Συνεχίζεται η δραματική πτώση των εισοδημάτων στα νοικοκυριά εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, καθώς μειώθηκαν κατά 600 εκατ ευρώ, επιδεινώνοντας την αγοραστική δύναμή τους.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το τρίτο τρίμηνο, το διαθέσιμο εισόδημα του τομέα των νοικοκυριών και των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά (ΜΚΙΕΝ) μειώθηκε κατά 2,3% ή 600 εκατομμύρια ευρώ
Έτσι διαμορφώθηκε σε 28,9 δισ. ευρώ από 29,5 δισ. ευρώ το τρίτο τρίμηνο του 2015.
Επίσης, το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών και των ΜΚΙΕΝ, που ορίζεται ως η ακαθάριστη αποταμίευση προς το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα, ήταν -10,2% κατά το τρίτο τρίμηνο του 2016, σε σύγκριση με -2,2% το τρίτο τρίμηνο του 2015.
Όσον αφορά την τελική καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών παρατηρείται αύξηση κατά 5,5% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, από 30,2 δισ. ευρώ σε 31,8 δισ. ευρώ.
Την τεράστια μείωση του πλούτου στα νοικοκυρά καταγράφει και μελέτη που δημοσιεύεται στο Οικονομικό Δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος
Σύμφωνα με τη μελέτη “Η οικονομική συμπεριφορά των νοικοκυριών στην Ελλάδα: Πρόσφατες εξελίξεις και προοπτικές” η οικονομική κρίση επηρέασε σημαντικά τον καθαρό χρηματοοικονομικό πλούτο των ελληνικών νοικοκυριών, ο οποίος από τις αρχές του 2008 μέχρι τις αρχές του 2016 υποχώρησε κατά 37,5%.
Κατά την επιδείνωση της κρίσης, παρατηρείται αποστροφή προς τον κίνδυνο και αναδιάταξη του χαρτοφυλακίου των νοικοκυριών, με προτίμηση για τις πιο άμεσα ρευστοποιήσιμες μορφές χρηματοοικονομικού πλούτου, όπως οι καταθέσεις. Ταυτόχρονα, το μερίδιο σε μετοχές, χρεόγραφα και αμοιβαία κεφάλαια μειώθηκε σημαντικά
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με μελέτη της ΓΣΕΒΕΕ μόνο 11,1% του πληθυσμού με ετήσιο εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ δήλωσε αύξηση εισοδήματος.
Περισσότερες από μία στις τρεις οικογένειες (37%) δηλώνει ότι διαβιώνει με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα που βρίσκεται στην κατώτερη κλίμακα μέχρι 10.000 ευρώ. Μάλιστα το ποσοστό αυτό είναι οριακά αυξημένο σε σχέση με το 36,3% του 2015.
Το 35,6% δηλώνει πως το ετήσιο εισόδημά του το 2016 ήταν από 10.001 έως 18.000 ευρώ, ενώ το 2015 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν υψηλότερο 36,1%.
Μόλις το 12,8% απάντησε πως οι ετήσιες απολαβές του ήταν ανάμεσα στην κλίμακα των 18.001 και 25.000 ευρώ, το 5,4% έχει εισόδημα μεταξύ των 25.001 και 30.000 ευρώ, το 2,3% από 30.001 έως 40.000 ευρώ και το 1,3% άνω των 40.000 ευρώ.
Αύξηση 8% στα πάγια κεφάλαια
Τέλος σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, όσον αφορά τις επενδύσεις κεφαλαίου, τατά το τρίτο τρίμηνο του 2016, οι ακαθάριστες επενδύσεις πάγιου κεφαλαίου του τομέα των μη χρηματοοικονομικών εταιρειών αυξήθηκαν κατά 8,3% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, από 2,095 δισ. ευρώ σε 2,270 δισ. ευρώ.
Το ποσοστό των επενδύσεων του τομέα που ορίζεται ως οι ακαθάριστες επενδύσεις πάγιου κεφαλαίου προς την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία ήταν 15,7% σε σύγκριση με 14,5% το τρίτο τρίμηνο του 2015.
Ο τομέας της γενικής κυβέρνησης κατά το τρίτο τρίμηνο του 2016 παρουσίασε καθαρή χορήγηση δανείων 2,8 δισ. ευρώ, σε σύγκριση με το τρίτο τρίμηνο του 2015, που η καθαρή λήψη δανείων ήταν 0,8 δισ. ευρώ.
Κατά το τρίτο τρίμηνο του 2016 καταγράφηκε πλεόνασμα στο εξωτερικό ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών 5,1 δισ. ευρώ, έναντι πλεονάσματος 5,8 δισ. ευρώ που είχε καταγραφεί το τρίτο τρίμηνο του 2015.