Ακόμη μία κρίσιμη μάχη για την Ελλάδα δόθηκε τα ξημερώματα της Παρασκευής κι ένας ακόμη κρίσιμος σταθμός βρίσκεται μπροστά μας.
Οπως έδειξαν οι διαπραγματεύσεις στις Βρυξέλλες, ισχύει αυτό που είπε ο Ελληνας πρωθυπουργός. Οτι η διαδικασία ξαναμπήκε σε «ράγες», αν και με σχετικά μεγάλη καθυστέρηση κι αφού χάθηκε πολύτιμος χρόνος.
Αν όλα εξελιχθούν κατ' ευχήν και ομαλοποιηθεί η ρευστότητα προς την Ελλάδα, τότε μπαίνουν οι βάσεις για τη συνολική διαπραγμάτευση στην οικονομία. Υπάρχουν πολλά να γίνουν και οι διαδικασίες θα πάρουν αρκετό χρόνο, τουλάχιστον μέχρι το τέλος της παράτασης της δανειακής σύμβασης, δηλαδή μέχρι το τέλος Ιουνίου.
Ωστόσο, το πραγματικό πρόβλημα της χώρας, εφόσον επιλυθεί το χρηματοδοτικό ζήτημα, είναι πολύ μεγαλύτερο και αφορά τη συνολική εικόνα της οικονομίας. Είναι οι διαρθρωτικές αλλαγές που πρέπει να γίνουν, προκειμένου η χώρα να μην ξαναβρεθεί στο χείλος του γκρεμού.
Το πιο σημαντικό διακύβευμα, επομένως, είναι η ριζική ανατροπή σε ένα οικονομικό μοντέλο που φθίνει, γιατί στηρίζεται αφενός στην ενίσχυση του κρατισμού με ταυτόχρονο περιορισμό της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και των επενδύσεων και αφετέρου σε μια ξεπερασμένη νοοτροπία που θεωρεί φυσιολογικό τον δανεισμό προς κάλυψη ενός υπέρογκου δημόσιου τομέα και μιας επιδοματικής λογικής.
Αντί η Ελλάδα να ευνοεί την ανάπτυξη, την καινοτομία, τον υγιή ανταγωνισμό, τη συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, τον περιορισμό της σπατάλης, αναλώνεται σε πρακτικές που θυμίζουν ότι είναι η τελευταία «σοβιετική οικονομία» της Ευρώπης, όπως λένε σημαντικοί παράγοντες της αγοράς εδώ και πολλά χρόνια.
Το κυριότερο: Πρέπει να «αποποινικοποιηθεί» η έννοια των μεταρρυθμίσεων. Τα τελευταία χρόνια κακοποιήθηκε με βάναυσο τρόπο, ενώ στοχοποιήθηκαν όλοι όσοι μιλούσαν για τις μεγάλες αλλαγές που πρέπει να γίνουν στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας.
Δυστυχώς, υπάρχουν ακόμη πολλοί θύλακοι αντίστασης στον εκσυγχρονισμό που απαιτείται στην ελληνική κοινωνία και οικονομία. Οι βολεμένοι του κρατισμού τρέμουν στην ιδέα ότι μια χώρα με τόσο σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα, όπως η Ελλάδα, πρέπει να λάβει σοβαρές και πολλές φορές επώδυνες αποφάσεις. Και η παρούσα κυβέρνηση (όπως και η προηγούμενη) πρέπει να απαλλαγεί από όλους εκείνους που προτιμούν να μιλούν περισσότερο παρά να πράττουν.
Ο Αλέξης Τσίπρας από την πρώτη μέρα ανάληψης της πρωθυπουργίας ζήτησε λίγα λόγια και πολλή δουλειά. Αρκετά κυβερνητικά στελέχη, ωστόσο, επιλέγουν την αυτοπροβολή και περνούν πολλές ώρες δίνοντας συνεντεύξεις και αναλύοντας την κατάσταση ωσάν να είναι αρθρογράφοι κι όχι υπουργοί. Και κυρίως, λες και βρίσκονται ακόμη στην αντιπολίτευση επιλέγοντας τον ρόλο της «Πριμαντόντας» της πολιτικής.
Ο χρόνος, όμως, στερεύει για την πραγματική αλλαγή που χρειάζεται η χώρα. Δεν υπάρχουν περιθώρια για άλλες καθυστερήσεις, οπισθοπορείες και δημιουργικές ασάφειες. Είναι η ώρα των κρίσιμων αποφάσεων για το μέλλον της χώρας.