Σημαντικά μεγάλες και όχι απλώς "υπαρκτές", καταγράφονται οι ευκαιρίες για την ανάδειξη της ελληνικής γεωργίας, με τις νέες τάσεις διατροφής που αναδεικνύονται σε παγκόσμιο επίπεδο να ευνοούν το μεσογειακό παραγωγικό μοντέλο ευέλικτων δομών μικρού μεγέθους, στηριγμένων στην ποιότητα αντί της ποσότητας, τόνισε ο διευθυντής της Διεύθυνσης Οικονομικών Αναλύσεων, Προοπτικών και Αξιολογήσεων της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης της Ε.Ε., Τάσος Χανιώτης.
"Εκεί που ο Έλληνας καταναλωτής εισπράττει τουλάχιστον ως απορία την παρουσία εισαγόμενων αντί ελληνικών διατροφικών προϊόντων στα ράφια του, ο ξένος (ευρωπαίος κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά) καταναλωτής, εισπράττει ως ευχαρίστηση τις λιγοστές ευκαιρίες που έχει να γευτεί ελληνικά προϊόντα στα δικά του ράφια", υπογράμμισε χαρακτηριστικά ο ίδιος στη διάρκεια αποψινής εκδήλωσης που έγινε με αφορμή τη συμπλήρωση των 50 χρόνων εκπαιδευτικής και ερευνητικής δραστηριότητας του Εργαστηρίου Γεωργικών Εφαρμογών και Αγροτικής Κοινωνιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ).
Βέβαια, όπως υπογράμμισε "τα προβλήματα δεν λείπουν". Όπως διευκρίνισε, η παραγωγική υστέρηση της ελληνικής γεωργίας έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις εξελίξεις στις περισσότερες άλλες χώρες της Ε.Ε., που ξεκινώντας από συγγενείς δομές και αντιμετωπίζοντας με αναλογικά λιγότερους πόρους το ίδιο πλαίσιο πολιτικής, διαμόρφωσαν ένα εξαγωγικό μοντέλο προσθέτοντας πολλαπλάσια αξία στην παραγωγή τροφίμων.
Παράλληλα, ο Τάσος Χανιώτης μίλησε για "σπατάλη" πόρων και ελλιπή ή και στρεβλή εφαρμογή κοινοτικών κανόνων στη χώρα μας, που όπως επισήμανε "έφερε το λυπηρό ρεκόρ της χώρας στην επιβολή προστίμων (άνω του ενός δισ. ευρώ μόνο τα τελευταία τέσσερα χρόνια) που, αφαιρούμενα από το ισοζύγιο πληρωμών, φορτώνουν στους Έλληνες φορολογούμενους αμαρτίες της κεντρικής διοίκησης".
Στο πλαίσιο αυτό ο διευθυντής της Διεύθυνσης Οικονομικών Αναλύσεων, Προοπτικών και Αξιολογήσεων της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης της Ε.Ε. υπογράμμισε ότι "οι δυνατότητες ανάπτυξης της ελληνικής γεωργίας είναι άμεσα συνδεδεμένες με το πώς θα εκμεταλλευτεί καλύτερα τα χαρακτηριστικά της".
Αναφερόμενος στην Κοινή Γεωργική Πολιτική και στη χώρα μας ο Τάσος Χανιώτης σημείωσε ότι σε αντίθεση με τους άλλους τομείς της ελληνικής οικονομίας, όπου η Ελλάδα εφαρμόζει αυστηρότερα μέτρα από τις άλλες χώρες της Ε.Ε., "το ζητούμενο στη γεωργία είναι η εφαρμογή στην Ελλάδα των ίδιων μέτρων με του άλλους εταίρους, με εξασφαλισμένη εισροή πόρων άνω των 19 δισ. ευρώ για την ελληνική γεωργία την περίοδο 2014 - 2020".
Όπως εξήγησε, το προαναφερόμενο ποσό -με τη χώρα μας να λαμβάνει υψηλότερους ευρωπαϊκούς πόρους συγκριτικά με τις άλλες χώρες της Ε.Ε.- ξεπερνά το σύνολο των πόρων που θα λάβουν μαζί όλοι οι άλλοι τομείς της ελληνικής οικονομίας. "Η αποτελεσματική απορρόφηση του προϋποθέτει την υλοποίηση παρεμβάσεων που να ανταποκρίνονται σε συγκεκριμένες προτεραιότητες, ικανές να μεγιστοποιήσουν τα πιθανά οφέλη και να συμβάλλουν στον αναπροσανατολισμό όχι μόνο του γεωργικού τομέα, αλλά του συνόλου της διατροφικής αλυσίδας", υπογράμμισε.
Μεταξύ άλλων, ο Τ. Χανιώτης στη διάρκεια της ομιλίας του στην εκδήλωση σημείωσε ότι η πρόκληση που οι εξελίξεις των τελευταίων ετών θέτουν για το γεωργικό τομέα είναι "να αναρωτηθεί ο τομέας όχι μόνο για το τι και πόσο παράγει, αλλά κυρίως για το πώς παράγει".
Η απάντηση σε αυτή την πρόκληση όπως ο ίδιος υπογράμμισε, "φαίνεται ότι θα κυριαρχήσει και τα προσεχή έτη (και όχι μόνο στο γεωργικό τομέα), δεν απαιτεί απλά προσαρμογές στο σύνολο της παραγωγικής διαδικασίας της επισιτιστικής αλυσίδας, αλλά επιβάλει επίσης και ριζικές αλλαγές στη λογική και τη φιλοσοφία της δημόσιας παρέμβασης στον γεωργικό τομέα".
Η μεταρρύθμιση της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής (2015 -2020), έχει σαν κεντρικό της στόχο όπως ο ίδιος εξήγησε, μια ευρωπαϊκή γεωργία που θα προωθεί την επισιτιστική ασφάλεια μέσω μιας περιβαλλοντικά και περιφερειακά ισορροπημένης γεωργικής παραγωγής.
Αποσπασματικό & αναποτελεσματικό το σύστημα πληροφοριών στην Ελλάδα
Έκθεση της Ε.Ε. που περιγράφει ολοκληρωμένα το Γεωργικό Σύστημα Πληροφοριών στην Ελλάδα αναφέρει, όπως επισήμανε ο Τάσος Χανιώτης, "τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της διάρθρωσης του αγροτικού τομέα στην Ελλάδα και τονίζει τον εξαιρετικά αποσπασματικό και αναποτελεσματικό χαρακτήρα του υπάρχοντος συστήματος, που επιδεινώθηκε με την αποκέντρωση και τις συνέπειες της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης".
Όπως γνωστοποίησε ο ίδιος, "σύμφωνα με την έκθεση, μετά την ένταξη στην ΕΟΚ/Ε.Ε. το 1981, οι ελληνικές κρατικές υπηρεσίες γεωργικών εφαρμογών εστιάστηκαν σταδιακά περισσότερο στην πλήρωση των αυξανόμενων διοικητικών γραφειοκρατικών καθηκόντων του κράτους, των σχετικών με τις κοινοτικές επιδοτήσεις".
Στο πλαίσιο αυτό, μεταξύ άλλων ο διευθυντής της Διεύθυνσης Οικονομικών Αναλύσεων, Προοπτικών και Αξιολογήσεων της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης της Ε.Ε. επισήμανε ότι "από την έκθεση προκύπτει ότι το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων εξακολουθεί να ασχολείται κυρίως με τη μεγιστοποίηση των οικονομικών πόρων της ΚΑΠ και τη διανομή τους σε γεωργούς, με αποτέλεσμα, με τη σειρά του, την εμμονή των αγροτών στις επιδοτήσεις και επιχορηγήσεις. Οι δημόσιες υπηρεσίες γεωργικών εφαρμογών στην Ελλάδα φαίνονται ιδιαίτερα κατακερματισμένες, γραφειοκρατικές, πελατειακές και αναποτελεσματικές".
Έτσι, η έκθεση τονίζει -όπως γνωστοποίησε ο Τ. Χανιώτης- ότι "οι δραστηριότητες των γεωργικών εφαρμογών καλύφθηκαν κατά κανόνα από ιδιωτικές εταιρείες και ιδιωτών γεωπόνων". Ως αποτέλεσμα, η μόνη οδός μεταφοράς νέων τεχνολογιών και πρακτικών στην ελληνική γεωργία φαίνεται να είναι οι ιδιωτικές εταιρείες, με συνέπεια όπως ο ίδιος υπογράμμισε "η πληροφορία να παρέχεται σε όσους από τους αγρότες το επιδιώκουν ενεργά, αλλά δυστυχώς με αποσπασματικό, ελλιπή και αναποτελεσματικό τρόπο".
Κατά τον Τάσο Χανιώτη, η αναδιάρθρωση του ΥΠΑΑΤ και η δημιουργία ΕΛΓO μπορεί να είναι μια ευκαιρία για βελτίωση, "ιδίως αν αναγνωρισθεί η σπουδαιότητα που δίνει η ΚΓΠ στην παροχή γεωργικών συμβουλών για την υγιή ανάπτυξη του τομέα".