Στις Βρυξέλλες, το επόμενο τρίμηνο χαρακτηρίζεται ως «η τελευταία ευκαιρία» για να δρομολογήσει η χώρα μας την ανάκαμψη της οικονομίας.
Οι Ευρωπαίοι εταίροι εκτιμούν ότι μετά τις γενναίες προσπάθειες της Αθήνας, και αυτοί με τη σειρά τους ανταποκρίθηκαν πλήρως στις δεσμεύσεις που είχαν αναλάβει για τη στήριξη της Ελλάδας. Ωστόσο, πηγές της Κομισιόν διαμηνύουν ότι περιθώρια για «πίστωση χρόνου» δεν υπάρχουν και καθιστούν σαφές ότι το χρονοδιάγραμμα των μεταρρυθμίσεων θα πρέπει να τηρείται πιστά. Η επιτήρηση των διαρθρωτικών αλλαγών θα είναι συνεχής -σε εβδομαδιαία βάση- και ενδεχόμενη απόκλιση από τους στόχους θα έχει ως μη αναστρέψιμο αποτέλεσμα τη λήψη πρόσθετων μέτρων, πριν παρατηρηθεί εκτροχιασμός.
Στην πρώτη γραμμή βρίσκεται η φορολογική μεταρρύθμιση, ζήτημα στο οποίο η Ευρωζώνη πιέζει για άμεση έγκρισή του από τη Βουλή και κυρίως πιστή εφαρμογή του.
Η προώθησή του με «θρησκευτική ευλάβεια» και χωρίς παρεκκλίσεις συνιστά την απόλυτη προϋπόθεση για την εκταμίευση, εντός του πρώτου τριμήνου του 2013, της επόμενης δόσης των 14,8 δισ. ευρώ. Μάλιστα, οι Βρυξέλλες έχουν ξεκαθαρίσει ότι η παραμικρή απόκλιση θα συνεπάγεται το άμεσο «πάγωμα» της βοήθειας. Πάντως, στην έδρα της Κομισιόν εκφράζεται ανησυχία για το γεγονός ότι η ψήφιση του φορολογικού μετατίθεται για μετά τις εορτές, λόγω του κλεισίματος της Βουλής στις 20 Δεκεμβρίου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δόσεις των 2 δισ. ευρώ του Ιανουαρίου, των 2,8 δισ. ευρώ του Φεβρουαρίου και των 2,8 δισ. ευρώ του Μαρτίου θα εκταμιευθούν υπό τον όρο της εφαρμογής συγκεκριμένων οροσήμων του μνημονίου και πάντα σε συμφωνία με την τρόικα. Δηλαδή, οι εκταμιεύσεις του δανείου εξαρτώνται πλήρως από την εκπλήρωση των στόχων του προγράμματος. Στο μικροσκόπιο της Ευρωζώνης βρίσκεται και η πορεία υλοποίησης των αποκρατικοποιήσεων.
Τους κοινοτικούς παράγοντες απασχολούν ορισμένα προβλήματα που θα πρέπει να ξεπεραστούν άμεσα και τα οποία συνδέονται με την ανάγκη συμμόρφωσης με την κοινοτική νομοθεσία. Αν δεν επιλυθούν, ενδέχεται να εξελιχθούν σε εμπόδια για την υλοποίηση του κυβερνητικού σχεδιασμού. Οπως αναφέρουν πηγές της Κομισιόν, πρόκειται για «αγκάθια» τα οποία συζήτησε ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς με τον επίτροπο Ανταγωνισμού Χοακίν Αλμούνια την περασμένη Παρασκευή στις Βρυξέλλες.
Η Επιτροπή ασκεί πιέσεις ώστε οι ιδιωτικοποιήσεις να δρομολογηθούν με ταχείς ρυθμούς και με κινήσεις «ουσιαστικές και μεγάλου εύρους», όπως του ΟΣΕ, για να στείλουν τα κατάλληλα μηνύματα στους ενδιαφερομένους διεθνώς για την αποφασιστικότητα της Ελλάδας.
Στο πλαίσιο αυτό, καθοριστικής σημασίας είναι οι αυριανές συναντήσεις του πρωθυπουργού με τους επικεφαλής όλων των μεγάλων πολυεθνικών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, με στόχο να υπάρξουν συμφωνίες για τη διεύρυνση των δραστηριοτήτων τους και για νέες επενδύσεις.
Η «ακτινογραφία» της προσπάθειας ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας από τους ελεγκτές έρχεται σε μια περίοδο κατά την οποία η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει έναν μεγάλο σύμμαχό της, τον πρόεδρο του Eurogroup Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος τους τελευταίους μήνες, με τις πρωτοβουλίες του, συνέβαλε στη λήψη των αποφάσεων-ανάσα για τη χώρα μας.
Με δεδομένη την αδυναμία να προωθηθεί υποψήφιος από τον κοινοτικό Νότο όπως και από τις χώρες που βρίσκονται σε πρόγραμμα, οποιοσδήποτε υποψήφιος- πέραν του Γάλλου υπουργού Oικονομικών Πιερ Μοσκοβισί- θεωρείται αρνητική εξέλιξη για την Ελλάδα.
Η επικράτηση ενός διαδόχου του Ζ.Κ Γιούνκερ από τον «σκληρό» Βορρά θα σηματοδοτήσει την αλλαγή -επί τα χείρω- στην αντιμετώπιση της Ελλάδας και των υπόλοιπων αδύναμων κρίκων της ευρωζώνης. Η αναφορά του πρωθυπουργού ότι ο διάδοχος του Γιούνκερ θα προέρχεται από χώρα με την υψηλή πιστοληπτική ικανότητα των ΑΑΑ επιβεβαιώνει αυτή την εξέλιξη.
Βέβαια, θετικό είναι το γεγονός ότι η Ευρωζώνη δηλώνει έτοιμη, εφόσον η Ελλάδα τηρήσει τις υποχρεώσεις της, να λάβει συμπληρωματικά μέτρα για την περαιτέρω μείωση καθώς και για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
Ειδικότερα, η ευρωζώνη διαβεβαιώνει ότι, εφόσον κριθεί αναγκαίο, θα ληφθούν και νέα μέτρα ελάφρυνσης, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το χρέος θα υποχωρήσει στο 124% του ΑΕΠ μέχρι το 2020.
Παράλληλα, ιδιαίτερα σημαντική εξέλιξη είναι η διαβεβαίωση που παρέχουν οι εταίροι, οι οποίοι εκφράζουν ετοιμότητα για αύξηση της κοινοτικής συγχρηματοδότησης στο 95% των κονδυλίων της περιόδου 2014-2020. Πρόκειται για πρόσθετα 5 δισ. που αναμένεται να μειώσουν το χρέος κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες.
Με αυτή τη δέσμευση των εταίρων ανά χείρας, η κυβέρνηση καλείται να εντατικοποιήσει τις συζητήσεις με την ΕΤΕπ, ώστε να επιταχυνθούν οι θετικές παρεμβάσεις για το ξεπάγωμα των μεγάλων έργων που θα συμβάλουν καθοριστικά στην επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας.