Πολιτικό
και οικονομικό ενδιαφέρον έχει η συζήτηση για το ενδεχόμενο σύνδεσης
της εξόδου από το τρίτο πρόγραμμα τον Αύγουστο του 2018 με την
ενεργοποίηση μιας γραμμής προαιρετικής χρηματοδότησης από τον ESM (ECCL ή PCCL).
Το
ενδεχόμενο αυτό "μπήκε" και επίσημα ως πρόταση από τον κ.
Στουρνάρα στην ενδιάμεση έκθεση της ΤτΕ. Όπως επισημαίνει η Έκθεση: "Η
ύπαρξη ενός τέτοιου προληπτικού πλαισίου στήριξης εκτιμάται ότι μπορεί
να δράσει υποστηρικτικά για την ελληνική οικονομία, μειώνοντας το κόστος
δανεισμού...".
Το ενδεχόμενο αυτό είχε αναθερμανθεί πρόσφατα με αφορμή σχόλιο του κ. Ντράγκι σε ερώτηση για το αν θα χρειασθεί και τέταρτο πρόγραμμα η Ελλάδα, μετά τον Αύγουστο του 2018.
Ο
πρόεδρος της ΕΚΤ δήλωσε ότι κάτι τέτοιο είναι θέμα που μόνο η ελληνική
κυβέρνηση μπορεί να δρομολογήσει μετά από δικό της σχετικό αίτημα.
Πηγές του "Κεφαλαίου" αναφέρουν ότι το θέμα δεν τέθηκε τυχαία με τη μορφή ερωτήματος στον κ. Ντράγκι, ούτε και η μορφή της απάντησής του ήταν ένα απλό σχόλιο αποστασιοποίησης από το θέμα.
Η "συζήτηση" αυτή υφέρπει εδώ και καιρό, αλλά τελευταία έχει αναζωογονηθεί, και μάλιστα η "πηγή" αυτού του ενδιαφέροντος σύμφωνα με κοινοτικούς αξιωματούχους "γεωγραφικά" τοποθετείται στην Αθήνα, όπως αποδεικνύει άλλωστε και η σαφής παρέμβαση στην έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος.
Σύμφωνα
με τους ίδιους κύκλους, "η εκτίμηση στην οποία συγκλίνουν στο επιτελείο
του κ. Γιούνκερ, αλλά και των συναρμόδιων Επιτρόπων με την υπάρχουσα
θετική πορεία του προγράμματος" φαίνεται να "αποκλείει προς το παρόν το
ενδεχόμενο της ανάγκης μιας προαιρετικής πιστοληπτικής γραμμής".
Η προοπτική αυτή συνδέεται με το γεγονός ότι η μεν "καθαρή έξοδος" μπορεί και πρέπει να εξασφαλισθεί με ένα "μαξιλάρι" 19-20 δισ. ευρώ.
Αυτό
μπορεί να συγκεντρωθεί αφενός με τις εισροές νέου χρήματος από τις
τρεις προγραμματισμένες εκδόσεις ομολόγων το πρώτο επτάμηνο του 2018 και
αφετέρου με ένα μέρος των αδιάθετων "υπολοίπων" του δανείου των 86 δισ.
ευρώ.
Η τακτική αυτή, άλλωστε, αποτελεί επανάληψη της εμπειρίας του πορτογαλικού και του ιρλανδικού προγράμματος.
Στην
ίδια λογική φαίνεται να κινείται και το περιβάλλον του Εκτελεστικού
Συμβουλίου της ΕΚΤ, ενώ κάποιες πληροφορίες από τη Φρανκφούρτη αποδίδουν
την εκτίμηση αυτή και στον ίδιο τον πρόεδρο της ΕΚΤ.
Στο δ.σ. της ΕΚΤ
Μέσα
στο διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας όμως υπάρχουν απόψεις που
καλλιεργούν και υποστηρίζουν την εκτίμηση ότι, για να διασφαλισθεί η φερεγγυότητα της εξόδου από το πρόγραμμα, θα πρέπει να συνοδεύεται από μια γραμμή προαιρετικής χρηματοδότησης από τον ESM. Αυτή,
όμως, όποια μορφή και αν έχει, θα συνοδεύεται από μια σειρά δεσμεύσεων
για την εφαρμογή προγράμματος μεταρρυθμίσεων που έμμεσα θα αποτελεί ένα νέο "μίνι πρόγραμμα/μνημόνιο"...
Η
στήριξη αυτής της άποψης, μάλιστα, αποδίδεται και στην ΤτΕ, γεγονός που
υποχρεώνει και τον πρόεδρο της ΕΚΤ να είναι πολύ προσεκτικός στις
σχετικές τοποθετήσεις του.
Η
έξοδος από το τρίτο πρόγραμμα και η σύνδεσή του με μια προαιρετική
γραμμή πίστωσης συνδεδεμένη με περιοριστικούς όρους, συσχετίζεται από
τους υποστηρικτές της άποψης αυτής με επιφυλάξεις όσον αφορά τους
ρυθμούς ανάπτυξης. Αυτούς που έχουν τεθεί ως προοπτική-στόχος για τα
επόμενα χρόνια και οι οποίοι επιτρέπουν την εξασφάλιση της επίτευξης των
στόχων υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων. Οι εκτιμήσεις αυτές συγκλίνουν
με τις επιφυλάξεις που διατυπώνει το ΔΝΤ όσον αφορά τους
μεσομακροπρόθεσμους στόχους ανάπτυξης και οι οποίοι, όπως είναι γνωστό,
περιορίζονται στο επίπεδο του 1%.
Στις Βρυξέλλες, και ειδικά στο περιβάλλον της Κομισιόν, με έμμεσο αλλά σαφή τρόπο, αποδίδουν τις επιφυλάξεις αυτές στα προβλήματα των αντιπαραθέσεων στην εσωτερική πολιτική σκηνή. Και για τον λόγο αυτό δεν φαίνεται να ανησυχούν ιδιαίτερα.
Διλήμματα και αντιθέσεις
Το στοιχείο, όμως, που δημιουργεί τριβές έχει να κάνει με την έμμεση εμπλοκή της ΤτΕ και των δικών της εκτιμήσεων, όσον αφορά το δίλημμα της ενεργοποίησης ή όχι μιας "εγγυητικής" γραμμής πίστωσης από τον ESM μετά το τέλος του τρίτου προγράμματος.
Στην
Αθήνα, στελέχη της ΤτΕ στα οποία απευθύνθηκε το "Κ" για να διευκρινίσει
την εικόνα αυτή δεν έδωσαν σαφή και ξεκάθαρη απάντηση για τις αιτίες
των επιφυλάξεων που υπάρχουν. Από μια πλευρά διοικητικών στελεχών
διατυπώνεται η εκτίμηση ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια δεν διασφαλίζουν την "εγγυημένη" και "καθαρή" έξοδο από το τρίτο πρόγραμμα. Και για τον λόγο αυτό δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο ανάγκης ενός χρηματοδοτικού εργαλείου ως εγγύησης για να σταθεροποιηθεί η ομαλή υποδοχή των αγορών τα επόμενα χρόνια.
Δεν φαίνεται, όμως, οι εκτιμήσεις αυτές να συμπίπτουν με εκείνες στελεχών της ΕΚΤ, και ειδικά στον SSM. Εκεί οι
επιφυλάξεις για τη μετά το πρόγραμμα περίοδο συνδέονται πολύ
περισσότερο με την κατάσταση του τραπεζικού συστήματος και, κυρίως, με
τις διαδικασίες μείωσης των προβλημάτων με τα NPLs.
Παράγοντας του SSM στον οποίο απευθύνθηκε το "Κ", υπό τον όρο ανωνυμίας, επέμεινε ότι τα stress tests του Φεβρουαρίου "είναι πιθανό να αποκαλύψουν την ανάγκη κεφαλαιακής ενίσχυσης"
για ορισμένες από τις τράπεζες, "αν δεν υπάρξει στιβαρή και μη
αντιστρεπτή βελτίωση στα αποτελέσματα των προβλεπόμενων διαδικασιών
απομείωσης του όγκου των NPLs..." στο μεταξύ.
Αξιοπρόσεκτο εδώ είναι ότι οι επιφυλάξεις αυτές συνδέονται με τις πολύ αργές διαδικασίες που ακολουθήθηκαν τόσο στις αντικαταστάσεις των διοικητικών στελεχών
όσο και στην ενεργοποίηση των μέτρων για την κεφαλαιακή ισχυροποίηση
των τραπεζών. Και δεν αφήνουν, στο πλαίσιο αυτής της ευθύνης, απέξω τον τρόπο που παρενέβη η διοίκηση της ΤτΕ σ' αυτό,
με δεδομένο, βέβαια, ότι οι παρεμβάσεις αυτές διενεργήθηκαν σε ένα
περιβάλλον ελεγχόμενης, αλλά διαρκούς έντασης στις σχέσεις μεταξύ της
διοίκησης της τράπεζας και της κυβέρνησης...
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, είτε αποτυπωθεί στα αποτελέσματα των επερχόμενων stress tests η ανάγκη κεφαλαιακής ενίσχυσης κάποιων εκ των ενδιαφερόμενων τραπεζών είτε όχι, στην Κομισιόν (παραδόξως και στον ESM) επιμένουν ότι αυτό μπορεί να διευθετηθεί χωρίς επιπλέον αναταράξεις στο πρόγραμμα, στο πλαίσιο της τελικής συμφωνίας. Της συμφωνίας, δηλαδή, που
θα δρομολογηθεί με αφορμή το πλαίσιο της τέταρτης και τελευταίας
αξιολόγησης και των διευθετήσεων για το χρέος αλλά και τη δημοσιονομική
εποπτεία.