Μπορεί το κρέας να αποτελεί βασικό είδος διατροφής για τον Έλληνα καταναλωτή, ωστόσο η κατανάλωσή του από τα ελληνικά νοικοκυριά εμφανίζει τάσεις μείωσης, όπως προκύπτει από τα συμπεράσματα έρευνας που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της έκθεσης «FOOD EXPO» από την εταιρεία «MARC» με τη συνεργασία του περιοδικού «Meat News».
Το κρέας είναι ένα είδος τροφής που καταναλώνεται με υψηλή συχνότητα στην χώρα μας. Η συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών νοικοκυριών (96%) καταναλώνει κρέας τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα. Τέσσερα στα δέκα νοικοκυριά τρώνε κρέας δύο φορές την εβδομάδα, ενώ αντίστοιχο είναι και το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν πως τρώνε κρέας τρείς και περισσότερες φορές την εβδομάδα.
Ωστόσο, η κατανάλωση κρέατος από τα ελληνικά νοικοκυριά εμφανίζει τάσεις σχετικής μείωσης. Το 38% των νοικοκυριών αναφέρει πως καταναλώνει λιγότερο κρέας σε σχέση με 2-3 χρόνια πριν. Το 54% καταναλώνει περίπου την ίδια ποσότητα με πριν, ενώ μόλις το 7% ανέφερε αύξηση κατανάλωσης κρέατος σε σχέση με 2-3 χρόνια πριν. Η σχετική μείωση κατανάλωσης κρέατος από τα ελληνικά νοικοκυριά οφείλεται, εν μέρει στην οικονομική στενότητα (ως επίπτωση της κρίσης) και εν μέρει σε λόγους υγείας ή αλλαγής των διατροφικών συνηθειών.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, το κρεοπωλείο αποτελεί το συνηθέστερο σημείο αγοράς, αλλά ταυτόχρονα τα σούπερ μάρκετ κερδίζουν, αργά αλλά σταθερά, μερίδιο στην αγορά κρέατος. Το 68,5% δήλωσε ότι συνήθως αγοράζει κρέας από το κρεοπωλείο της γειτονιάς. Ένα στα πέντε νοικοκυριά (21,2%) αγοράζουν συνήθως από το super market, ενώ το 6,5% προτιμά τις μεγάλες κρεαταγορές/υπεραγορές κρέατος, ποσοστό διπλάσιο σε σχέση με 10 χρόνια πριν. Ένα 3,5% δήλωσε πως συνήθως προμηθεύεται κρέας απευθείας από παραγωγούς.
Η ποιότητα του κρέατος και η σχέση εμπιστοσύνης είναι τα σημαντικότερα κριτήρια επιλογής σημείου πώλησης. Το τρίτο κατά σειρά κριτήριο είναι οι τιμές. Η σημαντικότητα του κριτηρίου αυτού έχει αυξηθεί την τελευταία δεκαετία κατά 12 ποσοστιαίες μονάδες. Η απόσταση και η εξυπηρέτηση συμπληρώνουν την λίστα των κριτηρίων επιλογής σημείου αγοράς κρέατος, με μικρότερη όμως σημαντικότητα σε σχέση με το παρελθόν. Σημειώνεται πως το κυρίαρχο κριτήριο όσων επιλέγουν το κρεοπωλείο είναι η ποιότητα, ενώ ο βασικός λόγος επιλογής του σούπερ μάρκετ είναι οι τιμές.
Όσον αφορά το είδος κρέατος που προτιμούν οι καταναλωτές, το κοτόπουλο είναι το κρέας που καταναλώνουν με μεγαλύτερη συχνότητα τα ελληνικά νοικοκυριά. Ακολουθεί το βοδινό και τρίτο σε προτίμηση είναι το χοιρινό κρέας. Η κατανάλωση κοτόπουλου εμφανίζει αύξηση στα χρόνια της κρίσης.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, η ποιότητα του κρέατος αποτελεί το σημαντικότερο κριτήριο επιλογής κρέατος, συγκεντρώνοντας το 44% των αναφορών. Δεύτερο σε σημαντικότητα κριτήριο είναι η διατροφική αξία και οι επιπτώσεις στην υγεία, συγκεντρώνοντας το 29% των αναφορών. Η τιμή εμφανίζεται στην τρίτη θέση, αποτελώντας το σημαντικότερο κριτήριο επιλογής κρέατος για το 15% των καταναλωτών. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει πως στην περίπτωση αγοράς κρέατος, ακόμη και σε συνθήκες κρίσης, η χαμηλή τιμή από μόνη της χωρίς ένα αποδεκτό όριο ποιότητας και διατροφικής αξίας δεν είναι αποδεκτή. Αν και η προτίμηση στα ντόπια κρέατα είναι κυρίαρχη, η προέλευση αναφέρεται μόνο από το 11% ως το σημαντικότερο κριτήριο επιλογής κρέατος.
Το νωπό, χύμα κρέας, είναι κυρίαρχη προτίμηση του ελληνικού νοικοκυριού έναντι του κατεψυγμένου ή του συσκευασμένου. Ωστόσο, το συσκευασμένο κρέας έχει ένα καθόλου ευκαταφρόνητο κοινό. Ένα σε κάθε δέκα νοικοκυριά ανέφεραν πως αγοράζουν πολύ ή αρκετά συχνά συσκευασμένο κρέας σε δισκάκι, ενώ το 32% των νοικοκυριών ανέφερε πως αγοράζει με χαμηλότερη συχνότητα (σπάνια). Η προτίμηση του συσκευασμένου κρέατος εμφανίζεται σχετικά ισχυρότερη στους άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες και στις μικρότερες ηλικίες σε σχέση με τις μεγαλύτερες.
Ποσοστό 16% των καταναλωτών που συμμετείχαν στην έρευνα αγοράζουν συνήθως βιολογικά προϊόντα κρέατος. Ωστόσο, διαπιστώθηκε κατά την διάρκεια των συνεντεύξεων πως η έννοια «βιολογικό» είναι για πολλούς ασαφής και συγχέεται με έννοιες όπως «ποιοτικό κρέας», από μικρό παραγωγό, κρέας από ζώα ελευθέρας βοσκής, μη βιομηχανοποιημένο κλπ.
Τα ημι-έτοιμα προϊόντα κρέατος (μπιφτέκια, σουβλάκια, ρολό, παναρισμένα, κεμπάπ κλπ) καταγράφουν ένα δικό τους δυναμικό κοινό που αντιστοιχεί περίπου στο 1/3 του καταναλωτικού κοινού. Το 12% των νοικοκυριών δήλωσε πως αγοράζει ημι-έτοιμα προϊόντα κρέατος τουλάχιστον μία φορά τον μήνα και το 21% αγοράζει σε αραιότερα χρονικά διαστήματα.
Ένα στα τέσσερα νοικοκυριά δήλωσε πως αγοράζει παραδοσιακά αλλαντικά (περισσότερο χωριάτικα λουκάνικα) τουλάχιστον μία φορά τον μήνα, ενώ ποσοστό 38% αγοράζουν αραιότερα. Μόνο το 36,4% των νοικοκυριών δεν συνηθίζει να καταναλώνει παραδοσιακά αλλαντικά.
Σημαντική πηγή κατανάλωσης κρεατοσκευασμάτων για το ελληνικό νοικοκυριό είναι τα ψητοπωλεία και τα σουβλατζίδικα. Ο ένας στους πέντε ερωτώμενους δήλωσε πως τρώνε ή παραγγέλνουν σουβλάκια, γύρο ή άλλα κρεατοσκευάσματα από ψητοπωλεία ή σουβλατζίδικα, τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα (21%). Παρόμοιο ποσοστό αναφέρει συχνότητα 2-3 φορές τον μήνα (19,4%,) και μία φορά τον μήνα (20,6%). Την υψηλότερη συχνότητα κατανάλωσης κρεατοσκευασμάτων από ψητοπωλεία και σουβλατζίδικα καταγράφουν οι άνδρες και οι νεώτερες ηλικίες.
Οι εννέα στους δέκα ερωτώμενους ανέφεραν πως αγοράζουν συνήθως ντόπια κρέατα. Με δεδομένο ότι η συντριπτικά μεγαλύτερη ποσότητα του κρέατος που διατίθεται στην ελληνική αγορά είναι εισαγόμενο, αναδεικνύεται μία σοβαρότατη αναντιστοιχία μεταξύ των εντυπώσεων και της πραγματικότητας, όσον αφορά την προέλευση του κρέατος που αγοράζουν οι καταναλωτές. Το ποσοστό όσων αγοράζουν εισαγόμενο κρέας θεωρώντας πως είναι εγχώριο, είναι εξαιρετικά υψηλό.
Το γεγονός ότι το μεγαλύτερο ποσοστό κρέατος που διατίθεται στην ελληνική αγορά είναι εισαγόμενο φαίνεται να το γνωρίζει το 54,5% των καταναλωτών (στην Θεσσαλονίκη το ποσοστό αυτό μάλιστα ανεβαίνει στο 65,8%). Το 36% δηλώνει άγνοια, ενώ το 10% πιστεύει πως το μεγαλύτερο ποσοστό του διατιθέμενου κρέατος στην αγορά είναι ελληνικό. Έξι στους δέκα καταναλωτές (62%) θεωρούν πιθανό να έχουν υπάρξει θύματα παραπλάνησης ως προς την προέλευση του κρέατος που αγοράζουν.
Ο μέσος όρος χρημάτων που διαθέτουν εβδομαδιαίως τα ελληνικά νοικοκυριά είναι κατ’ εκτίμηση τα 24 ευρώ. Παρά την οικονομική στενότητα, το ένα περίπου στα δύο νοικοκυριά (52,6%) δήλωσαν με ισχυρή βεβαιότητα ότι θα πλήρωναν περισσότερα χρήματα για να αγοράσουν ένα πιο ποιοτικό προϊόν κρέατος από αυτό που αγοράζουν συνήθως (πχ κρέατα από φάρμες, μαύρους χοίρους κλπ).