«Ντόμινο» κραδασμών σε όλο το πολιτικό φάσμα προκαλεί η κατάρρευση του κόμματος των Ανεξάρτητων Ελλήνων μέσα σε λίγα 24ωρα, προκαλώντας νέο γύρο ανακατατάξεων και ζυμώσεων στην πολιτική σκηνή. Κι αυτό, σε μια εξαιρετικά κρίσιμη συγκυρία όπου οι απαραίτητες κινήσεις για την αναζωογόνηση της οικονομίας, μετά και την έγκριση της χορήγησης της δόσης από το Eurogroup, παραμένουν μετέωρες.
Το φυλλορρόημα των ΑΝΕΛ έρχεται να υπογραμμίσει τις ασύμμετρες απειλές για όλα τα κόμματα, σε ένα περιβάλλον αβεβαιότητας της κοινής γνώμης και γενικευμένης δυσπιστίας για τους πολιτικούς σχηματισμούς - όπως άλλωστε κατέγραψαν και οι τελευταίες δημοσκοπήσεις της METRON και MRB, σύμφωνα με τις οποίες ο ένας στους τέσσερις πολίτες κρατά αποστάσεις από τα κόμματα, ενώ οι ενδείξεις της πρόθεσης ψήφου εμφανίζουν τοπίο κατακερματισμού των δυνάμεων.
Στο Μέγαρο Μαξίμου ήδη μετρούν τα συν και τα πλην των ραγδαίων εξελίξεων τα τελευταία 24ωρα. Η εκτίμηση συνεργατών του πρωθυπουργού είναι πως η αποδυνάμωση του κόμματος του Π. Καμμένου καταδεικνύει τις ρωγμές στο, έτσι και αλλιώς, ετερόκλητο «αντιμνημονιακό μέτωπο» και ως ένα βαθμό -και για ορισμένο χρόνο- αμβλύνει την πίεση του «μετώπου» προς την τρικομματική κυβέρνηση.
Ωστόσο, η εικόνα είναι στην πραγματικότητα πιο σύνθετη για τον πρωθυπουργό και τη συνοχή της ΝΔ. Ο Αντώνης Σαμαράς καλείται τώρα να λύσει τον γρίφο της ανάπτυξης, καθώς ακόμα παραμένουν ζητούμενο οι κινήσεις για ρευστότητα στην αγορά, για επανεκκίνηση των μεγάλων οδικών έργων, για ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Από τις Βρυξέλλες, εξάλλου, κομίζει τη θετική «αύρα» των εταίρων για τη μέχρι τώρα κυβερνητική πορεία. Ωστόσο, η κυβέρνηση εξακολουθεί να βρίσκεται αντιμέτωπη με τον κακό της εαυτό, με ένα φορολογικό νομοσχέδιο κατά γενική ομολογία απότοκο προχειρότητας και αδικιών, με συνεχείς υπαναχωρήσεις στις πιέσεις συντεχνιών, σε αδυναμία να εφαρμόσει τον νόμο για τη διαθεσιμότητα των 2.000 δημοσίων υπαλλήλων, με τη χρόνια «ασθένεια» των δραματικών καθυστερήσεων στην εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού προγράμματος. Κι όλα αυτά, σε μια κυβέρνηση όπου το Υπουργικό Συμβούλιο είναι αδρανές και η τρικομματική συνεννόηση χωλαίνει.
Απαισιοδοξία
«Η εμπειρία των προηγούμενων μνημονίων έχει δείξει ότι η αρχική ευφορία για την επίτευξη της δανειοδότησης, γρήγορα δίνει τη θέση της ξανά στην απαισιοδοξία και τη σκληρή πραγματικότητα της ύφεσης και της δυσπραγίας», επισημαίνει ο Στράτος Φαναράς και προσθέτει: «Μένει να φανεί αν αυτή τη φορά οι αποφάσεις του Eurogroup μπορούν να δημιουργήσουν ένα θετικό momentum και να κινητοποιήσουν ευρύτερες παραγωγικές δυνάμεις στην κατεύθυνση της αντιστροφής της ύφεσης και της κρίσης εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας. Αν δεν βελτιωθεί σύντομα η εικόνα αυτή, τα όποια οφέλη από τη δόση θα πάνε χαμένα».
Σε δεύτερο πλάνο, οι κραδασμοί στους ΑΝΕΛ ανοίγουν τη συζήτηση για τη φυσιογνωμία, το εύρος και τις στρατηγικές επιλογές της Κεντροδεξιάς. Ο Αντ. Σαμαράς βλέπει να επανέρχεται το ερώτημα, αν η ΝΔ θα διατηρήσει μια «δεξιά» ταυτότητα, ενσωματώνοντας βουλευτές που έφυγαν από τους ΑΝΕΛ, ή ο ίδιος θα επιχειρήσει τη διεύρυνση της παράταξης προς το Κέντρο με ευρωπαϊκά, μεταρρυθμιστικά χαρακτηριστικά. Προς το παρόν, διακρίνονται δύο τάσεις. Η μια εντός της ΝΔ θεωρεί άμεσης προτεραιότητας την εκκίνηση των διαδικασιών επανένταξης βουλευτών που αποχώρησαν από τους Ανεξάρτητους Έλληνες. Ήδη ο Αδ. Γεωργιάδης, ο υπουργός Μακεδονίας Θράκης Θόδ. Καράογλου βλέπουν θετικά το ενδεχόμενο αυτό, ενώ ο Φαήλος Κρανιδιώτης κάνει ένα βήμα παραπέρα: «Είναι καιρός για άνοιγμα προς τη βάση των ΑΝΕΛ και της Χρυσής Αυγής, χωρίς προσβολές ή συγκρουσιακά συνθήματα, αλλά με πρακτικές πολιτικές». Για τη «Χρυσή Αυγή» οι ανησυχίες μεγαλώνουν, καθώς και στην έρευνα της MRB εμφανίζονται οι απώλειες προς το κόμμα αυτό από τη ΝΔ στο 5,6%.
Κραδασμοί
Αντιφατικές είναι οι επιπτώσεις των κραδασμών στους ΑΝΕΛ και στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ βλέπει να καταρρέει ένας φορέας που σε πιθανές εκλογικές ανακατατάξεις -με τον Αλ. Τσίπρα πρώτο αλλά τον ΣΥΡΙΖΑ όχι αυτοδύναμο- θα παρείχε ψήφο εμπιστοσύνης ή έστω ανοχής σε μια αριστερόστροφη κυβέρνηση. Αν όμως αυτό απομακρύνεται ως ενδεχόμενο, ενισχύεται η αίσθηση πως ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ εμφανίζεται ως η πιο ανθεκτική αντιμνημονιακή δύναμη. Αλλά και αυτό από μόνο του δεν αρκεί να στηρίξει ούτε τον ισχυρισμό «είμαστε έτοιμοι να κυβερνήσουμε» ούτε το επίμονο αίτημα για πρόωρες εκλογές, που προφανώς λόγω των εξελίξεων μοιάζει να απομακρύνεται.
Κορυφαία στελέχη της Κουμουνδούρου θεωρούν ότι αυτή η ιδιότυπη παράταση χρόνου μπορεί να αξιοποιηθεί για στροφή του Αλέξη Τσίπρα προς πιο μετριοπαθείς και ευρωπαϊκές θέσεις «εξουσίας». Όλα αυτά συγκρούονται βεβαίως με θέσεις ακραίου ακτιβισμού αλλά και φτηνού λαϊκισμού - είναι ενδεικτικό πως οι κ. Δ. Στατούλης και Κ. Ήσυχος επανέφεραν το θέμα «πετρέλαιο από τη Βενεζουέλα» με αφορμή το ταξίδι του Αλ. Τσίπρα στη Λατινική Αμερική. Η όποια πάντως απόπειρα μεταστροφής ήδη συναντά την έντονη αντίδραση του «Αριστερού Ρεύματος».
Σε κάθε περίπτωση, η συρρίκνωση των «Ανεξάρτητων Ελλήνων» στον πολιτικό χάρτη της χώρας, μοιάζει να ενισχύει τις ροπές προς ένα δίπολο «ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ» ή, κατά πολλούς «Σαμαράς- Τσίπρας», πιέζοντας περαιτέρω τον ήδη κατακερματισμένο και συρρικνωμένο χώρο της Κεντροαριστεράς, με το ΠΑΣΟΚ να «σταθεροποιείται» δημοσκοπικά στα επίπεδα του 5% και τη ΔΗΜ.ΑΡ. στο 4,5%.
Ο πολυτεμαχισμός του άλλοτε κραταιού χώρου είναι αντιστρόφως ανάλογος των δηλώσεων στελεχών κομμάτων αλλά και μεμονωμένων προσωπικοτήτων, για την ενότητα και ανασυγκρότηση του χώρου. Μερικοί, όπως ο Α. Λοβέρδος επιλέγουν να δοκιμάσουν την τύχη τους με νέα πολιτικά σχήματα εκτός ΠΑΣΟΚ. Αλλά και ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜ.ΑΡ. φαίνεται να διεξάγεται ένα παρασκηνιακό «μπρα ντε φερ» για το ποιος θα έχει το πάνω χέρι σε έναν διάλογο για την ανασύνθεση της Κεντροαριστεράς. Ήδη ο Ευάγγ. Βενιζέλος την περασμένη Τρίτη κίνησε τα νήματα ενός διαλόγου τόσο με τη ΔΗΜ.ΑΡ. όσο και με τις «συνιστώσες» του σοσιαλδημοκρατικού χώρου. Μια μέρα μετά, ήταν η σειρά του Φ. Κουβέλη να αναθέσει στους Ν. Μπίστη και Θ. Μαργαρίτη να εισηγηθούν στην Εκτελεστική Επιτροπή την ερχόμενη Τρίτη την κατεύθυνση για τη σχετική συζήτηση - όλα αυτά με τη σύγκληση μιας νέας σύσκεψης του «Φόρουμ» στις αρχές Ιανουαρίου.
Σημείο-κλεδί πάντως και πεδίο εσωτερικών τριβών είναι αν, με βάση τα «παλιά υλικά» μπορεί να υπάρξει αξιόπιστη ανασύσταση του χώρου. «Χρειαζόμαστε συγκλίσεις με μεταρρυθμιστικό πρόσημο και αυτό δεν μπορεί να γίνει ούτε με παρθενογένεση αλλά ούτε με μια απλή σύμπλευση ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜ.ΑΡ., αλλά με την υπέρβαση αυτών των σχημάτων», υποστηρίζει κορυφαίο στέλεχος της ΔΗ.ΜΑΡ. Κι αυτό, την ώρα που ο Φ. Κουβέλης θέτει ως προϋπόθεση για την όποια συζήτηση τη διατήρηση της οργανωτικής αυτοτέλειας του κόμματος.