Μέσα στον Μάιο οι τράπεζες αναμένεται να καταθέσουν στην εποπτική αρχή (Τράπεζα της Ελλάδος) μια νέα δέσμη προτάσεων για την περαιτέρω χαλάρωση των capital controls και συγκεκριμένα το τρίτο δεκαήμερο του μήνα.
Ας σημειωθεί πως το θέμα αυτό, στο οποίο ενεργά μετέχει η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών (ΕΕΤ), απασχόλησε έντονα τη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε μεταξύ της αντιπροεδρίας και των τραπεζών την περασμένη Παρασκευή.
Η επικείμενη έξοδος από το μνημόνιο θέτει επί τάπητος την ανάγκη για τις τράπεζες να δανειοδοτηθούν φθηνά. Τούτο θα προκύψει εν πολλοίς από την αξιολόγησή τους, η οποία τοποθετείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα από τους οίκους αξιολόγησης, παρά την πρόοδο που πραγματοποιούν οι ελληνικές τράπεζες καθημερινά και την οποία κατέγραψαν και τα πρόσφατα stress tests. Όπως όμως επισημαίνουν έμπειροι τραπεζίτες, τούτο (το χαμηλό rating των τραπεζών) αποτελεί το αποτέλεσμα των κεφαλαιακών περιορισμών. Ημερολογιακά τραπεζικοί κύκλοι σημειώνουν πως μπορεί να έχουμε δύο και όχι μία χαλάρωση μέχρι τον Αύγουστο που η χώρα ολοκληρώνει το πρόγραμμα χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Μία πριν από το Eurogroup του Ιουνίου (21.06) και μία ακόμη προς τον Αύγουστο.
Τραπεζικοί κύκλοι σημειώνουν πως η πρότασή τους θα εστιάζει κυρίως στη χαλάρωση των capital controls σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις. Εξηγούν στη «Ν» πως, σε ό,τι αφορά τους ιδιώτες, η χρήση μετρητών έχει έτσι κι αλλιώς περιοριστεί από την εκπαίδευση των Ελλήνων πολιτών στο πλαστικό χρήμα και πάντως η χρήση μετρητών δεν βελτιώνει καμία παραγωγική διαδικασία. Συγχρόνως, τα χρέη των νοικοκυριών είναι μεγάλα και αυτό εμποδίζει τα χρήματα να έρθουν από τα στρώματα στα γκισέ των τραπεζών, παρά τις όποιες προσπάθειες.
Αντιθέτως, σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις είναι σημαντικό αυτές να μπορούν να πραγματοποιούν συναλλαγές με τη μεγαλύτερη δυνατή ευκολία στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό, αντισταθμίζοντας τα προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν και τα οποία ούτως ή άλλως δημιουργούν μεγάλη δυσαρμονία στη λειτουργία τους. Έτσι λοιπόν θα πρέπει να αναμένονται σημαντικές αλλαγές στις συναλλαγές των επιχειρήσεων με το εξωτερικό.
Τι ισχύει σήμερα
Οι κεφαλαιακοί περιορισμοί ας σημειωθεί πως συχνά αναγκάζουν τις επιχειρήσεις να εξοφλούν εκ των προτέρων στους προμηθευτές τους τις υποχρεώσεις τους πριν καν παραλάβουν το οποιοδήποτε εμπόρευμα. Ωστόσο, οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα. Υπάρχει ειδική Υποεπιτροπή, ανά πιστωτικό ίδρυμα στην Ελλάδα με αρμοδιότητα την έγκριση συγκεκριμένων συναλλαγών που πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις με το εξωτερικό. Οι υποεπιτροπές εξετάζουν αιτήματα νομικών προσώπων κάθε νομικής μορφής και αντικειμένου δραστηριότητας, όπως και ατομικών επιχειρήσεων και ελεύθερων επαγγελματιών, οι οποίοι αιτούνται μεταφορές κεφαλαίων στο εξωτερικό. Το συνολικό ύψος των αιτημάτων για κάθε πελάτη υπόκειται ασφαλώς σε περιορισμούς (προκειμένου να εξεταστούν αιτήματα εταιρειών για ποσά πάνω από 40.000 ευρώ από τις επιτροπές, οι εταιρείες πρέπει να προσκομίσουν τα τιμολόγια τεκμηρίωσης της συναλλαγής), ενώ και οι τράπεζες έχουν πιστωτικά όρια ανά εβδομάδα τα οποία συχνά εξαντλούνται, ιδιαίτερα τη θερινή περίοδο. Δεν είναι λίγες οι φορές που προβάλλει το μήνυμα στις οθόνες των συναλλασσόμενων πως η τράπεζα εξάντλησε μέχρι τις συγκεκριμένες ημερομηνίες τα όριά της και έτσι δεν μπορεί να εμβάσει οποιοδήποτε ποσό στο εξωτερικό.
Όλα τα παραπάνω συνιστούν έναν στραγγαλισμό της επιχειρηματικότητας, όπως επίσης θέτουν τη χώρα μοιραία σε μία δεύτερη ταχύτητα στην Ευρώπη, καθώς της αφαιρούν σημαντικούς πόντους ανταγωνιστικότητας. Συγχρόνως οδηγούν τις τράπεζες σε χαμηλό rating, κάτι που σημαίνει πως έξω από την προστασία της ΕΚΤ, οι τράπεζες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν υψηλά επιτόκια για τον δανεισμό τους. Μόλις πριν από δύο εβδομάδες εξάλλου υπήρξε οδηγία της Ε.Ε., βάσει της οποίας όλες οι επιχειρήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα διευκολύνονται υπό προϋποθέσεις να λειτουργούν σε άλλες χώρες της Ένωσης. Αυτό σημαίνει πως θα μετακομίσουν και άλλες επιχειρήσεις από την Ελλάδα, προκειμένου να μπορέσουν να λειτουργήσουν.
«Προαπαιτούμενα» για πλήρη άρση
Η πλήρης άρση των capital controls υπόκειται σε έναν «οδικό χάρτη» που μεταξύ άλλων προβλέπει βελτίωση του κλίματος στις αγορές, βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας στις τράπεζες (αύξηση καταθέσεων, μείωση NPLs, μηδενισμός του ELA).
Έτσι, η πλήρης άρση των capital controls, όπως δικαίως πιστεύουν έγκυροι χρηματοπιστωτικοί παράγοντες, δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί για ιδιώτες και επιχειρήσεις πριν από τη διετία.
Χρονικό κεφαλαιακών ελέγχων
Οι κεφαλαιακοί έλεγχοι εισήχθησαν στο Ελληνικό Δίκαιο τον Ιούνιο του 2015, έπειτα από απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να μη γίνει μεγαλύτερο το επίπεδο της δανειστικής έσχατης προσφυγής (ELA) των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων.
Τον Ιούλιο του 2016 υπήρξε μια μερική χαλάρωση των capital controls ως προς την ανάληψη μετρητών και τη μεταφορά κεφαλαίων.
Άλλη μία χαλάρωση -πιο ουσιαστική- επήλθε τον Νοέμβριο του 2017, όπου επετράπη και το άνοιγμα λογαριασμών φυσικών και νομικών προσώπων, όμως υπό προϋποθέσεις.
Την 1η Μαρτίου του 2018 υπήρξε μια τρίτη χαλάρωση που επέτρεψε χωρίς προϋποθέσεις το άνοιγμα λογαριασμών και για επιχειρήσεις και για ιδιώτες. Το όριο ανάληψης ανήλθε πια στα 2.300, ενώ αυξήθηκε ισόποσα και η μεταφορά ξένου νομίσματος στο εξωτερικό.
Ας σημειωθεί πως το θέμα αυτό, στο οποίο ενεργά μετέχει η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών (ΕΕΤ), απασχόλησε έντονα τη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε μεταξύ της αντιπροεδρίας και των τραπεζών την περασμένη Παρασκευή.
Η επικείμενη έξοδος από το μνημόνιο θέτει επί τάπητος την ανάγκη για τις τράπεζες να δανειοδοτηθούν φθηνά. Τούτο θα προκύψει εν πολλοίς από την αξιολόγησή τους, η οποία τοποθετείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα από τους οίκους αξιολόγησης, παρά την πρόοδο που πραγματοποιούν οι ελληνικές τράπεζες καθημερινά και την οποία κατέγραψαν και τα πρόσφατα stress tests. Όπως όμως επισημαίνουν έμπειροι τραπεζίτες, τούτο (το χαμηλό rating των τραπεζών) αποτελεί το αποτέλεσμα των κεφαλαιακών περιορισμών. Ημερολογιακά τραπεζικοί κύκλοι σημειώνουν πως μπορεί να έχουμε δύο και όχι μία χαλάρωση μέχρι τον Αύγουστο που η χώρα ολοκληρώνει το πρόγραμμα χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Μία πριν από το Eurogroup του Ιουνίου (21.06) και μία ακόμη προς τον Αύγουστο.
Τραπεζικοί κύκλοι σημειώνουν πως η πρότασή τους θα εστιάζει κυρίως στη χαλάρωση των capital controls σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις. Εξηγούν στη «Ν» πως, σε ό,τι αφορά τους ιδιώτες, η χρήση μετρητών έχει έτσι κι αλλιώς περιοριστεί από την εκπαίδευση των Ελλήνων πολιτών στο πλαστικό χρήμα και πάντως η χρήση μετρητών δεν βελτιώνει καμία παραγωγική διαδικασία. Συγχρόνως, τα χρέη των νοικοκυριών είναι μεγάλα και αυτό εμποδίζει τα χρήματα να έρθουν από τα στρώματα στα γκισέ των τραπεζών, παρά τις όποιες προσπάθειες.
Αντιθέτως, σε ό,τι αφορά τις επιχειρήσεις είναι σημαντικό αυτές να μπορούν να πραγματοποιούν συναλλαγές με τη μεγαλύτερη δυνατή ευκολία στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό, αντισταθμίζοντας τα προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν και τα οποία ούτως ή άλλως δημιουργούν μεγάλη δυσαρμονία στη λειτουργία τους. Έτσι λοιπόν θα πρέπει να αναμένονται σημαντικές αλλαγές στις συναλλαγές των επιχειρήσεων με το εξωτερικό.
Τι ισχύει σήμερα
Οι κεφαλαιακοί περιορισμοί ας σημειωθεί πως συχνά αναγκάζουν τις επιχειρήσεις να εξοφλούν εκ των προτέρων στους προμηθευτές τους τις υποχρεώσεις τους πριν καν παραλάβουν το οποιοδήποτε εμπόρευμα. Ωστόσο, οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα. Υπάρχει ειδική Υποεπιτροπή, ανά πιστωτικό ίδρυμα στην Ελλάδα με αρμοδιότητα την έγκριση συγκεκριμένων συναλλαγών που πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις με το εξωτερικό. Οι υποεπιτροπές εξετάζουν αιτήματα νομικών προσώπων κάθε νομικής μορφής και αντικειμένου δραστηριότητας, όπως και ατομικών επιχειρήσεων και ελεύθερων επαγγελματιών, οι οποίοι αιτούνται μεταφορές κεφαλαίων στο εξωτερικό. Το συνολικό ύψος των αιτημάτων για κάθε πελάτη υπόκειται ασφαλώς σε περιορισμούς (προκειμένου να εξεταστούν αιτήματα εταιρειών για ποσά πάνω από 40.000 ευρώ από τις επιτροπές, οι εταιρείες πρέπει να προσκομίσουν τα τιμολόγια τεκμηρίωσης της συναλλαγής), ενώ και οι τράπεζες έχουν πιστωτικά όρια ανά εβδομάδα τα οποία συχνά εξαντλούνται, ιδιαίτερα τη θερινή περίοδο. Δεν είναι λίγες οι φορές που προβάλλει το μήνυμα στις οθόνες των συναλλασσόμενων πως η τράπεζα εξάντλησε μέχρι τις συγκεκριμένες ημερομηνίες τα όριά της και έτσι δεν μπορεί να εμβάσει οποιοδήποτε ποσό στο εξωτερικό.
Όλα τα παραπάνω συνιστούν έναν στραγγαλισμό της επιχειρηματικότητας, όπως επίσης θέτουν τη χώρα μοιραία σε μία δεύτερη ταχύτητα στην Ευρώπη, καθώς της αφαιρούν σημαντικούς πόντους ανταγωνιστικότητας. Συγχρόνως οδηγούν τις τράπεζες σε χαμηλό rating, κάτι που σημαίνει πως έξω από την προστασία της ΕΚΤ, οι τράπεζες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν υψηλά επιτόκια για τον δανεισμό τους. Μόλις πριν από δύο εβδομάδες εξάλλου υπήρξε οδηγία της Ε.Ε., βάσει της οποίας όλες οι επιχειρήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα διευκολύνονται υπό προϋποθέσεις να λειτουργούν σε άλλες χώρες της Ένωσης. Αυτό σημαίνει πως θα μετακομίσουν και άλλες επιχειρήσεις από την Ελλάδα, προκειμένου να μπορέσουν να λειτουργήσουν.
«Προαπαιτούμενα» για πλήρη άρση
Η πλήρης άρση των capital controls υπόκειται σε έναν «οδικό χάρτη» που μεταξύ άλλων προβλέπει βελτίωση του κλίματος στις αγορές, βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας στις τράπεζες (αύξηση καταθέσεων, μείωση NPLs, μηδενισμός του ELA).
Έτσι, η πλήρης άρση των capital controls, όπως δικαίως πιστεύουν έγκυροι χρηματοπιστωτικοί παράγοντες, δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί για ιδιώτες και επιχειρήσεις πριν από τη διετία.
Χρονικό κεφαλαιακών ελέγχων
Οι κεφαλαιακοί έλεγχοι εισήχθησαν στο Ελληνικό Δίκαιο τον Ιούνιο του 2015, έπειτα από απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να μη γίνει μεγαλύτερο το επίπεδο της δανειστικής έσχατης προσφυγής (ELA) των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων.
Τον Ιούλιο του 2016 υπήρξε μια μερική χαλάρωση των capital controls ως προς την ανάληψη μετρητών και τη μεταφορά κεφαλαίων.
Άλλη μία χαλάρωση -πιο ουσιαστική- επήλθε τον Νοέμβριο του 2017, όπου επετράπη και το άνοιγμα λογαριασμών φυσικών και νομικών προσώπων, όμως υπό προϋποθέσεις.
Την 1η Μαρτίου του 2018 υπήρξε μια τρίτη χαλάρωση που επέτρεψε χωρίς προϋποθέσεις το άνοιγμα λογαριασμών και για επιχειρήσεις και για ιδιώτες. Το όριο ανάληψης ανήλθε πια στα 2.300, ενώ αυξήθηκε ισόποσα και η μεταφορά ξένου νομίσματος στο εξωτερικό.