Παρά την ανάκαμψη της καταναλωτικής εμπιστοσύνης στο τρίτο τρίμηνο του έτους, την αύξηση της απασχόλησης και την παραμονή της ιδιωτικής αποταμίευσης σε αρνητικό έδαφος κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους, ο όγκος του λιανικού εμπορίου ακολούθησε πτωτική πορεία, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, όπως επισημαίνεται στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων της Alpha Bank.
Συγκεκριμένα, ο ρυθμός μεταβολής του όγκου λιανικού εμπορίου (κύκλος εργασιών σε σταθερές τιμές) διατηρεί για όγδοο συνεχές έτος αρνητικό πρόσημο στο δεκάμηνο του 2016 και διαμορφώνεται στο -1,0%.
Τούτο ήταν αποτέλεσμα της πτώσεως του διαθεσίμου εισοδήματος των νοικοκυριών λόγω της αυξήσεως των φορολογικών επιβαρύνσεων και της μειώσεως των καθαρών κοινωνικών μεταβιβάσεων.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Household Sector Report (Νοέμβριος 2016) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το διαθέσιμο εισόδημα μειώθηκε κατά -1,2% και -0,4% στο πρώτο και δεύτερο τρίμηνο του 2016 αντιστοίχως. Η συμβολή στη μεταβολή αυτή των φόρων στο εισόδημα και την περιουσία ήταν -1,2% και 0,1%, ενώ των καθαρών κοινωνικών μεταβιβάσεων ήταν -0,7% και -1,0% αντίστοιχα στα δύο πρώτα τρίμηνα. Η επίπτωση αυτή αντισταθμίστηκε μόνο μερικώς από την συμβολή της ανόδου των εισοδημάτων εξαρτημένης εργασίας κατά 2,9% και 1,8% αντιστοίχως στα δύο πρώτα τρίμηνα του έτους. Και τούτο διότι η αύξηση της απασχόλησης προήλθε σε μεγαλύτερο βαθμό μέσω νέων συμβάσεων μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης -από ό,τι πλήρους απασχόλησης-με αποτέλεσμα η επίδρασή της απασχόλησης επί της αγοραστικής δυνάμεως να είναι σχετικά ασθενής.
Όπως επισημαίνεται, η υποτονική καταναλωτική ζήτηση αντανακλάται επίσης στον ρυθμό μεταβολής του υπολοίπου των χορηγήσεων καταναλωτικών δανείων που διατηρεί το αρνητικό πρόσημο της τελευταίας εξαετίας αν και φθίνει με μικρότερο ρυθμό σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
Τα έσοδα από τον φόρο προστιθέμενης αξίας συνιστούν ένα ακόμη μέτρο της ενεργού καταναλωτικής ζητήσεως, αφού συνδέονται αναλογικά με τον όγκο των συναλλαγών. Τα δύο τελευταία έτη και κυρίως το 2016, ωστόσο, τα έσοδα από τον ΦΠΑ ακολουθούν αντίστροφη πορεία.
Αυξάνονται δηλαδή, αν και με σχετικά μικρό ρυθμό, ως αποτέλεσμα των διαδοχικών αυξήσεων του φορολογικού συντελεστή τον Ιούλιο του 2015 και τον Μάιο του 2016, καθώς και της αυξημένης χρήσεως των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών. Σε βραχύ χρονικό ορίζοντα, τούτο επιφέρει αυξημένα φορολογικά έσοδα δημιουργώντας μια εφάπαξ επίπτωση στον ετήσιο ρυθμό μεταβολής. Ωστόσο, σε μακρύ χρονικό ορίζοντα, οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές εκτιμάται ότι ασκούν αρνητική επίδραση στην καταναλωτική δαπάνη και κατά συνέπεια, στα έσοδα του φόρου προστιθέμενης αξίας.
Αντίθετα με τους ανωτέρω δείκτες καταναλωτικής ζήτησης, οι νέες κυκλοφορίες ΙΧ επιβατικών αυτοκινήτων αυξάνονται τα τρία τελευταία χρόνια με διψήφιο ποσοστό. Η αύξηση αυτή αποδίδεται (α) στο κίνητρο της απόσυρσης, (β) στην αβεβαιότητα των νοικοκυριών για το ενδεχόμενο εξόδου από την Ευρωζώνη στο πρώτο εξάμηνο του 2015 και (γ) στην αυξημένη ζήτηση αυτοκινήτων χρονομίσθωσης που συνδέεται με την ισχυρή άνοδο της τουριστικής κίνησης καθώς και την ανανέωση του στόλου σημαντικών ελληνικών επιχειρήσεων την τελευταία διετία.
Επιπλέον, σημαντική τόνωση της καταναλωτικής ζήτησης αναμένεται να προκύψει από την πτωτική πορεία των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης. Ειδικότερα τον Νοέμβριο 2016 παρατηρήθηκε μείωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών ύψους 727 εκατ. ευρώ. Η αποκλιμάκωση των οφειλών οδηγεί σε παροχή ρευστότητας προς τις ελληνικές επιχειρήσεις που αναμένεται να διαχυθεί σταδιακά στο σύνολο της οικονομίας.