«Η θέσπιση ορίου ηλικίας στα 55 και η μείωση του ποσοστού
της σύνταξης που δικαιούται η χήρα στο 50% από 70%» είναι οι δύο
βασικές αλλαγές που επιφέρει ο νόμος Κατρούγκαλου στις συντάξεις
χηρείας, σύμφωνα με δελτίο Τύπου που εξέδωσε το Ενιαίο Δίκτυο
Συνταξιούχων (ΕΝ.ΔΙ.ΣΥ.). Κάνει λόγο για δραματικές μειώσεις που ισχύουν
για τις νέες συντάξεις χηρείας που εκδίδονται μετά τις 12 Μαΐου
2016 «οδηγώντας στο περιθώριο της φτώχειας μια μεγάλη μερίδα πληθυσμού».
Σύμφωνα με το Ενιαίο Δίκτυο Συνταξιούχων οι ανατροπές που επέρχονται με το νόμο Κατρούγκαλου, στο καθεστώς των νέων συντάξεων χηρείας, είναι οι εξής:
1. Θεσπίζεται το 55ο έτος ως όριο ηλικίας του επιζώντος συζύγου για τη θεμελίωση δικαιώματος συνταξιοδότησης λόγω θανάτου και προκύπτουν οι περιπτώσεις:
- εάν ο επιζών σύζυγος έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του κατά την ημερομηνία θανάτου τότε χορηγείται σύνταξη εφ’ όρου ζωής.
- εάν ο επιζών σύζυγος δεν έχει συμπληρώσει το 55ο έτος κατά την ημερομηνία θανάτου, τότε χορηγείται σύνταξη για μία τριετία και εάν το 55ο έτος συμπληρώνεται εντός αυτής της τριετίας, τότε η σύνταξη επαναχορηγείται στα 67 διά βίου. Αν το 55ο έτος της ηλικίας δεν συμπληρώνεται εντός της τριετίας, μετά τη λήξη της η σύνταξη διακόπτεται και δεν επαναχορηγείται.
2. Ο θανών ασφαλισμένος πρέπει κατά τον χρόνο θανάτου να έχει συμπληρώσει τις χρονικές προϋποθέσεις για τη λήψη σύνταξης γήρατος ή αναπηρίας, πλήρους ή μειωμένης. Σύμφωνα με το Δίκτυο Συνταξιούχων «Εδώ υπάρχει δυσμενής αλλαγή για τους «παλαιούς» ασφαλισμένους (πριν από το 1993), για τους οποίους διπλασιάζονται οι απαιτούμενες ημέρες ασφάλισης εντός της τελευταίας 5ετίας. Ο θανών έπρεπε να είχε 1.500 ημέρες ασφάλισης, εκ των οποίων 300 την τελευταία 5ετία, ενώ τώρα απαιτούνται 1.500 ημέρες, εκ των οποίων 600 την τελευταία 5ετία».
3. Αλλάζει ο τρόπος υπολογισμού και συναρτάται πλέον με τη διάρκεια του έγγαμου βίου και τη διαφορά της ηλικίας του θανόντος με τον επιζώντα σύζυγο. Η χήρα παίρνει το 50% της σύνταξης του θανόντος (ενώ έπαιρνε στις περισσότερες περιπτώσεις το 70%). Αν ο θανών ήταν συνταξιούχος, η σύνταξή του επανυπολογίζεται με τον νέο τρόπο (εθνική και αναλογική) και η χήρα παίρνει το 50% της νέας σύνταξης. Το ποσό αυτό ισχύει για την πρώτη 3ετία. Μετά τα τρία χρόνια, αν δεν εργάζεται και δεν λαμβάνει δική της σύνταξη, θα συνεχίσει να παίρνει το ίδιο ποσό (εφόσον έχει τις ηλικιακές προϋποθέσεις). Αν εργάζεται ή παίρνει δική της σύνταξη, η σύνταξη χηρείας περιορίζεται στο μισό (50%).
Τέλος θεσπίζεται ελάχιστο όριο έγγαμης συμβίωσης τα 5 έτη, που θα πρέπει να έχουν συμπληρωθεί μέχρι την ημερομηνία θανάτου. Εδώ η αλλαγή αφορά σε θάνατο ασφαλισμένου, καθώς έχουμε αύξηση: απαιτούνταν 3 χρόνια και τώρα απαιτούνται 5. Ισχύουν εξαιρέσεις αν ο θάνατος οφείλεται σε ατύχημα, αν γεννηθεί παιδί κατά τη διάρκεια του γάμου ή η χήρα τελεί σε εγκυμοσύνη.
Σύμφωνα με το Ενιαίο Δίκτυο Συνταξιούχων οι ανατροπές που επέρχονται με το νόμο Κατρούγκαλου, στο καθεστώς των νέων συντάξεων χηρείας, είναι οι εξής:
1. Θεσπίζεται το 55ο έτος ως όριο ηλικίας του επιζώντος συζύγου για τη θεμελίωση δικαιώματος συνταξιοδότησης λόγω θανάτου και προκύπτουν οι περιπτώσεις:
- εάν ο επιζών σύζυγος έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του κατά την ημερομηνία θανάτου τότε χορηγείται σύνταξη εφ’ όρου ζωής.
- εάν ο επιζών σύζυγος δεν έχει συμπληρώσει το 55ο έτος κατά την ημερομηνία θανάτου, τότε χορηγείται σύνταξη για μία τριετία και εάν το 55ο έτος συμπληρώνεται εντός αυτής της τριετίας, τότε η σύνταξη επαναχορηγείται στα 67 διά βίου. Αν το 55ο έτος της ηλικίας δεν συμπληρώνεται εντός της τριετίας, μετά τη λήξη της η σύνταξη διακόπτεται και δεν επαναχορηγείται.
2. Ο θανών ασφαλισμένος πρέπει κατά τον χρόνο θανάτου να έχει συμπληρώσει τις χρονικές προϋποθέσεις για τη λήψη σύνταξης γήρατος ή αναπηρίας, πλήρους ή μειωμένης. Σύμφωνα με το Δίκτυο Συνταξιούχων «Εδώ υπάρχει δυσμενής αλλαγή για τους «παλαιούς» ασφαλισμένους (πριν από το 1993), για τους οποίους διπλασιάζονται οι απαιτούμενες ημέρες ασφάλισης εντός της τελευταίας 5ετίας. Ο θανών έπρεπε να είχε 1.500 ημέρες ασφάλισης, εκ των οποίων 300 την τελευταία 5ετία, ενώ τώρα απαιτούνται 1.500 ημέρες, εκ των οποίων 600 την τελευταία 5ετία».
3. Αλλάζει ο τρόπος υπολογισμού και συναρτάται πλέον με τη διάρκεια του έγγαμου βίου και τη διαφορά της ηλικίας του θανόντος με τον επιζώντα σύζυγο. Η χήρα παίρνει το 50% της σύνταξης του θανόντος (ενώ έπαιρνε στις περισσότερες περιπτώσεις το 70%). Αν ο θανών ήταν συνταξιούχος, η σύνταξή του επανυπολογίζεται με τον νέο τρόπο (εθνική και αναλογική) και η χήρα παίρνει το 50% της νέας σύνταξης. Το ποσό αυτό ισχύει για την πρώτη 3ετία. Μετά τα τρία χρόνια, αν δεν εργάζεται και δεν λαμβάνει δική της σύνταξη, θα συνεχίσει να παίρνει το ίδιο ποσό (εφόσον έχει τις ηλικιακές προϋποθέσεις). Αν εργάζεται ή παίρνει δική της σύνταξη, η σύνταξη χηρείας περιορίζεται στο μισό (50%).
Τέλος θεσπίζεται ελάχιστο όριο έγγαμης συμβίωσης τα 5 έτη, που θα πρέπει να έχουν συμπληρωθεί μέχρι την ημερομηνία θανάτου. Εδώ η αλλαγή αφορά σε θάνατο ασφαλισμένου, καθώς έχουμε αύξηση: απαιτούνταν 3 χρόνια και τώρα απαιτούνται 5. Ισχύουν εξαιρέσεις αν ο θάνατος οφείλεται σε ατύχημα, αν γεννηθεί παιδί κατά τη διάρκεια του γάμου ή η χήρα τελεί σε εγκυμοσύνη.