Σε 30 δισ. ευρώ θα ανέρχεται η συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, στον μηχανισμό στήριξης της Ελλάδας, όπως ανακοίνωσε ο επικεφαλής του Ντομινίκ Στρος Καν, που επισήμανε ότι το συμβούλιο του Ταμείου θα εγκρίνει το ποσό εντός της εβδομάδας.
Σε δήλωσή του, ο Ντομινίκ Στρος Καν τόνισε ότι "η ελληνική κυβέρνηση έχει χαράξει ένα φιλόδοξο πακέτο πολιτικής για να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση που αντιμετωπίζει η χώρα. Τόνισε δε, ότι πρόκειται για ένα πολυετές πρόγραμμα που ξεκινά με σημαντικές προσπάθειες, οι οποίες στοχεύουν στο να διορθωθούν οι βαριές δημοσιονομικές ανισορροπίες της Ελλάδας, στο να καταστήσουν την ελληνική οικονομία πιο ανταγωνιστική, και στην πορεία να αποκαταστήσουν την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Ο επικεφαλής του ΔΝΤ εξέφρασε την πεποίθησή ότι οι προσπάθειες που καταβάλλει η ελληνική κυβέρνηση σε συνδυασμό με την σταθερή δέσμευσή της να εφαρμόσει τα μέτρα που ανακοινώθηκαν, θα επαναφέρουν την οικονομία της χώρας στη σωστή κατάσταση και θα αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη των αγορών. Χαρακτήρισε ως βασικούς πυλώνες του προγράμματος της ελληνικής κυβέρνησης τη δημοσιονομική πολιτική και τα αναπτυξιακά μέτρα.
"Ο συνδυασμός των περικοπών και της αύξησης των εσόδων που φθάνει στο 11% του ΑΕΠ, τα οποία είναι επιπλέον των μέτρων που είχαν ανακοινωθεί πριν λίγους μήνες, αποσκοπεί στο να αλλάξει ο συσχετισμός ανάμεσα στο δημόσιο χρέος και το ΑΕΠ και αρχής γενομένης από το 2013 να οδηγήσει σε μείωση του δημόσιου ελλείμματος κάτω από το 3% το 2014.", προσθέτει.
Ακόμη, σημειώνει ότι τα μέτρα για το 2010 περιλαμβάνουν μείωση των μισθών και συντάξεων στον δημόσιο τομέα, η οποία όπως τονίζει είναι αναπόφευκτη, διότι αυτά τα δύο στοιχεία από μόνα τους αποτελούν το 75% του συνόλου (εκτός τόκων) των δημοσίων δαπανών στην Ελλάδα.
Όσον αφορά στα αναπτυξιακά μέτρα, ο κ. Στρος-Καν επισημαίνει ότι θα στοχεύουν στον εκσυγχρονισμό της οικονομίας και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας έτσι ώστε η χώρα να εξέλθει από την κρίση το συντομότερο δυνατό και επισημαίνει ότι στα μέτρα που θα ληφθούν περιλαμβάνονται η ενίσχυση των πολιτικών που αφορούν στην αγορά εργασίας και στη μισθοδοσία, η καλύτερη διοίκηση και επενδυτική δραστηριότητα των κρατικών οργανισμών, και η βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος.