Ευκαιρίες αλλά και παγίδες κρύβει η ρύθμιση για την τμηματική καταβολή του Φ.Π.Α που είχε ενεργοποιηθεί με την υπογραφή της πράξης νομοθετικού περιεχομένου και τροποποιήθηκε πρόσφατα από το υπουργείο Οικονομικών. Η προσεκτική ανάλυση της ρύθμισης, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τελικώς οι επιχειρήσεις δεν κερδίζουν τίποτα περισσότερο από ένα χρονικό παράθυρο για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων τους ενώ την ίδια στιγμή έρχονται αντιμέτωπες με υπέρογκα πρόστιμα.
Η ρύθμιση εφαρμόζεται για περιοδικές δηλώσεις Φ.Π.Α των οποίων η προθεσμία υποβολής λήγει από τις 20.10.2009 και μετά. Ο στόχος του υπουργείου Οικονομικών, είναι διπλός. Πρώτον να διευκολύνει τις εταιρείες που εισπράττουν τα τιμολόγια των πωλήσεων τους μεταχρονολογημένα και πολλές φορές καλούνται να πληρώσουν τον Φ.Π.Α χωρίς να τον έχουν ακόμη εισπράξει. Δεύτερον να συλλέξει ένα μέρος από τον Φ.Π.Α που χάνεται λόγω κρίσης και φοροδιαφυγής. Ήδη τα φαινόμενα εικονικών πωλήσεων προς χώρες μέλη της ΕΕ καθώς και οι απάτες τύπου Carousel έχουν γίνει μέρος της φορολογικής...καθημερινότητας.
Ποιες είναι όμως οι αλλαγές που φέρνει η πράξη νομοθετικού περιεχομένου; Με τα ως τώρα δεδομένα οι φορολογούμενοι που είχαν χρεωστική δήλωση Φ.Π.Α έπρεπε να πληρώσουν όλο το ποσό λίγες μέρες μετά την κατάθεση της δήλωσης. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης πληρωμής η προσαύξηση ήταν 1,5% για κάθε μήνα. Οι αλλαγές του υπουργείου δίνουν τη δυνατότητα της πληρωμής αρχικά του 30% του ποσού της δήλωσης και της εξόφλησης του υπολοίπου 70% σε δυο ισόποσες μηνιαίες δόσεις, δηλαδή το 35% ένα μήνα αργότερα και το υπόλοιπο 35% σε δύο μήνες από την υποβολή.
Αυτές οι δύο δόσεις προσαυξάνονται με 1% για κάθε μήνα από την λήξη του μήνα της υποβολής της δήλωσης, με 1% η πρώτη και με 2% η δεύτερη δόση.
Από εκεί και πέρα εάν υπάρξει περαιτέρω καθυστέρηση στις πληρωμές μετά τον δεύτερο μήνα, προβλέπεται προσαύξηση 2% για κάθε δόση και για κάθε μήνα καθυστέρησης. Οι νομικές ή λοιπές κυρώσεις που υπάρχουν για μη πληρωμή του Φ.Π.Α -π.χ η μη έκδοση φορολογικής ενημερότητας- δεν θα ισχύουν για όσους κάνουν χρήση της ρύθμισης και είναι συνεπείς στις πληρωμές των δόσεων.
Στην ουσία το κέρδος για το φορολογούμενο είναι χρηματικό και προκύπτει από την μικρότερη προσαύξηση που υπολογίζεται στο 70% του χρεωστικού ποσού, μιας και το 30% προκαταβάλλεται, όπως φαίνεται από το παράδειγμα που ακολουθεί:
Έστω χρεωστική δήλωση Φ.Π.Α 1000 ευρώ, η οποία πληρώνεται δυο μήνες μετά
Πριν: Προσαύξηση 1000 * 3%= 30 ευρώ και πληρωμή όλου του ποσού δυο μήνες μετά την αρχική προθεσμία.
Μετά: Προκαταβολή 30% , δηλαδή 300 ευρώ. 1η δόση 350 ευρώ συν προσαύξηση 350*1%= 3,5 ευρώ 2η δόση 350 ευρώ συν προσαύξηση 350*1%=3,5ευρώ
Πρακτικά όμως, από τον τρίτο μήνα και έπειτα ο φορολογούμενος που υποβάλλει κάθε μήνα ΦΠΑ, θα πρέπει να πληρώνει 30% του τρέχοντα, 35% του προηγούμενου και το άλλο 35% του προ-προηγούμενου μήνα συνολικά ποσό 100%. Έτσι η ρύθμιση στην ουσία αυτοαναιρείται για τους επιχειρηματίες που κάθε μήνα πληρώνουν πάνω κάτω το ίδιο ποσό Φ.Π.Α.
Επί της ουσίας όφελος δύναται να υπάρξει για επιχειρήσεις Β' κατηγορίας που υποβάλλουν Φ.Π.Α ανά τρίμηνο αλλά στην πλειοψηφία τους και κατά κανόνα έχουν μικρότερο τζίρο και πληρώνουν μικρότερα ποσά Φ.Π.Α από τις Γ' κατηγορίας. Επίσης όφελος έχουν και τυχόν “εποχιακές” επιχειρήσεις που έχουν όλες τις πωλήσεις τους σε ένα διάστημα δύο ή τριών μηνών και έτσι κερδίζουν μια μικρή παράταση στην πληρωμή τους και ουσιαστικό ταμειακό όφελος.
Όσον αφορά την επιβολή προστίμου ίσο με το τριπλάσιο του φόρου της αρχικής δήλωσης (δηλαδή 300%), που προέβλεπε η αρχική Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, αυτό καταργείται σύμφωνα με την ΠΟΛ 1010 του υπουργείου Οικονομικών της 22/01/2010.
Πλέον, σε περίπτωση ανακριβής δήλωσης, το πρόστιμο διαμορφώνεται σε 4,5% τον μήνα με ανώτατο όριο το 200%. Ακόμη, σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης ΦΠΑ για κάποια περίοδο, σε τυχόν διαπίστωση έπειτα από έλεγχο, τότε το πρόστιμο που οφείλεται είναι 5% για κάθε μήνα, με ανώτατο όριο και πάλι το 200%. Σημειώνεται όμως πως ισχύει για δηλώσεις εντός της ίδιας διαχειριστικής περιόδου, που έγινε χρήση της ρύθμισης.
Η παράγραφος της αρχικής Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου που αντικαταστάθηκε σημείωνε:
“Στους υποκείμενους στο φόρο που έχουν κάνει χρήση της ευχέρειας που τους παρέχεται στην παράγραφο 1 και υποβάλλουν ανακριβή ή δεν υποβάλλουν περιοδική δήλωση Φ.Π.Α. επιβάλλεται αντί πρόσθετου φόρου μόνο πρόστιμο ίσο με το τριπλάσιο της διαφοράς του φόρου που οφείλεται. Για το πρόστιμο αυτό δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις για τη διοικητική επίλυση της διαφοράς”
Πλέον ξεκαθαρίζεται πως "σε καμία περίπτωση δεν θα επιβληθεί τριπλάσιο πρόστιμο όπως προβλεπόταν αρχικά".
Τέλος, το ποσοστό του προστίμου για παράλειψη υποβολής δήλωσης ή για υποβολή λάθος ποσού όταν γίνεται χρήση της ρύθμισης, παραμένει υψηλό, αλλά είναι αρκετά χαμηλότερο από το εφάπαξ 300% που ανέφερε ο νόμος μέχρι σήμερα. Έτσι με τις τωρινές αλλαγές, ανοίγει ο δρόμος για την χρήση της ρύθμισης από περισσότερους επιτηδευματίες, χωρίς να φοβούνται τις καταστροφικές συνέπειες του 300% που θα έφερνε ενδεχόμενο λάθος χωρίς δόλο, που τυχόν έκαναν.