Εχει γίνει πλέον αποδεκτό από όλους ότι η άμετρη δανειοδότηση των τραπεζών για αγορές ακινήτων την περίοδο 1993-2008 και η παντελής έλλειψη οργάνωσης και πολεοδομικής στρατηγικής του δημόσιου τομέα, ώστε να ελέγξει και να καθοδηγήσει σωστά τη μεγάλη οικοδομική έξαρση που προέκυψε, οδήγησαν τελικά σε υπερβολές τον κλάδο των κατασκευών στην Ελλάδα και τον δυσφήμισαν στα μάτια της κοινωνίας.
Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια της κρίσης, οι κυβερνήσεις μας ήταν εγκλωβισμένες κυρίως από εγχώριους και ξένους επιστημονικούς συμβούλους χωρίς ουσιαστική εμπειρία της ελληνικής πραγματικής οικονομίας. Έτσι, αντιμετώπισαν με εχθρότητα τα ακίνητα, αλλά και τον κλάδο των κατασκευών, τον οποίο χαρακτήρισαν άδικα αντιπαραγωγικό, ενώ στηρίζει όλες τις δραστηριότητες της οικονομίας μας, και αγνόησαν τον θεμελιώδη παράγοντα της ασφάλειας και της ανάπτυξης που προσέδωσε όλα τα προηγούμενα χρόνια στη χώρα μας.
Και τελικά αποδείχθηκε ότι «όποιος αγνοεί το παρελθόν του δεν έχει μέλλον»!
Έτσι, η μείωση μέχρι και 80% των δραστηριοτήτων του κλάδου στην πενταετία 2008-2013, η οποία είναι η μεγαλύτερη και η πιο απότομη μείωση ενός επαγγελματικού κλάδου σε παγκόσμιο επίπεδο, προκάλεσε, όπως απέδειξε η σχετική μελέτη του ΙΟΒΕ, το 30% της ύφεσης της ελληνικής οικονομίας και δημιούργησε τους 300.000 από τους 1.200.000 ανέργους στον ιδιωτικό τομέα, οι οποίοι τροφοδοτούσαν με τη δουλειά τους τα κρατικά έσοδα και τα ασφαλιστικά ταμεία.
Ολη αυτή η καταστροφική πορεία του κλάδου δεν προκλήθηκε μόνο από τη δυσκολία δανειοδότησης των τραπεζών, αλλά και από την απότομη φορολογική επίθεση στην ακίνητη περιουσία, απαξιώνοντάς την και δημιουργώντας μεγάλη ανασφάλεια στο μεγαλύτερο ποσοστό των πολιτών και επιχειρηματιών της χώρας, ενώ παράλληλα προκάλεσε τη φυγή των αποταμιευτικών και επενδυτικών κεφαλαίων από τις ελληνικές τράπεζες στο εξωτερικό.
Σήμερα έγινε κατανοητό ότι αυτή η «νευρική» αντιμετώπιση των οικονομικών αναγκών του διογκωμένου και σπάταλου εκείνη την εποχή κράτους και η βιασύνη των δανειστών μας να εξασφαλίσουν τα κεφάλαιά τους οδήγησαν τις κυβερνήσεις σε αυτήν την εντελώς πρόχειρη και επιφανειακή στρατηγική της υπερφορολόγησης των ακινήτων και τη χώρα στη σημερινή αξεπέραστη οικονομική κρίση.
Στην Αγγλία, για παράδειγμα, που διαθέτει ένα από τα ισχυρότερα οικονομικά κέντρα του κόσμου, τα ακίνητα έχουν υψηλή αξία και μεγάλο ποσοστό απόδοσης των ενοικίων, προσδίδοντας από αυτά μεγάλα φορολογικά έσοδα στο κράτος, αλλά και δημόσια έσοδα από τις δράσεις του κλάδου των κατασκευών. Προσφέρουν όμως παράλληλα και την αναγκαία ασφάλεια των αποταμιευτικών και επενδυτικών κεφαλαίων που διακινούνται στη χώρα.
Η Ελλάδα αντίστοιχα, που είναι ένας από τους ισχυρότερους τουριστικούς προορισμούς του κόσμου, διαθέτοντας τις καλύτερες θάλασσες και σημαντικά ιστορικά και φυσικά αξιοθέατα, δεν θα έπρεπε να εφαρμόζει μια ανάλογη οικονομική πολιτική για τα ακίνητα, που είναι η πάγια περιουσία της χώρας μας;
Μετά από έξι χρόνια οικονομικής κρίσης και με στόχο την ανάπτυξη, ίσως ήρθε η ώρα να εφαρμοστεί επιτέλους και στην Ελλάδα μία πάγια φορολογική νομοθεσία για τα ακίνητα, ώστε να συμμετέχουν ανταποδοτικά στα έσοδα των Δήμων και να αντιμετωπίζονται ως επενδυτικά προϊόντα υψηλής απόδοσης, προσφέροντας φορολογικά έσοδα στο κράτος και ασφάλεια στους πολίτες της χώρας.
Άλλωστε, δεν πρέπει να αγνοούμε ότι η ασφάλεια είναι η ικανή και αναγκαία συνθήκη της ανάπτυξης.