Η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των stress tests από την ΕΚΤ το βράδυ της Παρασκευής "δεν" δρομολογεί τις ίδιες συνέπειες με τα προηγούμενα tests.
Με άλλα λόγια την Παρασκευή το βράδυ δεν θα μάθουμε ποιες τράπεζες και με πόσα κεφάλαια θα πρέπει να ενισχύσουν την περιουσία τους.
Εκτός ίσως από μία ιταλική περίπτωση την MPS (Monte dei Paschi di Sienna) για όλες τις τράπεζες που έχουν ενταχθεί στο Test –και οι ελληνικές δεν βρίσκονται ανάμεσά τους– τα αποτελέσματα της Παρασκευής θα δείξουν τις αντοχές των ευρωτραπεζών σε παραμετρικές αλλαγές στο περιβάλλον υπό διαφορετική και αυξημένη πίεση. Όπως για παράδειγμα σε αλλαγές στα επιτόκια ή διατήρησή τους επί μακρόν στα σημερινά μηδενικά επίπεδα, οι μεταβολές στις συναλλαγματικές ισοτιμίες και στις συνέπειές τους στο ενεργητικό των τραπεζών, κ.α.
Το επίπεδο αντοχών και η φερεγγυότητα των τραπεζικών Ομίλων σε κάθε μία από αυτές τις παραμέτρους θα "μετρηθεί" από την ΕΚΤ (European Systemic Risk Board (ESRB) και στη συνέχεια θα κριθεί το αν και ποιές εξ αυτών και σε ποιο κομμάτι του ισολογισμού τους θα πρέπει να φροντίσουν να καλύψουν τις εν δυνάμει μελλοντικές κεφαλαιακές ανάγκες τους... Με άλλα λόγια δεν πρόκειται να έχουμε αποτελέσματα τραπεζών που θα αποτύχουν ή θα πετύχουν στα stress test, αλλά τις αντοχές τους σε επιμέρους παραμετρικές αντίξοες συνθήκες.
Η σχετικά καθησυχαστική σε πρώτη ανάγνωση "διαδικασία" –σε σύγκριση με τα προηγούμενα stress test– δεν είναι στην πραγματικότητα τόσο... καθησυχαστική.
Και αυτό δεν φαίνεται μόνο στην αγωνιώδη αναζήτηση "λύσεων” για τις ιταλικές και πορτογαλικές τράπεζες, αλλά και στην πορεία των αποτελεσμάτων του ευρωπαίου τραπεζικού γίγαντα της Deutshe Bank που ανακοίνωσε πτώση καθαρών σχεδόν 100% στο β’ τρίμηνο του 2016 και με άλλες όπως η Commerzsbank να την ακολουθούν κατά πόδας.
Εκείνο που τρομάζει πίσω από τη σταδιακή και βήμα το βήμα προσέγγιση του προβλήματος που επιχειρούν τα Tests της Παρασκευής είναι το "ιδιωτικό χρέος" –σε όλες του τις εκφάνσεις– με το οποίο είναι φορτωμένες οι ευρωπαϊκές τράπεζες και του οποίου μόνο ένα μέρος είναι τα "κόκκινα δάνεια" που βάζουν στο κέντρο της εικόνας την Ιταλία, την Ελλάδα και πρόσφατα την Πορτογαλία.
Όπως παρατηρούν τραπεζικοί αναλυτές, τα ύψους δεκάδων τρισεκατομμυρίων εταιρικά χρέη που σήμερα είναι σε κατάσταση ομαλής εξυπηρέτησης μπορούν με την παραμικρή αλλαγή των παραμέτρων εξυπηρέτησής τους, είτε όσον αφορά το επιτοκιακό κόστος είτε τις συναλλαγματικές ισοτιμίες, είτε μεταβολές σε παράγωγα προϊόντα συνδεδεμένα με τις μεταβλητές αυτές να ανατρέψουν με μη αντιστρεπτό τρόπο την κατά τα άλλα "καθησυχαστική εικόνα" που προκύπτει από τον τρόπο διεξαγωγής των tress tests.
Όπως παρατηρείται οι παράμετροι αυτοί, επιτόκια, ισοτιμίες, κ.λ.π., σήμερα βρίσκονται ήδη σε μία εξαιρετικά παρατεταμένη αβεβαιότητα λόγω του ότι κινούνται σε επίπεδα μη συμβατά με την σταθερότητα και τις συνιστώσες κερδοφορίας του τραπεζικού συστήματος...
Οι ελληνικές τράπεζες
Όσο αφορά τις ελληνικές τράπεζες παρ' ότι είναι εκτός των Tests που έχουν γίνει και θα δημοσιοποιηθούν την Παρασκευή, έχουν ακριβώς την ίδια πηγή "ευαισθησίας” στους ισολογισμούς τους, δηλαδή τα κόκκινα δάνεια και την αδυναμία της οικονομικής δραστηριότητας στην εγχώρια οικονομία να παράγει εισοδήματα ικανά να βελτιώσουν την εξυπηρέτηση των κόκκινων δανείων.
Στην Έκθεση της ΤτΕ που δημοσιοποιήθηκε χθες αποτυπώνεται η σταθερή επιδείνωση της εικόνας αυτής, που δείχνει ότι το ποσοστό των δανείων που παραμένει πηγή της ανησυχίας έχει αυξηθεί στο 45,1% και το κύμα των δυσκολιών πίσω από το ποσοστό αυτό αντί να εκτονώνεται... "φουσκώνει” ακόμα περισσότερο.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον οι αλλαγές σε κρίσιμα πόστα στα διοικητικά συμβούλια των τραπεζών θα παίξουν καθοριστικό ρόλο, καθώς υπό την νέα σύνθεσή τους τα συμβούλια αυτά δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα χειρισθούν την υπόθεση των κόκκινων δανείων σε συνάρτηση με την προσπάθεια στήριξης της οικονομικής δραστηριότητας και ανάκαμψης της οικονομίας ή θα έχουν ως ύψιστο κριτήριο την επίτευξη "αποτελεσμάτων” ανεξάρτητα από τις συνέπειες στο σύνολο της οικονομίας.