Τις επιπτώσεις του Cοvid-19 στον ελληνικό τουρισμό εξετάζει νέα έκθεση της EY Ελλάδος που ανεβάζει στα 10 δισ. ευρώ τις εκτιμώμενες απώλειες εισπράξεων του τουριστικού κλάδου το 2020, στα 4,46 δισ. ευρώ την εκτιμώμενη ζημία για τα ελληνικά ξενοδοχεία και αναλύει 3 σενάρια για τον αντίκτυπο της κρίσης στον τομέα του τουρισμού, σε βάθος διετίας.
Η έκθεση που συντάχθηκε από την ομάδα Οικονομικών Συμβουλευτικών Υπηρεσιών του Τμήματος Χρηματοοικονομικών Συμβούλων και Υποστήριξης Συναλλαγών της EY Ελλάδος, αναφέρεται σε στοιχεία του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ταξιδιών και Τουρισμού (World Travel & Tourism Council – WTTC), σύμφωνα με τα οποία η πανδημία αναμένεται να οδηγήσει σε απώλεια περισσότερων από 100 εκατ. θέσεων εργασίας στον τομέα του τουρισμού παγκοσμίως, και μείωση του παραγόμενου ΑΕΠ κατά 2,7 τρισ. δολάρια. Οι επιπτώσεις της πανδημίας στον τουρισμό, αναμένεται να είναι πέντε φορές βαρύτερες από την οικονομική κρίση του 2008.
Παράλληλα, και με βάση στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού των Ηνωμένων Εθνών (UNWTO), οι αφίξεις τουριστών παγκοσμίως μειώθηκαν κατά 22% το πρώτο τρίμηνο. Για το σύνολο του 2020, ο Οργανισμός εξετάζει τρία πιθανά σενάρια ανάλογα με τον χρόνο άρσης των ταξιδιωτικών περιορισμών: μείωση των αφίξεων παγκοσμίως κατά 58%, 70% ή 78%, εάν τα σύνορα ανοίξουν σταδιακά τον Ιούλιο, τον Σεπτέμβριο ή τον Δεκέμβριο.
Στην Ελλάδα
Καθώς ο τομέας του τουρισμού αποτελεί βασικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας, οι επιπτώσεις για τη χώρα μας, καθώς και για μια σειρά από συνδεδεμένες υπηρεσίες, θα είναι σημαντικές. Ο τομέας του τουρισμού συνεισφέρει άμεσα το 11,7% του ΑΕΠ και έμμεσα μεταξύ 25,7% και 30,9%. Κατά τους μήνες αιχμής, η άμεση συνεισφορά στην απασχόληση φθάνει το 16,7% και η έμμεση 36,7%-44,2%, ενώ, κατά τα τελευταία χρόνια, ο τομέας έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στη μείωση της ανεργίας. Οι ετήσιες επενδύσεις στον τουρισμό φθάνουν τα πέντε δις ευρώ, εκ των οποίων τα 1,9 δις αποτελούν εγχώρια προστιθέμενη αξία.
Με βάση στοιχεία της STR, η μείωση των εσόδων ανά διαθέσιμο δωμάτιο (Revenue Per Available Room – RevPAR) τον Μάρτιο, έφτασε στην Ελλάδα το 69,4% σε ετήσια βάση, ποσοστό μικρότερο από της Ιταλίας (92,8%), αλλά μεγαλύτερο από της Γαλλίας (67,7%), της Πορτογαλίας (66%) και της Τουρκίας (57,5%). Για το πρώτο τρίμηνο συνολικά, η μείωση στην Αθήνα διαμορφώθηκε στο 32,5%, στη Θεσσαλονίκη στο 15,6% και για τα τουριστικά θέρετρα στο 40,9%.
Παράλληλα, με βάση τα σημερινά δεδομένα, εκτιμάται ότι η ζημία για τα ελληνικά ξενοδοχεία θα φθάσει τα 4,46 δισ. ευρώ, εκ των οποίων, τα 3,26 δις αφορούν τα ξενοδοχεία εποχιακής λειτουργίας, και τα 1,2 δισ. τα δωδεκάμηνης λειτουργίας.
Σύμφωνα με την έκθεση, η κάμψη στην τουριστική κίνηση οφείλεται, αφενός στους ταξιδιωτικούς περιορισμούς και το κλείσιμο των συνόρων και, αφετέρου, στη μειωμένη ζήτηση. Η ραγδαία εξάπλωση του ιού σε αρκετές από τις σημαντικότερες χώρες προέλευσης των επισκεπτών (Γαλλία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ, Ιταλία), αναμένεται να οδηγήσει σε σημαντική μείωση των εισπράξεων.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του υπουργείου Τουρισμού, ακόμη και στο αισιόδοξο σενάριο, οι απώλειες εισπράξεων το 2020 θα προσεγγίσουν σχεδόν τα 10 δισ. ευρώ, διατηρώντας μόλις οκτώ δις, από τα 18,2 δισ. ευρώ εισπράξεις του 2019. Η ενδεχόμενη παράταση της περιόδου τον Σεπτέμβριο, δε θα μπορέσει να καλύψει αυτή την απώλεια. Από την άλλη πλευρά, οι καλές επιδόσεις της χώρας στην αντιμετώπιση της πανδημίας, ενδέχεται να της επιτρέψουν να διεκδικήσει μεγαλύτερο μερίδιο της συρρικνωμένης φετινής αγοράς.
Η ανάλυση περιλαμβάνει, επίσης, σύντομη παρουσίαση των κατευθυντηρίων γραμμών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον τουρισμό και τις μετακινήσεις, τα εθνικά και ευρωπαϊκά δημοσιονομικά μέτρα στήριξης της οικονομίας, καθώς και μέτρα που πρόσφατα εισήγαγε η ελληνική κυβέρνηση για την επανεκκίνηση του τουρισμού.
Σε βάθος διετίας
Συμπληρωματικά στην έκθεση, περιλαμβάνεται μία ενδεικτική εκτίμηση των επιπτώσεων της πανδημίας στον τουριστικό τομέα της Ελλάδας σε βάθος διετίας, και των προοπτικών ανάκαμψης μέχρι το τέλος του 2022, με βάση τρία εναλλακτικά σενάρια – βασικό, αισιόδοξο και απαισιόδοξο. Το μελετητικό κομμάτι της έκθεσης εκτιμά ότι το 2020, η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία του κλάδου θα συρρικνωθεί στα 14 δισ. (βασικό σενάριο), 12 δισ. (απαισιόδοξο σενάριο) ή 16 δισ. ευρώ (αισιόδοξο σενάριο) αντίστοιχα, από τα 22 δισ. του 2019. Και στα τρία σενάρια, η μεγαλύτερη κάμψη αναμένεται το δεύτερο τρίμηνο του 2020 και κυμαίνεται μεταξύ 41% και 53%, με το σενάριο βάσης να υπολογίζει τη συρρίκνωση στο 49%.
Η έκθεση καταλήγει σε μία σειρά προτάσεων της ΕΥ προς τις τουριστικές επιχειρήσεις, για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας και την προσαρμογή τους στην μετά-Covid εποχή, μεταξύ των οποίων:
Προτεραιότητα στα ζητήματα υγιεινής και ασφάλειας
Συστηματική παρακολούθηση των εξελίξεων και διατήρηση στενής επαφής με προμηθευτές, επενδυτές και ρυθμιστικές αρχές
Έμφαση στη ρευστότητα
Δυναμική διοίκηση και διαχείριση, καθώς και παρακολούθηση κρίσιμων δεικτών για την εξέλιξη της κρίσης
Στρατηγικές επαφές για την προσέγγιση νέων αγορών και τη δημιουργία συμμαχιών με χώρες που παρουσιάζουν παρόμοια επιδημιολογικά χαρακτηριστικά.
Σε αυτό το πλαίσιο, σημειώνεται ότι η EY Ελλάδος παρουσίασε σε πρόσφατη διαδικτυακή συζήτηση, τη Δευτέρα, ένα εργαλείο ειδικά σχεδιασμένο για τους ξενοδόχους, το οποίο στοχεύει στην υποστήριξή τους, ούτως ώστε η λήψη της απόφασης για το άνοιγμα ή όχι της επιχείρησής τους, να γίνει με ορθολογικό τρόπο.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έκθεσης της EY για τον τουρισμό, ο Τάσος Ιωσηφίδης, εταίρος κι επικεφαλής του Τμήματος Χρηματοοικονομικών Συμβούλων της EY Ελλάδος, δήλωσε: «Ελάχιστες ευρωπαϊκές οικονομίες εξαρτώνται από τον τουρισμό όσο η ελληνική. Είναι, συνεπώς, απαραίτητο, να κατανοήσουμε σε βάθος το πώς διαμορφώνεται το διεθνές περιβάλλον, τις εξελίξεις στις ανταγωνίστριες χώρες, αλλά και τις βασικές χώρες προέλευσης, και, κυρίως, τους τρόπους με τους οποίους θα πληγεί η οικονομία μας, και να εστιάσουμε στους κλάδους, αλλά και τις γεωγραφικές περιοχές που εξαρτώνται άμεσα από τον τουρισμό. Από την πλευρά τους, οι ξενοδόχοι και οι λοιποί επαγγελματίες του κλάδου, παράλληλα με την αντιμετώπιση των πρωτοφανών σημερινών προκλήσεων, θα πρέπει να εξετάσουν πώς θα προσαρμόσουν τις επιχειρήσεις τους στην επόμενη μέρα, η οποία θα βρει τον τομέα του τουρισμού, αλλά και την οικονομία γενικότερα, σε ένα διαφορετικό περιβάλλον από αυτό που μέχρι σήμερα γνωρίζαμε».
Η έκθεση που συντάχθηκε από την ομάδα Οικονομικών Συμβουλευτικών Υπηρεσιών του Τμήματος Χρηματοοικονομικών Συμβούλων και Υποστήριξης Συναλλαγών της EY Ελλάδος, αναφέρεται σε στοιχεία του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ταξιδιών και Τουρισμού (World Travel & Tourism Council – WTTC), σύμφωνα με τα οποία η πανδημία αναμένεται να οδηγήσει σε απώλεια περισσότερων από 100 εκατ. θέσεων εργασίας στον τομέα του τουρισμού παγκοσμίως, και μείωση του παραγόμενου ΑΕΠ κατά 2,7 τρισ. δολάρια. Οι επιπτώσεις της πανδημίας στον τουρισμό, αναμένεται να είναι πέντε φορές βαρύτερες από την οικονομική κρίση του 2008.
Παράλληλα, και με βάση στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού των Ηνωμένων Εθνών (UNWTO), οι αφίξεις τουριστών παγκοσμίως μειώθηκαν κατά 22% το πρώτο τρίμηνο. Για το σύνολο του 2020, ο Οργανισμός εξετάζει τρία πιθανά σενάρια ανάλογα με τον χρόνο άρσης των ταξιδιωτικών περιορισμών: μείωση των αφίξεων παγκοσμίως κατά 58%, 70% ή 78%, εάν τα σύνορα ανοίξουν σταδιακά τον Ιούλιο, τον Σεπτέμβριο ή τον Δεκέμβριο.
Στην Ελλάδα
Καθώς ο τομέας του τουρισμού αποτελεί βασικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας, οι επιπτώσεις για τη χώρα μας, καθώς και για μια σειρά από συνδεδεμένες υπηρεσίες, θα είναι σημαντικές. Ο τομέας του τουρισμού συνεισφέρει άμεσα το 11,7% του ΑΕΠ και έμμεσα μεταξύ 25,7% και 30,9%. Κατά τους μήνες αιχμής, η άμεση συνεισφορά στην απασχόληση φθάνει το 16,7% και η έμμεση 36,7%-44,2%, ενώ, κατά τα τελευταία χρόνια, ο τομέας έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στη μείωση της ανεργίας. Οι ετήσιες επενδύσεις στον τουρισμό φθάνουν τα πέντε δις ευρώ, εκ των οποίων τα 1,9 δις αποτελούν εγχώρια προστιθέμενη αξία.
Με βάση στοιχεία της STR, η μείωση των εσόδων ανά διαθέσιμο δωμάτιο (Revenue Per Available Room – RevPAR) τον Μάρτιο, έφτασε στην Ελλάδα το 69,4% σε ετήσια βάση, ποσοστό μικρότερο από της Ιταλίας (92,8%), αλλά μεγαλύτερο από της Γαλλίας (67,7%), της Πορτογαλίας (66%) και της Τουρκίας (57,5%). Για το πρώτο τρίμηνο συνολικά, η μείωση στην Αθήνα διαμορφώθηκε στο 32,5%, στη Θεσσαλονίκη στο 15,6% και για τα τουριστικά θέρετρα στο 40,9%.
Παράλληλα, με βάση τα σημερινά δεδομένα, εκτιμάται ότι η ζημία για τα ελληνικά ξενοδοχεία θα φθάσει τα 4,46 δισ. ευρώ, εκ των οποίων, τα 3,26 δις αφορούν τα ξενοδοχεία εποχιακής λειτουργίας, και τα 1,2 δισ. τα δωδεκάμηνης λειτουργίας.
Σύμφωνα με την έκθεση, η κάμψη στην τουριστική κίνηση οφείλεται, αφενός στους ταξιδιωτικούς περιορισμούς και το κλείσιμο των συνόρων και, αφετέρου, στη μειωμένη ζήτηση. Η ραγδαία εξάπλωση του ιού σε αρκετές από τις σημαντικότερες χώρες προέλευσης των επισκεπτών (Γαλλία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ, Ιταλία), αναμένεται να οδηγήσει σε σημαντική μείωση των εισπράξεων.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του υπουργείου Τουρισμού, ακόμη και στο αισιόδοξο σενάριο, οι απώλειες εισπράξεων το 2020 θα προσεγγίσουν σχεδόν τα 10 δισ. ευρώ, διατηρώντας μόλις οκτώ δις, από τα 18,2 δισ. ευρώ εισπράξεις του 2019. Η ενδεχόμενη παράταση της περιόδου τον Σεπτέμβριο, δε θα μπορέσει να καλύψει αυτή την απώλεια. Από την άλλη πλευρά, οι καλές επιδόσεις της χώρας στην αντιμετώπιση της πανδημίας, ενδέχεται να της επιτρέψουν να διεκδικήσει μεγαλύτερο μερίδιο της συρρικνωμένης φετινής αγοράς.
Η ανάλυση περιλαμβάνει, επίσης, σύντομη παρουσίαση των κατευθυντηρίων γραμμών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον τουρισμό και τις μετακινήσεις, τα εθνικά και ευρωπαϊκά δημοσιονομικά μέτρα στήριξης της οικονομίας, καθώς και μέτρα που πρόσφατα εισήγαγε η ελληνική κυβέρνηση για την επανεκκίνηση του τουρισμού.
Σε βάθος διετίας
Συμπληρωματικά στην έκθεση, περιλαμβάνεται μία ενδεικτική εκτίμηση των επιπτώσεων της πανδημίας στον τουριστικό τομέα της Ελλάδας σε βάθος διετίας, και των προοπτικών ανάκαμψης μέχρι το τέλος του 2022, με βάση τρία εναλλακτικά σενάρια – βασικό, αισιόδοξο και απαισιόδοξο. Το μελετητικό κομμάτι της έκθεσης εκτιμά ότι το 2020, η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία του κλάδου θα συρρικνωθεί στα 14 δισ. (βασικό σενάριο), 12 δισ. (απαισιόδοξο σενάριο) ή 16 δισ. ευρώ (αισιόδοξο σενάριο) αντίστοιχα, από τα 22 δισ. του 2019. Και στα τρία σενάρια, η μεγαλύτερη κάμψη αναμένεται το δεύτερο τρίμηνο του 2020 και κυμαίνεται μεταξύ 41% και 53%, με το σενάριο βάσης να υπολογίζει τη συρρίκνωση στο 49%.
Η έκθεση καταλήγει σε μία σειρά προτάσεων της ΕΥ προς τις τουριστικές επιχειρήσεις, για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας και την προσαρμογή τους στην μετά-Covid εποχή, μεταξύ των οποίων:
Προτεραιότητα στα ζητήματα υγιεινής και ασφάλειας
Συστηματική παρακολούθηση των εξελίξεων και διατήρηση στενής επαφής με προμηθευτές, επενδυτές και ρυθμιστικές αρχές
Έμφαση στη ρευστότητα
Δυναμική διοίκηση και διαχείριση, καθώς και παρακολούθηση κρίσιμων δεικτών για την εξέλιξη της κρίσης
Στρατηγικές επαφές για την προσέγγιση νέων αγορών και τη δημιουργία συμμαχιών με χώρες που παρουσιάζουν παρόμοια επιδημιολογικά χαρακτηριστικά.
Σε αυτό το πλαίσιο, σημειώνεται ότι η EY Ελλάδος παρουσίασε σε πρόσφατη διαδικτυακή συζήτηση, τη Δευτέρα, ένα εργαλείο ειδικά σχεδιασμένο για τους ξενοδόχους, το οποίο στοχεύει στην υποστήριξή τους, ούτως ώστε η λήψη της απόφασης για το άνοιγμα ή όχι της επιχείρησής τους, να γίνει με ορθολογικό τρόπο.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έκθεσης της EY για τον τουρισμό, ο Τάσος Ιωσηφίδης, εταίρος κι επικεφαλής του Τμήματος Χρηματοοικονομικών Συμβούλων της EY Ελλάδος, δήλωσε: «Ελάχιστες ευρωπαϊκές οικονομίες εξαρτώνται από τον τουρισμό όσο η ελληνική. Είναι, συνεπώς, απαραίτητο, να κατανοήσουμε σε βάθος το πώς διαμορφώνεται το διεθνές περιβάλλον, τις εξελίξεις στις ανταγωνίστριες χώρες, αλλά και τις βασικές χώρες προέλευσης, και, κυρίως, τους τρόπους με τους οποίους θα πληγεί η οικονομία μας, και να εστιάσουμε στους κλάδους, αλλά και τις γεωγραφικές περιοχές που εξαρτώνται άμεσα από τον τουρισμό. Από την πλευρά τους, οι ξενοδόχοι και οι λοιποί επαγγελματίες του κλάδου, παράλληλα με την αντιμετώπιση των πρωτοφανών σημερινών προκλήσεων, θα πρέπει να εξετάσουν πώς θα προσαρμόσουν τις επιχειρήσεις τους στην επόμενη μέρα, η οποία θα βρει τον τομέα του τουρισμού, αλλά και την οικονομία γενικότερα, σε ένα διαφορετικό περιβάλλον από αυτό που μέχρι σήμερα γνωρίζαμε».