ΣΕΒ
Εβδομαδιαίο δελτίο
«Αν η κυβέρνηση θέλει να δώσει πραγματική ώθηση στην οικονομία και να μη σύρεται πίσω από μνημόνια, θα μπορούσε να ανακοινώσει ότι ταυτόχρονα με τη σφιχτή δημοσιονομική πολιτική που παράγει πλεονάσματα άνω του 3,5% επιδιώκει να υλοποιήσει άμεσα τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και την παραμετροποίηση του ασφαλιστικού το 2017». Την επισήμανση αυτή κάνει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίου του για την πορεία της οικονομίας που φέρει τον τίτλο: «Μισθοί, Κέρδη, Επενδύσεις: Η ισορροπία της ευημερίας!».
Μετά την εξαγγελία αυτή, υπογραμμίζει ο ΣΕΒ, η χώρα έχει τη δυνατότητα να βγει με αξιώσεις στις αγορές για να ανανεώσει το 1,5 δισ. ευρώ των τριετών ομολόγων που λήγουν στις 17 Ιουλίου 2017, με σχετικά ανταγωνιστικό επιτόκιο. Η σταδιακή ανάκτηση μεγαλύτερων βαθμών οικονομικής ελευθερίας, θα έδινε τη δυνατότητα σε πολιτικούς, επιχειρηματίες και εργαζόμενους να εκπονήσουν ένα αναπτυξιακό σχέδιο για τη χώρα, όπου με σταδιακή μείωση της υπερφορολόγησης της εργασίας πρωτίστως και με πολιτικές φιλικές προς την επιχειρηματικότητα, να δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων και αναζωογόνηση της ελληνικής οικονομίας.
Ο ΣΕΒ σημειώνει παράλληλα, ότι η βέλτιστη διανομή του εισοδήματος σε μισθούς και κέρδη επηρεάζει καθοριστικά τη λειτουργία της οικονομίας. Στην Ελλάδα, η ισορροπία αυτή διαταράχθηκε βάναυσα στην περίοδο της ευημερίας με δανεικά (2000-2009), με το μερίδιο των κερδών να συρρικνώνεται με ξέφρενους ρυθμούς, με αποτέλεσμα να παραμεληθεί η αναβάθμιση των τεχνολογικών δομών της παραγωγής. Η αύξηση του σχετικού κόστους εργασίας θα έπρεπε να οδηγήσει σε υποκατάσταση εργασίας με κεφάλαιο, μέσω νέων επενδύσεων. Και αυτό πιθανόν να συνέβη σε μεμονωμένες περιπτώσεις.
Συνολικά, όμως, οι ιδιωτικές επενδύσεις χωρίς κατοικίες ήταν 2 έως 3 π.μ. του ΑΕΠ χαμηλότερες στην Ελλάδα απ’ ό,τι στην ΕΕ-28 ακόμη και κατά την περίοδο των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης. Αντίθετα, δόθηκαν αυξήσεις μισθών αναντίστοιχες της αύξησης της παραγωγικότητας, μέσα στη γενικότερη ευφορία μιας οικονομίας που ευημερούσε πέραν των παραγωγικών της δυνατοτήτων. Διότι εάν τα δανεικά γίνονταν επενδύσεις σε εξωστρεφείς δραστηριότητες αντί για καταναλωτικά ελλείμματα και επενδύσεις χαμηλής παραγωγικότητας σε κατοικίες, τότε η χώρα δεν θα είχε τεράστια ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, τα δανεικά διεύρυναν υπέρογκα τους μισθούς και την κατανάλωση, περιορίζοντας τα κέρδη και τις επενδύσεις. Η απόδοση του κεφαλαίου, που πρέπει να διασφαλίζεται σε διεθνώς ανταγωνιστικά επίπεδα, περιορίσθηκε και τα κεφάλαια εξαφανίσθηκαν, και μαζί με αυτά, οι επενδύσεις. Μετά από επτά χρόνια κρίσης και ύφεσης η απόδοση του κεφαλαίου έχει αρχίσει να αποκαθίσταται σταδιακά σε πιο κανονικά επίπεδα.
Η τάση αυτή εφόσον συνεχισθεί μπορεί να οδηγήσει σε ανάκαμψη των επενδύσεων, νέες θέσεις εργασίας και νέα εισοδήματα. Και κλείνει σημειώνοντας ότι «οποιαδήποτε προσπάθεια της κυβέρνησης να υποκαταστήσει την ιδιωτική οικονομία, με τη διανομή του πρωτογενούς πλεονάσματος, για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στο δημόσιο, θα έχει αρνητικά αποτελέσματα και παράταση της ασφυκτικής επιτροπείας των δημόσιων οικονομικών της χώρας. Η υπερφορολόγηση επιχειρήσεων και εργασίας για τη χρηματοδότηση μιας πολιτικής παροχών, έχει στραγγαλίσει τον ιδιωτικό τομέα».
Εβδομαδιαίο δελτίο
«Αν η κυβέρνηση θέλει να δώσει πραγματική ώθηση στην οικονομία και να μη σύρεται πίσω από μνημόνια, θα μπορούσε να ανακοινώσει ότι ταυτόχρονα με τη σφιχτή δημοσιονομική πολιτική που παράγει πλεονάσματα άνω του 3,5% επιδιώκει να υλοποιήσει άμεσα τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και την παραμετροποίηση του ασφαλιστικού το 2017». Την επισήμανση αυτή κάνει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίου του για την πορεία της οικονομίας που φέρει τον τίτλο: «Μισθοί, Κέρδη, Επενδύσεις: Η ισορροπία της ευημερίας!».
Μετά την εξαγγελία αυτή, υπογραμμίζει ο ΣΕΒ, η χώρα έχει τη δυνατότητα να βγει με αξιώσεις στις αγορές για να ανανεώσει το 1,5 δισ. ευρώ των τριετών ομολόγων που λήγουν στις 17 Ιουλίου 2017, με σχετικά ανταγωνιστικό επιτόκιο. Η σταδιακή ανάκτηση μεγαλύτερων βαθμών οικονομικής ελευθερίας, θα έδινε τη δυνατότητα σε πολιτικούς, επιχειρηματίες και εργαζόμενους να εκπονήσουν ένα αναπτυξιακό σχέδιο για τη χώρα, όπου με σταδιακή μείωση της υπερφορολόγησης της εργασίας πρωτίστως και με πολιτικές φιλικές προς την επιχειρηματικότητα, να δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων και αναζωογόνηση της ελληνικής οικονομίας.
Ο ΣΕΒ σημειώνει παράλληλα, ότι η βέλτιστη διανομή του εισοδήματος σε μισθούς και κέρδη επηρεάζει καθοριστικά τη λειτουργία της οικονομίας. Στην Ελλάδα, η ισορροπία αυτή διαταράχθηκε βάναυσα στην περίοδο της ευημερίας με δανεικά (2000-2009), με το μερίδιο των κερδών να συρρικνώνεται με ξέφρενους ρυθμούς, με αποτέλεσμα να παραμεληθεί η αναβάθμιση των τεχνολογικών δομών της παραγωγής. Η αύξηση του σχετικού κόστους εργασίας θα έπρεπε να οδηγήσει σε υποκατάσταση εργασίας με κεφάλαιο, μέσω νέων επενδύσεων. Και αυτό πιθανόν να συνέβη σε μεμονωμένες περιπτώσεις.
Συνολικά, όμως, οι ιδιωτικές επενδύσεις χωρίς κατοικίες ήταν 2 έως 3 π.μ. του ΑΕΠ χαμηλότερες στην Ελλάδα απ’ ό,τι στην ΕΕ-28 ακόμη και κατά την περίοδο των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης. Αντίθετα, δόθηκαν αυξήσεις μισθών αναντίστοιχες της αύξησης της παραγωγικότητας, μέσα στη γενικότερη ευφορία μιας οικονομίας που ευημερούσε πέραν των παραγωγικών της δυνατοτήτων. Διότι εάν τα δανεικά γίνονταν επενδύσεις σε εξωστρεφείς δραστηριότητες αντί για καταναλωτικά ελλείμματα και επενδύσεις χαμηλής παραγωγικότητας σε κατοικίες, τότε η χώρα δεν θα είχε τεράστια ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, τα δανεικά διεύρυναν υπέρογκα τους μισθούς και την κατανάλωση, περιορίζοντας τα κέρδη και τις επενδύσεις. Η απόδοση του κεφαλαίου, που πρέπει να διασφαλίζεται σε διεθνώς ανταγωνιστικά επίπεδα, περιορίσθηκε και τα κεφάλαια εξαφανίσθηκαν, και μαζί με αυτά, οι επενδύσεις. Μετά από επτά χρόνια κρίσης και ύφεσης η απόδοση του κεφαλαίου έχει αρχίσει να αποκαθίσταται σταδιακά σε πιο κανονικά επίπεδα.
Η τάση αυτή εφόσον συνεχισθεί μπορεί να οδηγήσει σε ανάκαμψη των επενδύσεων, νέες θέσεις εργασίας και νέα εισοδήματα. Και κλείνει σημειώνοντας ότι «οποιαδήποτε προσπάθεια της κυβέρνησης να υποκαταστήσει την ιδιωτική οικονομία, με τη διανομή του πρωτογενούς πλεονάσματος, για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στο δημόσιο, θα έχει αρνητικά αποτελέσματα και παράταση της ασφυκτικής επιτροπείας των δημόσιων οικονομικών της χώρας. Η υπερφορολόγηση επιχειρήσεων και εργασίας για τη χρηματοδότηση μιας πολιτικής παροχών, έχει στραγγαλίσει τον ιδιωτικό τομέα».