Δέκα ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες, συνολικής ισχύος 2.318 MW, μία άδεια ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο λιγνίτη ισχύος 450 MW, έξι ορυχεία και περίπου 2 εκατομμύρια πελάτες, μαζί με τους εργαζόμενους που απασχολούνται στις αντίστοιχες μονάδες και υπηρεσίες αποτελούν την προίκα της «μικρής ΔΕΗ», η οποία θα τεθεί προς πώληση.
Πρόκειται για τη νέα εταιρεία που δημιουργείται με απόσχιση του 30% του παραγωγικού και εμπορικού χαρτοφυλακίου της ΔΕΗ με βάση το τελικό κείμενο του νομοσχεδίου που κατέθεσε ο υπουργός Περιβάλλοντος - Ενέργειας το βράδυ της Δευτέρας στη Βουλή. Το όλο εγχείρημα έχει προκαλέσει τις έντονες αντιδράσεις της ΓΕΝΟΠ, η οποία με μία σκληρή ανακοίνωσή της, χθες, διαμήνυσε την κάθετη αντίθεσή της, κάλεσε την τοπική αυτοδιοίκηση και όλους τους φορείς σε συστράτευση και προανήγγειλε «αντίσταση» στην ιδιωτικοποίηση. Η νέα εταιρεία, στην οποία θα περάσουν και οι υποχρεώσεις που αντιστοιχούν στις υπό εισφορά παραγωγικές μονάδες και υπηρεσίες, θα πωληθεί με διεθνή πλειοδοτικό διαγωνισμό, ο οποίος μπορεί να προκηρυχθεί όσο «τρέχουν» οι διαδικασίες της απόσχισης. Στόχος είναι η πώληση να ολοκληρωθεί ως το τέλος του 2015. Ορισμένες εκτιμήσεις ανεβάζουν την αξία της «μικρής ΔΕΗ» σε περίπου 1,5 δισ. ευρώ, ενώ σύμφωνα με κύκλους του υπουργείου Περιβάλλοντος - Ενέργειας έχει ήδη υπάρξει ενδιαφέρον από το εξωτερικό για το όλο εγχείρημα. Μάλιστα, πολλές πρεσβείες στην Αθήνα ζήτησαν μεταφρασμένο το αρχικό κείμενο του νομοσχεδίου για την απόσχιση της μικρής ΔΕΗ, το οποίο είχε τεθεί στη δημόσια διαβούλευση.
Το νέο σχήμα
Στο νέο σχήμα περνούν οι λιγνιτικοί σταθμοί Αμυνταίου Ι και ΙΙ, συνολικής ισχύος 600 MW, η επίσης «λιγνιτική» Μελίτη Ι, ισχύος 330ΜW, καθώς και η άδεια ηλεκτροπαραγωγής Μελίτη ΙΙ, ισχύος 450 MW. Επίσης, περνούν έξι ορυχεία λιγνίτη, έξι υδροηλεκτρικές μονάδες (Πλατανόβρυσης, ισχύος 116MW, Θησαυρού, ισχύος 384 MW, Aγρας, ισχύος 50 MW, Eδεσσαίος, ισχύος 19 MW και Πουρνάρι Ι και ΙΙ, ισχύος 334 MW), καθώς και η μονάδα φυσικού αερίου της Κομοτηνής, ισχύος 485 MW.
Από το εμπορικό τμήμα, στη νέα εταιρεία περνά το 30% του πελατολογίου και από τον τομέα προσωπικού οι συμβάσεις εργασίας που αντιστοιχούν στις εισφερόμενες μονάδες, ορυχεία και υπηρεσίες.
Το διοικητικό συμβούλιο της ΔΕΗ θα καταρτίσει το σχέδιο σύμβασης απόσχισης, το οποίο θα πρέπει να εγκριθεί από τη γενική συνέλευση τόσο της ΔΕΗ όσο και της νέας εταιρείας. Η μεταβίβαση θα γίνει με καθολική διαδοχή και ως αντάλλαγμα η ΔΕΗ θα πάρει το σύνολο των μετοχών εκδόσεως της νέας εταιρείας, η αξία των οποίων θα είναι ίση προς την αξία της καθαρής θέσης του εισφερόμενου κλάδου, με βάση τις οικονομικές καταστάσεις της ΔΕΗ.
Οι εκκρεμείς δίκες της ΔΕΗ συνεχίζονται αυτοδικαίως από τη δεύτερη εταιρεία, ενώ όσον αφορά στις εργασιακές σχέσεις που εμπίπτουν στον αποσχιζόμενο κλάδο η νέα εταιρεία υποκαθίσταται στις έννομες σχέσεις της ΔΕΗ Α.Ε. με τους εργαζόμενους.
Απόσχιση
Οι συμβάσεις προμήθειας που θα περάσουν στη νέα εταιρεία πρέπει να αντιστοιχούν σε ενέργεια στο 30% της συνολικής ενέργειας που προμηθεύει η ΔΕΗ στους πελάτες της. Για τον προσδιορισμό τους, το Δ.Σ. της ΔΕΗ μπορεί να λάβει υπόψη τον αριθμό των συνδέσεων, τα δεδομένα κατανάλωσης του μεμονωμένου πελάτη, ανεξαρτήτως αριθμού συνδέσεων, τη γεωγραφική κατανομή, τα στοιχεία οικονομικής συμπεριφοράς των πελατών κάθε κατηγορίας κ.λπ. Στο υπό απόσχιση πελατολόγιο περιλαμβάνονται όλες οι κατηγορίες καταναλωτών, οικιακοί, επαγγελματικοί, Υψηλής, Μεσαίας και Χαμηλής Τάσης.
Οι πελάτες που θα μεταφερθούν στη νέα εταιρεία θα ενημερωθούν με δημόσια ανακοίνωση της ΔΕΗ εντός τριών μηνών από την ολοκλήρωση της απόσχισης. Εντός του ιδίου τριμήνου η ΔΕΗ είναι υποχρεωμένη να ενημερώσει και ατομικά τους πελάτες, σε περίπτωση τροποποίησης των όρων σύμβασης σύμφωνα με τον Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρισμού. Εάν η νέα εταιρεία δεν είναι έτοιμη οργανωτικά και λειτουργικά να εξυπηρετήσει τους πελάτες της, τότε μπορεί να συμφωνήσει με τη ΔΕΗ να παρέχει εκείνη την ηλεκτρική ενέργεια, έναντι αντιτίμου.
Αύξηση 30% στο Τέλος ΑΠΕ
Σήμερα αναμένεται να ανακοινωθεί η τελική απόφαση της ΡΑΕ για την αύξηση του ΕΤΜΕΑΡ, του πρώην τέλους ΑΠΕ. Σύμφωνα με πληροφορίες, η αύξηση θα είναι γύρω στο 30%, που αντιστοιχεί περίπου σε 5 ευρώ ανά Mwh, δηλαδή από 14,96 ευρώ/MWh που είναι η μέση τιμή σήμερα κοντά στα 20 ευρώ/ Mwh.
Η αύξηση θα ισχύσει από 1ης Απριλίου, αλλά το πιθανότερο είναι ότι δεν θα είναι ίδια για όλες τις κατηγορίες καταναλωτών, που πληρώνουν διαφορετικό ποσό ανάλογα με τη δραστηριότητά τους, την οικιακή ή την επαγγελματική χρήση. Πιο επιβαρημένοι φαίνεται ότι θα είναι οι οικιακοί και οι εμπορικοί καταναλωτές ρεύματος και λιγότερο οι αγρότες. Σήμερα τα νοικοκυριά πληρώνουν ΕΤΜΕΑΡ 20,80 ευρώ/MWh που μπορεί με την αύξηση να φθάσει στα 26-28 ευρω/Mwh και οι έμποροι 21,77 ευρώ/ Mwh, που μπορεί να αυξηθεί στα 28-29 ευρώ/MWh.
To Eιδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπής Αερίων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ) πληρώνεται με όλους τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος. Η αύξησή του κρίνεται αναγκαία προκειμένου να εξαλειφθεί το έλλειμμα του ειδικού λογαριασμού ΑΠΕ ως το τέλος του χρόνου, καθώς δεν αρκεί το μικρότερο, απ' ό,τι αρχικά σχεδιαζόταν «κούρεμα» στις εγγυημένες τιμές των φωτοβολταϊκών και των άλλων τεχνολογιών ΑΠΕ. Πάντως η αύξηση είναι σημαντικά χαμηλότερη, από αυτή που θα είχε επιβληθεί αν δεν είχαν μειωθεί οι εγγυημένες τιμές των ΑΠΕ.
Ανάγκη για φορολογική σταθερότητα
Φορολογική και θεσμική σταθερότητα, καθώς και διοικητική συνέχεια ανεξαρτήτως των πολιτικών αλλαγών ζήτησε ο πρόεδρος του ΣΕΒ Δημήτρης Δασκαλόπουλος στην ομιλία του στο Γενικό Συμβούλιο του Συνδέσμου, που είχε ως επίσημο προσκεκλημένο τον γενικό γραμματέα Δημοσίων Εσόδων Χάρη Θεοχάρη.
Ο κ. Δασκαλόπουλος επισήμανε ότι τα τελευταία χρόνια έχουν εκδοθεί 10 κύριοι φορολογικοί νόμοι και πάνω από 1.000 ερμηνευτικές εγκύκλιοι και ζήτησε να επανασυσταθεί και να λειτουργήσει άμεσα η «Επιτροπή Διαβούλευσης για την πρόληψη και την αντιμετώπιση προβλημάτων της Αγοράς σε Φορολογικά και Τελωνειακά Θέματα» που είχε λειτουργήσει για ένα χρόνο, το 2003. «Η θεσμική σταθερότητα είναι το βασικό ζητούμενο για να υπάρχει οικονομική σταθερότητα», δήλωσε ο κ. Δασκαλόπουλος, τονίζοντας ότι η δημοκρατία ενέχει από τη φύση της ένα στοιχείο αβεβαιότητας..., καθώς η λαϊκή βούληση δεν είναι στατική, δεν είναι σταθερή».