Eνα επικίνδυνο μείγμα πολιτικών και οικονομικών γεγονότων θέτει τη χώρα προ πολύ κρίσιμων εξελίξεων.
Οι εκβιασμοί της τρόικας σε συνδυασμό με το θολό πολιτικό τοπίο -που βεβαίως σχετίζεται με τις διαπραγματεύσεις αλλά και με τη διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας- έχουν βάλει δύσκολα στο πολιτικό σύστημα αλλά και στην ίδια την κοινωνία.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι η Ελλάδα ζει ιστορικές στιγμές και οι αποφάσεις που θα ληφθούν, θα καθορίσουν το μέλλον των επόμενων γενεών. Αν και θεωρητικά έχει λυθεί το ζήτημα της ευρωπαϊκής ταυτότητας της χώρας, κάποιοι ακόμη και σήμερα συνεχίσουν να την αμφισβητούν.
Ομοίως και όσοι πιστεύουν ότι η αστική δημοκρατία που κατακτήθηκε με πολύ κόπο μπορεί να «μεταλλαχθεί» σε κάτι άλλο, αδιόρατο, ασαφές και επομένως επικίνδυνο.
Δυστυχώς, η πατρίδα καλείται να αποφασίσει «με ποιους θα πάει και ποιους θα αφήσει» έχοντας περάσει μια πρωτοφανή κρίση. Οικονομική, πολιτική και αξιακή. Και, δυστυχώς, το πολιτικό σύστημα δεν έχει αποδείξει το προηγούμενο διάστημα ότι μπορεί να σταθεί με αξιώσεις στις κρίσιμες ιστορικές στιγμές. Σε τέτοιες στιγμές δεν υπάρχουν αδιέξοδα, ο ελληνικός λαός πρέπει να φανεί ώριμος για να πάρει τις αποφάσεις του.
Μέχρι τότε, όμως, οφείλουν οι πολιτικοί να σταθούν στο ύψος των ιστορικών στιγμών. Να διαμορφώσουν μια νέα ατζέντα για τη χώρα, ένα σχέδιο για την εθνική ανασυγκρότηση, ένα όραμα για τους πολίτες. Κάτι τέτοιο, όμως, προϋποθέτει συνεννόηση, συμφωνίες χωρίς κομματικές γραμμές, συνεργασίες χωρίς ιδεολογικές αγκυλώσεις.
Πάνω από κόμματα, κυβερνήσεις ή πολιτικές καριέρες βρίσκεται η Ελλάδα και σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να τεθεί σε κίνδυνο ό,τι επιτεύχθηκε με απίστευτους κόπους και θυσίες. Αλλωστε, φανεροί και αφανείς εχθροί πρέπει να νιώσουν ότι η χώρα είναι ενωμένη, γι' αυτό οι πολιτικοί πρέπει να στείλουν ένα ξεκάθαρο μήνυμα.
Οι ευρύτερες συνεργασίες και συνεννοήσεις καθίστανται υποχρεωτικές για τρεις λόγους:
Ο πρώτος είναι ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί με τη μεγαλύτερη δυνατή συγκέντρωση δυνάμεων του δημοκρατικού τόξου, η «λαίλαπα» των μνημονίων.
Ο δεύτερος είναι η ανάγκη για να προχωρήσει η Συνταγματική Αναθεώρηση και να μη χαθεί πολύτιμος χρόνος για την ανανέωση του πολιτικού συστήματος και των θεσμών.
Και ο τρίτος είναι, γιατί δεν πρέπει να απαξιωθεί έτι περαιτέρω το πολιτικό σύστημα της χώρας, καθώς ο κίνδυνος επικράτησης ακραίων δυνάμεων θα βλάψει τον τόπο.
Ως εκ τούτων, τα πολιτικά κόμματα οφείλουν να καθίσουν στο τραπέζι και να πάρουν τις αποφάσεις που θα βγάλουν τη χώρα από το αδιέξοδο. Πρόκειται για μια «άσκηση επιβίωσης» ιδιαίτερα δύσκολη, που όμως είναι απολύτως απαραίτητη.
Οι καιροί ου μενετοί, έλεγε ο Θουκυδίδης... Η Ελλάδα δεν έχει άλλο χρόνο για χάσιμο.