγου έχουν σταθεροποιηθεί σε υψηλά σχετικά επίπεδα (μεταξύ 4,2% και 4,4%), από το 3,6% που είχαν προσωρινά πέσει, γεγονός που καθιστά πολύ επιφυλακτικούς τους θεσμικούς επενδυτές.
Το μη ευνοϊκό περιβάλλον για την έκδοση δεκαετούς ομολόγου περιορίζει, αλλά δεν ακυρώνει την προοπτική για την έκδοση –μικρή– ενός τριετούς ομολόγου, για το οποίο οι τιμές παραμένουν ελκυστικές.
Επιπλέον λόγοι, όμως, που δυσκολεύουν την πρόθεση του ΥΠΟΙΚ να εκμεταλλευτεί το "παράθυρο" του Απριλίου είναι τα επικείμενα αποτελέσματα των stress tests για τις τράπεζες, οι οποίες, μέχρι να ξεκαθαριστεί ο ορίζοντας των απαιτήσεων που θα προκύψουν, θα μένουν στο περιθώριο της αγοράς, περιορίζοντας τη συμμετοχή τους στα απολύτως αναγκαία...
Στο ΥΠΟΙΚ
Στο επιτελείο του ΥΠΟΙΚ, Τσακαλώτος και Χουλιαράκης αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο έκδοσης στα μέσα Απριλίου ως μια καθαρά πολιτική επιλογή, καθώς δεν υφίσταται για τον ορατό χρονικό ορίζοντα ανάγκη ενίσχυσης της ρευστότητας του Δημοσίου.
Το αντίθετο μάλιστα, τα διαθέσιμα του Δημοσίου έχουν αρχίσει να "υπερφορτώνονται" με κεφάλαια, τα οποία προς το παρόν συσσωρεύονται και συμβάλλουν στο να λύνουν τα προβλήματα ρευστότητας των τραπεζών, καθώς, όταν αυξάνεται διαρκώς το "κομμάτι" που μεταφέρεται ως κατάθεση στις συστημικές τράπεζες, μειώνεται αντίστοιχα η εξάρτησή τους από τον "ακριβό" ELA.
Στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και στον ΟΔΔΗΧ υπάρχει έντονη επιφυλακτικότητα ως προς τις προσδοκίες νέας εξόδου στις αγορές, καθώς το ενδεχόμενο μιας "ακριβής" ομολογιακής έκδοσης μπορεί να δώσει το αντίθετο μήνυμα στις αγορές από εκείνο της σταδιακής, αλλά σταθερής ομαλής επιστροφής.
Εικόνα η οποία επιχειρείται να σταθεροποιηθεί εδώ και μήνες με τις δοκιμαστικές μικρές εκδόσεις, που κλείνουν παράλληλα τις "τρύπες" στο "φάσμα" της καμπύλης των ομολόγων που βρίσκονται διαθέσιμα στην αγορά.
Στην ηγεσία του ΥΠΟΙΚ υπερισχύει αυτήν τη στιγμή η άποψη ότι το δίλημμα για το εάν θα πρέπει να γίνει ή όχι έκδοση, όπως επίσης και το τι διάρκειας έκδοση θα επιχειρηθεί, θα κριθεί με τη συμμετοχή των συμβούλων του ΥΠΟΙΚ και αφού αξιολογηθεί η κατάσταση στην αγορά μετά το καθολικό Πάσχα. Τότε θα αποφασιστεί τελικά αν είναι προτιμότερο να επιχειρηθεί η έκδοση –ακόμα και με τιμές μη επαρκώς ικανοποιητικές– ή θα ακολουθηθεί η τακτική της αναμονής για βελτίωση των συνθηκών αργότερα.
Η Γερμανία κερδίζει τη στήριξη της Γαλλίας στις προτάσεις για το χρέος
Μετά τις τελευταίες συναντήσεις Μέρκελ-Μακρόν και Λε Μερ-Σολτς, οι τεχνοκράτες των δύο χωρών ετοιμάζουν προτάσεις για το θέμα του χρέους που δεν φαίνεται να ευνοούν χώρες με υψηλό ποσοστό χρέους, όπως η Ελλάδα ή η Ιταλία και η Πορτογαλία.
Οι προτάσεις αυτές είναι προσανατολισμένες στη συνάρτηση της δυνατότητας "κουρέματος" του δημόσιου χρέους εις βάρος των επενδυτών, ενσωματώνοντας στους κρατικούς τίτλους ποσοστό κινδύνου που θα επηρεάζει, βέβαια, τις αποδόσεις τους. Η "αλλαγή" αυτή απορρέει από τη θέση ότι έτσι οι αγορές θα υποχρεώνουν τις κυβερνήσεις σε πολιτικές δημοσιονομικής πειθαρχίας, διαφορετικά θα τις τιμωρούν.
Το Βερολίνο θεωρεί ότι η οικονομία της Ευρωζώνης έχει επανέλθει και αντέχει μια τέτοια ανατροπή, δεδομένου ότι ακόμα και σήμερα τα κρατικά ομόλογα στους ισολογισμούς των τραπεζών αποτυπώνονται ως μηδενικού ρίσκου...
Όπως επίσης και γιατί το αναθεωρημένο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης των 224 σελίδων περιέχει τόσο πολύπλοκα συστήματα δημοσιονομικής εποπτείας που μπορούν με την –ανομολόγητη– ανοχή της Κομισιόν να παρακάμπτεται και να οδηγεί σε παρεκκλίσεις...
Το αποτέλεσμα των ιταλικών εκλογών, σύμφωνα με διπλωματικούς κύκλους, ήταν ο λόγος που έπεισε τον κ. Μακρόν να διολισθήσει στις γερμανικές απαιτήσεις, διασφαλίζοντας, έτσι, την "κάλυψη" του γαλλικού τραπεζικού συστήματος, καθώς το γαλλικό δημόσιο χρέος, παρότι αυξανόμενο, αξιολογείται με αναλογικότητα ως προς το γερμανικό.
Το πρόβλημα, όμως, σε ένα τέτοιο περιβάλλον απειλεί να γίνει πολύ σοβαρό τόσο για χώρες όπως η Πορτογαλία, που έχει βγει από το πρόγραμμα, ή η Ελλάδα, που είναι στην "έξοδο", και πολύ περισσότερο για οικονομίες όπως η ιταλική, της οποίας το δημόσιο χρέος ξεπερνά πλέον το 135% του ΑΕΠ, ενώ το ιδιωτικό χτυπάει "κόκκινο" στο ιταλικό τραπεζικό σύστημα.
Ποιες θα είναι οι συνέπειες μιας τέτοιας αλλαγής στην περίπτωση της Ελλάδας; Για το ήδη υπάρχον χρέος η πίεση στην Ελλάδα θα είναι μικρή, αφού αυτό έχει κλειδώσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα με τις ρυθμίσεις που έχουν ή πρόκειται να γίνουν.
Δεν θα συμβαίνει το ίδιο, όμως, για το "νέο" χρέος, το οποίο θα αρχίσει σταδιακά να αντικαθιστά στο παλιό μετά το 2020...