Αμέσως μετά την εορτή των Θεοφανίων
προγραμματίζεται να κατατεθεί στη Βουλή το πολυνομοσχέδιο με το οποίο θα
κλείσουν τα προαπαιτούμενα της 3ης αξιολόγησης.
Το σενάριο των δύο διαφορετικών νομοσχεδίων, που είχε καταρτίσει η κυβέρνηση αμέσως μετά την επίτευξη της «τεχνικής συμφωνίας» με τους δανειστές, δεν υλοποιήθηκε και πλέον οδεύουμε προς την κατάθεση ενός πολυνομοσχεδίου -ογκωδέστατου όπως λένε κυβερνητικά στελέχη που μετέχουν στις προετοιμασίες-, το οποίο αναμένεται να ψηφιστεί με τη διαδικασία του «επείγοντος».
Τα χρονικά περιθώρια είναι εξαιρετικά στενά. Ο πρώτος στόχος είναι το πολυνομοσχέδιο να έχει κατατεθεί στη Βουλή δύο ή τρεις ημέρες πριν από το Euroworking Group του Ιανουαρίου, το οποίο είναι προγραμματισμένο για τις 11 του μήνα. Έτσι, η πιθανότερη ημερομηνία κατάθεσης είναι είτε η 9η είτε η 10η Ιανουαρίου. Η ψήφιση θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί πριν από το πρώτο Eurogroup της φετινής χρονιάς, το οποίο είναι προγραμματισμένο για τις 22 Ιανουαρίου. Μέχρι τότε, θα πρέπει όχι μόνο να έχει ψηφιστεί το πολυνομοσχέδιο και να έχουν δημοσιευτεί στο ΦΕΚ όλες οι υπουργικές αποφάσεις που συνδέονται με τα προαπαιτούμενα της 3ης αξιολόγησης, αλλά θα πρέπει να έχει καταγραφεί πρόοδος και στα μείζονα θέματα στα οποία επιμένουν οι δανειστές, με κυρίαρχο αυτό των πλειστηριασμών.
Εφόσον η κυβέρνηση καταφέρει να ανταποκριθεί στο «σφικτό» χρονοδιάγραμμα, οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης θα ανάψουν το «πράσινο φως» για την ολοκλήρωση της 3ης αξιολόγησης αλλά και για την εκταμίευση μίας ακόμη δόσης, το ύψος της οποίας αναμένεται να κινηθεί πάνω από τα 5 δισ. ευρώ. Για την εκταμίευση απαιτείται η συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης η οποία αναμένεται μέσα στον Φεβρουάριο, όπως άλλωστε και η εκταμίευση της δόσης. Επίσης, αναμένεται να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την πρώτη δοκιμαστική έξοδο της Ελλάδας στις αγορές -ακόμη και μέσα στον μήνα όπως λένε αρμόδιες κυβερνητικές πηγές- με στόχο την άντληση ποσού της τάξεως των 3-5 δισ. ευρώ. Η τελική απόφαση για την έκδοση νέων ομολόγων -ενδεχομένως 5ετούς ή 7ετούς διάρκειας προκειμένου να είναι και το επιτόκιο χαμηλότερο- θα εξαρτηθεί και από την πιθανή αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας μέσα στον μήνα από τους οίκους αξιολόγησης. Το σημαντικότερο όμως για την ελληνική κυβέρνηση είναι ότι με το κλείσιμο της 3ης αξιολόγησης και τον προσδιορισμό των τελευταίων 82 προαπαιτούμενων που μας χωρίζουν από την έξοδο από το μνημόνιο, θα καθοριστεί το χρονοδιάγραμμα της συζήτησης για τη διευθέτηση του ελληνικού χρέους.
Η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα δεν περιμένει ότι θα υπάρξουν εμπόδια κατά τη διαδικασία ψήφισης του πολυνομοσχεδίου, καθώς τα «δύσκολα» προαπαιτούμενα (κυρίως για εσωκομματικούς λόγους στο κυβερνών κόμμα) θα ενσωματωθούν στο πολυνομοσχέδιο, οπότε η ψήφισή τους θα συνδεθεί ουσιαστικά με το βασικό διακύβευμα, που είναι η άμεση προώθηση των διαδικασιών προκειμένου να υλοποιηθεί ο κεντρικός πολιτικός στόχος, που είναι η έξοδος της Ελλάδας από τα μνημόνια μέχρι τον Αύγουστο. Μεταξύ των διατάξεων που αναμένεται να συζητηθούν περισσότερο θα είναι:
860 ευρώ αν το εισόδημά τους είναι από 23.000 έως 33.000 ευρώ, και
1.500 ευρώ αν το εισόδημά τους ξεπερνά τα 33.000 ευρώ, θα είναι ότι θα υπάρξει σημαντική αύξηση εισοδήματος στους γονείς με ένα ή δύο παιδιά. Έτσι, οι γονείς με ένα παιδί θα δουν το επίδομα να αυξάνεται κατά 240 ευρώ για εισοδήματα από 11.000 έως 17.000 ευρώ, ενώ το εισόδημα των οικογενειών με δύο παιδιά θα αυξηθεί έως και 1.040 ευρώ εφόσον διαμορφώνεται έως τα 12.000 ευρώ τον χρόνο (ή στα 480 ευρώ για εισόδημα από 13.000 έως 20.000 ευρώ ετησίως).
Αναμένεται αντιπαράθεση
Πολιτική αντιπαράθεση αναμένεται να προκαλέσει η νομοθετική επαναδιατύπωση της υποχρέωσης που έχει αναλάβει η Ελλάδα να εφαρμόσει νωρίτερα απ’ ό,τι έχει συμφωνηθεί τη μείωση του αφορολογήτου σε περίπτωση που το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ή οι υπόλοιποι θεσμοί εγείρουν θέμα ότι δεν μπορεί να εκπληρωθεί ο δημοσιονομικός στόχος για παραγωγή πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ μέσα στο 2019. Η συγκεκριμένη υποχρέωση υπάρχει ήδη και έχει ψηφιστεί, αλλά οι δανειστές έχουν αξιώσει -όπως προκύπτει άλλωστε και από το προσχέδιο του αναθεωρημένου μνημονίου- η συγκεκριμένη δέσμευση να είναι ρητή και καλύτερα διατυπωμένη και στο εθνικό δίκαιο.
Το σενάριο των δύο διαφορετικών νομοσχεδίων, που είχε καταρτίσει η κυβέρνηση αμέσως μετά την επίτευξη της «τεχνικής συμφωνίας» με τους δανειστές, δεν υλοποιήθηκε και πλέον οδεύουμε προς την κατάθεση ενός πολυνομοσχεδίου -ογκωδέστατου όπως λένε κυβερνητικά στελέχη που μετέχουν στις προετοιμασίες-, το οποίο αναμένεται να ψηφιστεί με τη διαδικασία του «επείγοντος».
Τα χρονικά περιθώρια είναι εξαιρετικά στενά. Ο πρώτος στόχος είναι το πολυνομοσχέδιο να έχει κατατεθεί στη Βουλή δύο ή τρεις ημέρες πριν από το Euroworking Group του Ιανουαρίου, το οποίο είναι προγραμματισμένο για τις 11 του μήνα. Έτσι, η πιθανότερη ημερομηνία κατάθεσης είναι είτε η 9η είτε η 10η Ιανουαρίου. Η ψήφιση θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί πριν από το πρώτο Eurogroup της φετινής χρονιάς, το οποίο είναι προγραμματισμένο για τις 22 Ιανουαρίου. Μέχρι τότε, θα πρέπει όχι μόνο να έχει ψηφιστεί το πολυνομοσχέδιο και να έχουν δημοσιευτεί στο ΦΕΚ όλες οι υπουργικές αποφάσεις που συνδέονται με τα προαπαιτούμενα της 3ης αξιολόγησης, αλλά θα πρέπει να έχει καταγραφεί πρόοδος και στα μείζονα θέματα στα οποία επιμένουν οι δανειστές, με κυρίαρχο αυτό των πλειστηριασμών.
Εφόσον η κυβέρνηση καταφέρει να ανταποκριθεί στο «σφικτό» χρονοδιάγραμμα, οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης θα ανάψουν το «πράσινο φως» για την ολοκλήρωση της 3ης αξιολόγησης αλλά και για την εκταμίευση μίας ακόμη δόσης, το ύψος της οποίας αναμένεται να κινηθεί πάνω από τα 5 δισ. ευρώ. Για την εκταμίευση απαιτείται η συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης η οποία αναμένεται μέσα στον Φεβρουάριο, όπως άλλωστε και η εκταμίευση της δόσης. Επίσης, αναμένεται να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την πρώτη δοκιμαστική έξοδο της Ελλάδας στις αγορές -ακόμη και μέσα στον μήνα όπως λένε αρμόδιες κυβερνητικές πηγές- με στόχο την άντληση ποσού της τάξεως των 3-5 δισ. ευρώ. Η τελική απόφαση για την έκδοση νέων ομολόγων -ενδεχομένως 5ετούς ή 7ετούς διάρκειας προκειμένου να είναι και το επιτόκιο χαμηλότερο- θα εξαρτηθεί και από την πιθανή αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας μέσα στον μήνα από τους οίκους αξιολόγησης. Το σημαντικότερο όμως για την ελληνική κυβέρνηση είναι ότι με το κλείσιμο της 3ης αξιολόγησης και τον προσδιορισμό των τελευταίων 82 προαπαιτούμενων που μας χωρίζουν από την έξοδο από το μνημόνιο, θα καθοριστεί το χρονοδιάγραμμα της συζήτησης για τη διευθέτηση του ελληνικού χρέους.
Η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα δεν περιμένει ότι θα υπάρξουν εμπόδια κατά τη διαδικασία ψήφισης του πολυνομοσχεδίου, καθώς τα «δύσκολα» προαπαιτούμενα (κυρίως για εσωκομματικούς λόγους στο κυβερνών κόμμα) θα ενσωματωθούν στο πολυνομοσχέδιο, οπότε η ψήφισή τους θα συνδεθεί ουσιαστικά με το βασικό διακύβευμα, που είναι η άμεση προώθηση των διαδικασιών προκειμένου να υλοποιηθεί ο κεντρικός πολιτικός στόχος, που είναι η έξοδος της Ελλάδας από τα μνημόνια μέχρι τον Αύγουστο. Μεταξύ των διατάξεων που αναμένεται να συζητηθούν περισσότερο θα είναι:
- Η αλλαγή του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων ώστε οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί να μπορούν να διενεργηθούν ακόμη και για οφειλές προς το Δημόσιο και προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Παρά το γεγονός ότι τα κυβερνητικά στελέχη διαβεβαιώνουν ότι η εφορία δεν πρόκειται να βγάλει καμία πρώτη κατοικία στο σφυρί, η αλλαγή του ΚΕΔΕ (ο οποίος ούτως ή άλλως δεν προβλέπει καμία προστασία για την κύρια κατοικία) θα αναζωπυρώσει στη Βουλή το πολιτικά «καυτό» θέμα των πλειστηριασμών. Υπενθυμίζεται ότι μέλη της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ είχαν ζητήσει να περάσει νομοθετική ρύθμιση ώστε να καταστεί πιο σαφής η προστασία της κύριας κατοικίας από τον πλειστηριασμό, μια προστασία η οποία παρέχεται μόνο μέσω του νόμου Κατσέλη και η οποία εκπνέει στο τέλος του χρόνου. Οι δανειστές έχουν αποκλείσει κατηγορηματικά ένα τέτοιο ενδεχόμενο, οπότε δεν αναμένεται να προχωρήσει καμία αλλαγή πέραν των όσων έχουν συμφωνηθεί στο πλαίσιο της 3ης αξιολόγησης.
- Οι αλλαγές στον νόμο Κατσέλη που πρέπει να περάσουν από τη Βουλή αφορούν την αυστηροποίηση του πλαισίου, ώστε να περιοριστεί η χρήση από τους λεγόμενους «στρατηγικούς κακοπληρωτές». Ουσιαστικά θα περάσουν διατάξεις που θα αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο επανελέγχου με διαδικασίες-εξπρές των υποθέσεων που έχουν ήδη κατατεθεί και οι οποίες λιμνάζουν επί σειρά ετών, λόγω της καθυστέρησης που παρατηρείται στα ειρηνοδικεία όσον αφορά τον ρυθμό έκδοσης αποφάσεων.
- Αφού απέσυρε τη σχετική τροπολογία από τη Βουλή, το υπουργείο Εργασίας θα επαναφέρει τώρα μέσω του πολυνομοσχεδίου τη διάταξη που καθιστά δυσκολότερη την κήρυξη απεργιακών κινητοποιήσεων. Πρόκειται για τη γνωστή διάταξη, η οποία θέτει ως προϋπόθεση για μια απεργιακή κινητοποίηση να δοθεί η έγκριση από το 50%+1 των οικονομικά ενήμερων μελών των πρωτοβάθμιων σωματείων των εργαζομένων. Η αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου προς αυτή την κατεύθυνση είναι από τα «σκληρά» προαπαιτούμενα της 3ης αξιολόγησης, οπότε η ψήφισή του θεωρείται απαραίτητη. Το μόνο που μένει να φανεί, είναι αν η διάταξη θα έρθει με κάποιες βελτιώσεις σε σχέση με την τροπολογία που είχε κατατεθεί τον Δεκέμβριο, ώστε να πέσουν οι τόνοι και στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ.
- Τμήμα του πολυνομοσχεδίου θα είναι και η αλλαγή στον τρόπο υπολογισμού των οικογενειακών επιδομάτων. Ο νέος τρόπος φέρνει σημαντική μείωση στο εισόδημα των τριτέκνων και των πολυτέκνων. Ωστόσο, η κυβέρνηση πιστεύει ότι θα προλάβει κάθε αντίδραση, καθώς ο νέος τρόπος υπολογισμού ευνοεί τους πολλούς, οι οποίοι και έχουν ένα ή δύο παιδιά. Η απάντηση στο επιχείρημα ότι οι τρίτεκνοι θα χάσουν:
860 ευρώ αν το εισόδημά τους είναι από 23.000 έως 33.000 ευρώ, και
1.500 ευρώ αν το εισόδημά τους ξεπερνά τα 33.000 ευρώ, θα είναι ότι θα υπάρξει σημαντική αύξηση εισοδήματος στους γονείς με ένα ή δύο παιδιά. Έτσι, οι γονείς με ένα παιδί θα δουν το επίδομα να αυξάνεται κατά 240 ευρώ για εισοδήματα από 11.000 έως 17.000 ευρώ, ενώ το εισόδημα των οικογενειών με δύο παιδιά θα αυξηθεί έως και 1.040 ευρώ εφόσον διαμορφώνεται έως τα 12.000 ευρώ τον χρόνο (ή στα 480 ευρώ για εισόδημα από 13.000 έως 20.000 ευρώ ετησίως).
Αναμένεται αντιπαράθεση
Πολιτική αντιπαράθεση αναμένεται να προκαλέσει η νομοθετική επαναδιατύπωση της υποχρέωσης που έχει αναλάβει η Ελλάδα να εφαρμόσει νωρίτερα απ’ ό,τι έχει συμφωνηθεί τη μείωση του αφορολογήτου σε περίπτωση που το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ή οι υπόλοιποι θεσμοί εγείρουν θέμα ότι δεν μπορεί να εκπληρωθεί ο δημοσιονομικός στόχος για παραγωγή πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ μέσα στο 2019. Η συγκεκριμένη υποχρέωση υπάρχει ήδη και έχει ψηφιστεί, αλλά οι δανειστές έχουν αξιώσει -όπως προκύπτει άλλωστε και από το προσχέδιο του αναθεωρημένου μνημονίου- η συγκεκριμένη δέσμευση να είναι ρητή και καλύτερα διατυπωμένη και στο εθνικό δίκαιο.