Με δηλώσεις του στις Βρυξέλλες ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν κ. Ντομπρόφσκις επιβεβαίωσε ότι όλοι "δουλεύουν για να εξασφαλίσουν την παραμονή του ΔΝΤ στην ομάδα...”. Διευκρίνισε ταυτόχρονα ότι αυτό δεν απαιτεί απαραίτητα την χρηματοδοτική συμβολή του ταμείου. Και αυτό γίνεται περισσότερο φανερό κάθε ημέρα που περνάει στις σχετικές διαπραγματεύσεις.
Η μορφή που η συμμετοχή του μπορεί να διασφαλισθεί είναι αφ' ενός εκείνη μιας απόφασης η οποία θα προβλέπει ότι το Ταμείο είναι έτοιμο να διαθέσει μία γραμμή στήριξης (standby arrangment) εάν και εφ' όσον χρειασθεί και αφ' ετέρου της συμμετοχής του στην ομάδα ενισχυμένης εποπτείας της "μεταμνημονιακής” περιόδου, με βασικό στοιχείο αναφοράς την υλοποίηση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα.
Σύμφωνα με διπλωματικούς κύκλους στις Βρυξέλλες ένα τέτοιο "σχήμα” θα μπορούσε να πάρει το πράσινο φως από το γερμανικό ΥΠΟΙΚ, που έτσι κι αλλιώς βρίσκεται σε ανοικτή επικοινωνία με τον πρόεδρο της γερμανικής Βουλής κ. Σόιμπλε (αφού η τελική συμφωνία θα πρέπει να περάσει από την Bundestag). Άλλωστε ο κ. Σόιμπλε είναι αυτός που – κατά κύριο λόγο - εξασφαλίζει στην Βουλή τις αναγκαίες για την συμμαχική κυβέρνηση ισορροπίες στήριξης.
Βέβαια μέχρι την τελευταία στιγμή – με όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά – το ΔΝΤ θα εξακολουθεί να πιέζει για την μεγαλύτερη δυνατή αυτονομία του μηχανισμού "αυτόματης” προσαρμογής του ύψους των ετήσιων δαπανών εξυπηρέτησης του χρέους (η αποκαλούμενη "γαλλική πρόταση"), με αντάλλαγμα την "βιωσιμότητα” του χρέους.
Ήδη το ΔΝΤ έχει αναπροσαρμόσει τις εκτιμήσεις του προσεγγίζοντας (εν μέρει) τις ευρωπαϊκές, έχει μειώσει το προβλεπόμενο μεσοσταθμικό επιτόκιο δανεισμού μεσοπρόθεσμα κατά δύο μονάδες και έχει "αποσύρει” την απαίτηση για επιπλέον 10 δισ. ευρώ κεφάλαια για τις τράπεζες. Αλλά επιμένει να διασφαλισθεί σε ύψος 15% επί του ΑΕΠ μέχρι την επόμενη δεκαετία και 20% στην συνέχεια η ετήσια δαπάνη εξυπηρέτησης του χρέους. Και αυτό θέλει να διασφαλισθεί στο τελικό πακέτο συμφωνίας ακόμα και σε έκτακτες καταστάσεις επιβράδυνσης της οικονομίας.
Το ενδιαφέρον είναι ότι ούτε το ΔΝΤ ούτε πολύ περισσότερο η γερμανική πλευρά ενδιαφέρονται για μία νέα "προληπτική γραμμή στήριξης” από τον ESM.
Για πολιτικούς λόγους άλλωστε θα ήταν αδύνατη μία τέτοια πρόταση να περάσει από τα κοινοβούλια. Πέραν αυτού όμως η προληπτική γραμμή στήριξης προϋποθέτει βιώσιμο χρέος.
Αν αυτό όμως (η βιωσιμότητα) έχει διασφαλισθεί από την "συμμετοχή” του ΔΝΤ (ακόμα και αν αυτή είναι "εν δυνάμει” χρηματοδοτική) τότε η ανάγκη για προληπτική γραμμή στήριξης ακυρώνεται από το γεγονός ότι στην διάρκειά της (ένα έτος ή κατ' επέκταση δύο έτη) η κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών έχει εξασφαλισθεί από το "μαξιλάρι” των 10 δισ. (ESM) συν τα προβλεπόμενα πρωτογενή πλεονάσματα (3,5% του ΑΕΠ).
Εξ ού και η δήλωση Τσακαλώτου ότι "εάν συμφωνούσαμε σε μία προληπτική γραμμή στήριξης τότε δε θα αξιολογηθεί ποτέ αντικειμενικά η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας...”.
Στο σημείο αυτό έχει δημιουργηθεί αρκετή σύγχυση τα τελευταία 24ωρα από την ερμηνεία δηλώσεων στελεχών οίκων αξιολόγησης, ως προς το πώς θα μπορούσε να επηρεάσει την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας η ύπαρξη προληπτικής γραμμής στήριξης, όσο το τοπίο της συνολικής ρύθμισης του χρέους παραμένει σκόπιμα "νεφελώδες”.
Η αλήθεια είναι ότι το καταστατικό του ESM προϋποθέτει την διασφάλιση της "βιωσιμότητας” του χρέους για να παραχωρηθεί ένα από τα δύο είδη "προληπτικής γραμμής” (ECCL – PCCL).
Εξ ού και τα ερωτηματικά τα οποία έχουν δημιουργηθεί, καθώς "αν έχει θεμελιωθεί (σ.σ. από το ΔΝΤ ή την ΕΚΤ) η βιωσιμότητα του χρέους τότε είναι προφανής και η αναβάθμιση από τους οίκους αξιολόγησης...”, όπως σχολίασε στο αρμόδιο στέλεχος από το επιτελείο του κ. Μοσκοβισί.
To παρατεταμένο όμως "πίνγκ – πονγκ” μεταξύ ΔΝΤ και ευρωπαϊκών θεσμών όσον αφορά στην βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους εξακολουθεί να δημιουργεί ένα πέπλο σύγχυσης για την μεταμνημονιακή αξιολόγηση του χρέους.
Και στο περιβάλλον αυτό κάθε "ξεκάθαρη εικόνα” όπως πχ ένα πρόγραμμα στήριξης ή μία προληπτική γραμμή, αντιμετωπίζονται ως παράγοντες βεβαιότητας.
Με την διαφορά ότι τώρα το ελληνικό (τρίτο) πρόγραμμα ολοκληρώνεται και η προληπτική γραμμή στήριξης είναι μία πολιτικά ανέφικτη εκδοχή.
Τα μοναδικά ισχυρά όσον αφορά στην αξιολόγηση δεδομένα που θα πρέπει να έχουν αποκρυσταλλωθεί μέχρι τις 20 Αυγούστου, είναι η ολοκλήρωση του "μαξιλαριού” των 20 δισ., η επιπλέον επιμήκυνση του χρέους (σε μέρος των δανείων του EFSF/ESM), η σταθεροποίηση στο 15% - 20% του ΑΕΠ των ετήσιων δαπανών εξυπηρέτησης του χρέους και ο μηχανισμός της γαλλικής πρότασης.
Από τους τέσσερις αυτούς όρους, οι τρεις πρώτοι έχουν "τεχνικά” ολοκληρωθεί.
Και ο τέταρτος μένει να οριστικοποιηθεί μέχρι τις 12 Ιουλίου.
Αυτοί είναι οι όροι με βάση τους οποίους θα κριθεί από τους οίκους αξιολόγησης η διαβάθμιση των ελληνικών ομολόγων μετά τις 20 Αυγούστου.
Η μορφή που η συμμετοχή του μπορεί να διασφαλισθεί είναι αφ' ενός εκείνη μιας απόφασης η οποία θα προβλέπει ότι το Ταμείο είναι έτοιμο να διαθέσει μία γραμμή στήριξης (standby arrangment) εάν και εφ' όσον χρειασθεί και αφ' ετέρου της συμμετοχής του στην ομάδα ενισχυμένης εποπτείας της "μεταμνημονιακής” περιόδου, με βασικό στοιχείο αναφοράς την υλοποίηση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα.
Σύμφωνα με διπλωματικούς κύκλους στις Βρυξέλλες ένα τέτοιο "σχήμα” θα μπορούσε να πάρει το πράσινο φως από το γερμανικό ΥΠΟΙΚ, που έτσι κι αλλιώς βρίσκεται σε ανοικτή επικοινωνία με τον πρόεδρο της γερμανικής Βουλής κ. Σόιμπλε (αφού η τελική συμφωνία θα πρέπει να περάσει από την Bundestag). Άλλωστε ο κ. Σόιμπλε είναι αυτός που – κατά κύριο λόγο - εξασφαλίζει στην Βουλή τις αναγκαίες για την συμμαχική κυβέρνηση ισορροπίες στήριξης.
Βέβαια μέχρι την τελευταία στιγμή – με όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά – το ΔΝΤ θα εξακολουθεί να πιέζει για την μεγαλύτερη δυνατή αυτονομία του μηχανισμού "αυτόματης” προσαρμογής του ύψους των ετήσιων δαπανών εξυπηρέτησης του χρέους (η αποκαλούμενη "γαλλική πρόταση"), με αντάλλαγμα την "βιωσιμότητα” του χρέους.
Ήδη το ΔΝΤ έχει αναπροσαρμόσει τις εκτιμήσεις του προσεγγίζοντας (εν μέρει) τις ευρωπαϊκές, έχει μειώσει το προβλεπόμενο μεσοσταθμικό επιτόκιο δανεισμού μεσοπρόθεσμα κατά δύο μονάδες και έχει "αποσύρει” την απαίτηση για επιπλέον 10 δισ. ευρώ κεφάλαια για τις τράπεζες. Αλλά επιμένει να διασφαλισθεί σε ύψος 15% επί του ΑΕΠ μέχρι την επόμενη δεκαετία και 20% στην συνέχεια η ετήσια δαπάνη εξυπηρέτησης του χρέους. Και αυτό θέλει να διασφαλισθεί στο τελικό πακέτο συμφωνίας ακόμα και σε έκτακτες καταστάσεις επιβράδυνσης της οικονομίας.
Το ενδιαφέρον είναι ότι ούτε το ΔΝΤ ούτε πολύ περισσότερο η γερμανική πλευρά ενδιαφέρονται για μία νέα "προληπτική γραμμή στήριξης” από τον ESM.
Για πολιτικούς λόγους άλλωστε θα ήταν αδύνατη μία τέτοια πρόταση να περάσει από τα κοινοβούλια. Πέραν αυτού όμως η προληπτική γραμμή στήριξης προϋποθέτει βιώσιμο χρέος.
Αν αυτό όμως (η βιωσιμότητα) έχει διασφαλισθεί από την "συμμετοχή” του ΔΝΤ (ακόμα και αν αυτή είναι "εν δυνάμει” χρηματοδοτική) τότε η ανάγκη για προληπτική γραμμή στήριξης ακυρώνεται από το γεγονός ότι στην διάρκειά της (ένα έτος ή κατ' επέκταση δύο έτη) η κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών έχει εξασφαλισθεί από το "μαξιλάρι” των 10 δισ. (ESM) συν τα προβλεπόμενα πρωτογενή πλεονάσματα (3,5% του ΑΕΠ).
Εξ ού και η δήλωση Τσακαλώτου ότι "εάν συμφωνούσαμε σε μία προληπτική γραμμή στήριξης τότε δε θα αξιολογηθεί ποτέ αντικειμενικά η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας...”.
Στο σημείο αυτό έχει δημιουργηθεί αρκετή σύγχυση τα τελευταία 24ωρα από την ερμηνεία δηλώσεων στελεχών οίκων αξιολόγησης, ως προς το πώς θα μπορούσε να επηρεάσει την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας η ύπαρξη προληπτικής γραμμής στήριξης, όσο το τοπίο της συνολικής ρύθμισης του χρέους παραμένει σκόπιμα "νεφελώδες”.
Η αλήθεια είναι ότι το καταστατικό του ESM προϋποθέτει την διασφάλιση της "βιωσιμότητας” του χρέους για να παραχωρηθεί ένα από τα δύο είδη "προληπτικής γραμμής” (ECCL – PCCL).
Εξ ού και τα ερωτηματικά τα οποία έχουν δημιουργηθεί, καθώς "αν έχει θεμελιωθεί (σ.σ. από το ΔΝΤ ή την ΕΚΤ) η βιωσιμότητα του χρέους τότε είναι προφανής και η αναβάθμιση από τους οίκους αξιολόγησης...”, όπως σχολίασε στο αρμόδιο στέλεχος από το επιτελείο του κ. Μοσκοβισί.
To παρατεταμένο όμως "πίνγκ – πονγκ” μεταξύ ΔΝΤ και ευρωπαϊκών θεσμών όσον αφορά στην βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους εξακολουθεί να δημιουργεί ένα πέπλο σύγχυσης για την μεταμνημονιακή αξιολόγηση του χρέους.
Και στο περιβάλλον αυτό κάθε "ξεκάθαρη εικόνα” όπως πχ ένα πρόγραμμα στήριξης ή μία προληπτική γραμμή, αντιμετωπίζονται ως παράγοντες βεβαιότητας.
Με την διαφορά ότι τώρα το ελληνικό (τρίτο) πρόγραμμα ολοκληρώνεται και η προληπτική γραμμή στήριξης είναι μία πολιτικά ανέφικτη εκδοχή.
Τα μοναδικά ισχυρά όσον αφορά στην αξιολόγηση δεδομένα που θα πρέπει να έχουν αποκρυσταλλωθεί μέχρι τις 20 Αυγούστου, είναι η ολοκλήρωση του "μαξιλαριού” των 20 δισ., η επιπλέον επιμήκυνση του χρέους (σε μέρος των δανείων του EFSF/ESM), η σταθεροποίηση στο 15% - 20% του ΑΕΠ των ετήσιων δαπανών εξυπηρέτησης του χρέους και ο μηχανισμός της γαλλικής πρότασης.
Από τους τέσσερις αυτούς όρους, οι τρεις πρώτοι έχουν "τεχνικά” ολοκληρωθεί.
Και ο τέταρτος μένει να οριστικοποιηθεί μέχρι τις 12 Ιουλίου.
Αυτοί είναι οι όροι με βάση τους οποίους θα κριθεί από τους οίκους αξιολόγησης η διαβάθμιση των ελληνικών ομολόγων μετά τις 20 Αυγούστου.