Η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους μπορεί
να μην χρειαστεί να γίνει καν, σημειώνει η Citi, αναφερόμενη στο έγγραφο
του ESM που διέρρευσε χθες, ενώ υποβαθμίζει κι άλλο τις εκτιμήσεις της
για την ελληνική οικονομία και βλέπει πλέον ύφεση και το 2017.
Όπως επισημαίνει η αμερικάνικη τράπεζα, ο
ESM υποστηρίζει ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος μπορεί να είναι βιώσιμο
(και δεν χρειάζεται ελάφρυνση ) εάν το πρωτογενές πλεόνασμα παραμείνει
στο 3,5% του ΑΕΠ έως το 2032 και στο 3% έως το 2038.
Το έγγραφο αναφέρει επίσης με
λεπτομέρειες τη "μέγιστη δυνατή ελάφρυνση του χρέους βάσει της συμφωνίας
του Μαΐου 2016" - δηλαδή την παράταση της λήξης κατά 17,5 έτη από τα
σημερινά 32,5 έτη, με τα τελικά δάνεια να λήγουν το 2080, της
αποπληρωμές να διατηρούνται στο 0,4% του ΑΕΠ και το επιτόκιο στο 1% έως
το 2050 - και αυτό θα επιτρέψει να μειωθεί το πρωτογενές πλεόνασμα από
3,5% το 2022 σε μέσο όρο 2,2% το 2023-2060.
Ο ESM θα αγοράσει επίσης το 2019 τα 13
δισ. ευρώ που οφείλει η Ελλάδα στο ΔΝΤ, καθώς αυτά τα δάνεια είναι πολύ
πιο ακριβά από εκείνα της ευρωζώνης.
Το έγγραφο αναφέρει επίσης το πιο
απαισιόδοξο σενάριο του ΔΝΤ, όπου το χαμηλότερο πραγματικό ΑΕΠ και το
χαμηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα απαιτούν μεγαλύτερη ελάφρυνση του
χρέους.
Όπως σχολιάζει η Citi, η ίδια συμφωνεί
με τις πιο ρεαλιστικές υποθέσεις του ΔΝΤ και, συνεπώς, με την ανάγκη για
βαθύτερη ελάφρυνση του χρέους ώστε να καταστεί βιώσιμο το ελληνικό
χρέος. Ωστόσο, αμφιβάλλει ότι οποιεσδήποτε από αυτές τις λεπτομέρειες θα
συμφωνηθούν στη συνεδρίαση της Eurogroup της 15ης Ιουνίου, παρά την
πιθανή εκταμίευση της επόμενης δόσης.
Παράλληλα, στην έκθεσή της Wold Economic
Outlook, αν και εκτιμά ότι στο β' εξάμηνο θα υπάρξει κάποια ανάκαμψη
στο ΑΕΠ, μετά την πιθανή ολοκλήρωση της β' αξιολόγησης, προειδοποιεί πως
αυτή δεν θα είναι αρκετή για να ωθήσει τον μέσο όρο του 2017 πάνω από
το 0% και στα όρια της ανάπτυξης, καθώς "βλέπει"" το ελληνικό ΑΕΠ να
"τελειώνει" το έτος στο -0,1% από οριακή ανάπτυξη +0,1% που έβλεπε τον
περασμένο μήνα.
Σε ότι αφορά τα επόμενα έτη, εκτιμά ότι η
ανάπτυξη θα κινηθεί στο 1,1% το 2018, στο 1,3% το 2019, στο 1,4% το
2020 και στο 1,4% επίσης το 2021, πολύ μακριά από τους στόχους της
ελληνικής κυβέρνησης αλλά και των δανειστών.
Όπως τονίζει η αμερικάνικη τράπεζα,,
αναμένει ότι τα ίδια εμπόδια που κράτησαν πίσω το ελληνικό ΑΕΠ πρόσφατα,
να επιμείνουν (αν και κάπως λιγότερο έντονα), δηλαδή η περιορισμένη
εγχώρια ρευστότητα, η χαμηλή οικονομική εμπιστοσύνη και τα capital
controls.
Eνώ οι κίνδυνοι αθέτησης πληρωμών τον
Ιούλιο έχουν σαφώς μειωθεί, εξακολουθεί να πιστεύει ότι μια συμφωνία για
την ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους και την ένταξη των ελληνικών
ομολόγων στο QE είναι απίθανα βραχυπρόθεσμα.
Σε ότι αφορά το κόστος δανεισμού της
ελληνικής κυβέρνησης, το οποίο και είναι καθοριστικός παράγοντας για την
έξοδο της χώρας στις αγορές, αν και εκτιμά ότι φέτος θα περιορισθεί στο
6,19% από 8,36% το 2016, ωστόσο οι αποδόσεις των ελληνικών 10ετών
ομολόγων στα επόμενα έτη θα είναι "απαγορευτικές". Συγκεκριμένα εκτιμά
ότι θα κινηθούν στο 7,49% το 2018, στο 7,74% το 2019, στο 8,26% το 2020
και στο 8,55% το 2021.
Τέλος, σε ότι αφορά το χρέος, η Citi εκτιμά
ότι φέτος και το 2018 θα διαμορφωθεί στο 180% του ΑΕΠ, ενώ τα επόμενα
έτη θα σημειωθεί μικρή μείωση, κι έτσι θα διαμορφωθεί στο 179% το 2019,
στο 176% το 2020 και στο 173% το 2021.