Στοιχεία μετωπικής κόντρας τείνει να αποκτήσει η μέχρι σήμερα “ανταλλαγή απόψεων” μεταξύ των αρμοδίων υπουργών και του κυβερνητικού βουλευτή Παν. Κουρουμπλή σε ότι αφορά τον τρόπο καθορισμού στην χώρα μας της τιμής των φαρμάκων. Κατά την διάρκεια συζήτησης κατόπιν σχετικής επερώτησης Κουρουμπλή προς την υπουργό οικονομικών, ο βουλευτής καταλόγισε στο υπουργείο ανέξοδη συμφωνία στα λόγια και ολιγωρία επί του πρακτέου να προχωρήσει σε ενέργειες που θίγουν τα συμφέροντα των φαρμακευτικών εταιριών.
Ο Π. Κουρουμπλής στην ερώτησή του κατήγγειλε για πολλοστή τους τελευταίους μήνες φορά ότι βάσει και των στοιχείων του υπουργείου οικονομικών για τις τιμές των φαρμάκων, η ταλανιζόμενη στη δίνη της δημοσιονομικής κρίσης Ελλάδα, είναι η τρίτη ακριβότερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η τρίτη ακριβότερη στα γενόσημα φάρμακα παγκοσμίως. Ο κυβερνητικός βουλευτής αναφέρθηκε σε “σοβαρότατη παράβαση της νομοθεσίας αναφορικά με τις τιμές των φαρμάκων”, εξηγώντας ότι σύμφωνα με το νόμο 3408 που ψηφίστηκε στις 4/11/2005 και αφορούσε τον τρόπο καθορισμού των τιμών των φαρμάκων, η χώρα μας θα έπρεπε να ήταν από τις φθηνότερες της Ευρώπης και τουλάχιστον η φθηνότερη της Ευρωζώνης.
Ολίγον παρακάτω ο επερωτών βουλευτής επεσήμανε τα κατ’ αυτόν αίτια και υπαιτίους της μακρόχρονης σε βάρος των ελλήνων φορολογουμένων κερδοσκοπίας. Επί λέξει : “Ο τρόπος καθορισμού των τιμών των φαρμάκων πραγματοποιούνταν από το Υπουργείο Ανάπτυξης, σύμφωνα με στοιχεία που προσκόμιζαν οι φαρμακευτικές εταιρείες με την ευθύνη ότι τα στοιχεία αυτά είναι αληθή. Ωστόσο, το πρώην Υπουργείο Ανάπτυξης απ’ ότι φαίνεται, δεν πραγματοποιούσε τους απαραίτητους τακτικούς ως ορίζονται στο νόμο ελέγχους, με συνέπεια να φτάσουμε στο σημείο να κερδοσκοπούν οι φαρμακευτικές εταιρείες εις βάρος του δημοσίου χρήματος. Υπολογίζεται ότι κατά παράβαση του νόμου 3408, οι φαρμακευτικές εταιρείες, εισέπρατταν την τελευταία τετραετία περίπου 1 δισεκατομμύριο ευρώ ετησίως περισσότερα χρήματα από όσα έπρεπε να εισπράττουν από τα ασφαλιστικά ταμεία και τα νοσοκομεία.”
Στην κατάληξη της επερώτησής του ο Π. Κουρουμπλής επανέφερε το αίτημα/πρότασή του να κινηθούν άμεσα διαδικασίες ώστε
α) τα ασφαλιστικά ταμεία να διεκδικήσουν επιστροφή χρημάτων από τις ως άνω εταιρείες
β) τα νοσοκομεία να προχωρήσουν σε συμψηφισμό των διαφορών τιμών με τα χρέη των φαρμακευτικών εταιριών. Αφου βέβαια κινηθούν οι απαραίτητες διαδικασίες που θα τα έχουν “και με την βούλα” πιστοποιήσει.
Το μένος, μερικά λεπτά αργότερα, του κυβερνητικού βουλευτή ήταν αποτέλεσμα της απάντησης - μη απάντησης του υφυπουργού Μάρκου Μπόλαρη, η οποία σε τίποτε συγκεκριμένο δεν δεσμεύτηκε. Ο υφυπουργός απέδωσε εύσημα στην επερώτηση χαρακτηρίζοντάς την “πολύ εύστοχη”, καταλόγισε στην προηγούμενη κυβέρνηση ότι με την πολιτική της στο θέμα του φαρμάκου “ζημίωσε τα ασφαλιστικά ταμεία και το δημόσιο αυξάνοντας τα χρέη στα νοσοκομεία”, πέραν δε αυτού ουδέν. “Κύριε Υπουργέ δεν μου απαντάται στην ερώτηση που σας απηύθυνα”, αντέδρασε σε έντονο ύφος ο Κουρουμπλής ξαναλαμβάνοντας τον λόγο, μη διστάζοντας να διατυπώσει ως ερώτημα με τρόπο απολύτως συγκεκριμένο το πρώτο βήμα υλοποίησης της πρότασής του: “ Πρόκειται η συγκεκριμένη υπόθεση να πάει στον Εισαγγελέα για να αποδειχθεί εάν πραγματικά οι φαρμακευτικές εταιρείες παραπλανούσαν το ελληνικό κράτος ή όχι;” Ομολογουμένως το ερώτημα παραείναι συγκεκριμένο και κοφτό για να απαντιέται με περιστροφές και ανέξοδες διαπιστώσεις