Δύο γερμανικές εφημερίδες, η Frankfurter Allgemeine
Zeitung και η Handelsblatt, αναφέρονται στην αισιόδοξη προοπτική για το
2018 που παρουσιάζει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, αλλά και στην
πραγματικότητα, όπως αυτή φαίνεται να διαμορφώνεται στις
τέσσερις συστημικές τράπεζες και στην ετήσια έκθεση της Τράπεζας της
Ελλάδας που δημοσιεύτηκε πρόσφατα.
«Ο Τσίπρας υπόσχεται στους ανθρώπους της χώρας του ένα φωτεινό μέλλον, διότι φέτος τον Αύγουστο η Ελλάδα θα βγει επίσημα από το πρόγραμμα διάσωσης», επισημαίνει η FAZ. «Ο Έλληνας πρωθυπουργός επιχειρεί να δώσει την εντύπωση ότι μετά μπορεί να δρα όπως εκείνος θέλει, αφήνοντας μάλιστα να αιωρείται η ελπίδα ότι μέτρα, όπως μείωση των συντάξεων και αύξηση των φόρων που έχουν συμφωνηθεί με τους δανειστές για τα επόμενα χρόνια, θα τα καταργήσει αστραπιαία (...). Αυτήν την ειδυλλιακή εικόνα με λίγες λέξεις κατέστρεψε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας. Στη νέα έκθεσή του προειδοποιεί ότι σε περίπτωση που η κυβέρνηση δεν καταφέρει να βελτιώσει την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, τότε η λήξη του προγράμματος διάσωσης θα μπορούσε να σημαίνει και πλήγμα για τα κρατικά χρεόγραφα», σημειώνει η εφημερίδα.
«Γι αυτό η νέα έκθεση μπορεί να εκληφθεί και ως συνηγορία υπέρ της δημιουργίας ενός διχτυού ασφαλείας γύρω από τα δημοσιονομικά (…) που θα στήριζε την ελληνική οικονομία, με το να κρατά χαμηλά το κόστος δανεισμού και που θα εγγυόταν την είσοδο της Ελλάδας στις χρηματαγορές», συνεχίζει ο συντάκτης.
Ο Γερμανός δημοσιογράφος περιγράφει τις οργίλες αντιδράσεις της κυβέρνησης εναντίον του Στουρνάρα, όπως εκφράστηκαν μέσω του υπουργού Υγείας Παύλου Πολάκη. Στο άρθρο περιλαμβάνονται και εκτιμήσεις οικονομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, oι οποίοι υπενθυμίζουν ότι «για να γίνει πράξη το θετικό σενάριο για το μέλλον θα πρέπει η ελληνική κυβέρνηση να υλοποιήσει σειρά προϋποθέσεων: από ιδιωτικοποιήσεις, φιλική φορολογική πολιτική στην ανάπτυξη, αποσύνδεση των κόκκινων δανείων από τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών μέχρι φιλικές πολιτικές προς τις επενδύσεις».
Οριστική εικόνα θα δώσουν τα τεστ αντοχής
Στην κατάσταση που επικρατεί στις ελληνικές τράπεζες ρίχνει το βάρος της η Handelsblatt υπενθυμίζοντας ότι για τον χρηματοπιστωτικό τομέα η νέα χρονιά είναι αποφασιστικής σημασίας. «Τον Φεβρουάριο οι τέσσερις συστημικές τράπεζες θα υποβληθούν από την ΕΚΤ σε πρόωρα τεστ αντοχής και σε περίπτωση που χρειαστούν νέα κεφάλαια, αυτό θα ισοδυναμούσε με σοβαρό πλήγμα για τα χρηματοπιστωτικά ινστιτούτα και θα έθετε σε κίνδυνο την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές», υπογραμμίζει ο σχολιαστής της.
Η εφημερίδα διαπιστώνει ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα των τραπεζών είναι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, που ανέρχονται σε γενικές γραμμές στα 104,8 δισ. ευρώ και τα οποία θα πρέπει να μειωθούν. Ο αρθρογράφος κάνει ειδική αναφορά στην προσφυγή των τραπεζών στους αναγκαστικούς πλειστηριασμούς ως εργαλείο πίεσης δανειοληπτών, οι οποίοι παρόλο που μπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους, δεν το κάνουν.
Ενώ σε αυτή την κατηγορία των «στρατηγικών κακοπληρωτών» υπολογίζεται ότι ανήκει ένα 20%, υπάρχουν ενδείξεις ότι ο πραγματικός αριθμός τους είναι μεγαλύτερος, γράφει η γερμανική εφημερίδα για να καταλήξει ότι «σαφής εικόνα θα προκύψει από τα τεστ αντοχής που θα γίνουν το Φεβρουάριο πριν βγει η χώρα στις αγορές τον Αύγουστο».
Το καθησυχαστικό είναι ότι ακόμη κι αν οι τράπεζες χρειαστούν ανακεφαλαιοποίηση, οι καταθέτες δεν θα πρέπει να φοβούνται ένα bail in, δηλαδή ένα κούρεμα των καταθέσεών τους, δεδομένου ότι στο τρίτο πακέτο υπάρχει ένα ποσό 20 δισ. ευρώ για αυτόν τον σκοπό, το οποίο δεν έχει διατεθεί ακόμη.
«Ο Τσίπρας υπόσχεται στους ανθρώπους της χώρας του ένα φωτεινό μέλλον, διότι φέτος τον Αύγουστο η Ελλάδα θα βγει επίσημα από το πρόγραμμα διάσωσης», επισημαίνει η FAZ. «Ο Έλληνας πρωθυπουργός επιχειρεί να δώσει την εντύπωση ότι μετά μπορεί να δρα όπως εκείνος θέλει, αφήνοντας μάλιστα να αιωρείται η ελπίδα ότι μέτρα, όπως μείωση των συντάξεων και αύξηση των φόρων που έχουν συμφωνηθεί με τους δανειστές για τα επόμενα χρόνια, θα τα καταργήσει αστραπιαία (...). Αυτήν την ειδυλλιακή εικόνα με λίγες λέξεις κατέστρεψε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας. Στη νέα έκθεσή του προειδοποιεί ότι σε περίπτωση που η κυβέρνηση δεν καταφέρει να βελτιώσει την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, τότε η λήξη του προγράμματος διάσωσης θα μπορούσε να σημαίνει και πλήγμα για τα κρατικά χρεόγραφα», σημειώνει η εφημερίδα.
«Γι αυτό η νέα έκθεση μπορεί να εκληφθεί και ως συνηγορία υπέρ της δημιουργίας ενός διχτυού ασφαλείας γύρω από τα δημοσιονομικά (…) που θα στήριζε την ελληνική οικονομία, με το να κρατά χαμηλά το κόστος δανεισμού και που θα εγγυόταν την είσοδο της Ελλάδας στις χρηματαγορές», συνεχίζει ο συντάκτης.
Ο Γερμανός δημοσιογράφος περιγράφει τις οργίλες αντιδράσεις της κυβέρνησης εναντίον του Στουρνάρα, όπως εκφράστηκαν μέσω του υπουργού Υγείας Παύλου Πολάκη. Στο άρθρο περιλαμβάνονται και εκτιμήσεις οικονομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, oι οποίοι υπενθυμίζουν ότι «για να γίνει πράξη το θετικό σενάριο για το μέλλον θα πρέπει η ελληνική κυβέρνηση να υλοποιήσει σειρά προϋποθέσεων: από ιδιωτικοποιήσεις, φιλική φορολογική πολιτική στην ανάπτυξη, αποσύνδεση των κόκκινων δανείων από τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών μέχρι φιλικές πολιτικές προς τις επενδύσεις».
Οριστική εικόνα θα δώσουν τα τεστ αντοχής
Στην κατάσταση που επικρατεί στις ελληνικές τράπεζες ρίχνει το βάρος της η Handelsblatt υπενθυμίζοντας ότι για τον χρηματοπιστωτικό τομέα η νέα χρονιά είναι αποφασιστικής σημασίας. «Τον Φεβρουάριο οι τέσσερις συστημικές τράπεζες θα υποβληθούν από την ΕΚΤ σε πρόωρα τεστ αντοχής και σε περίπτωση που χρειαστούν νέα κεφάλαια, αυτό θα ισοδυναμούσε με σοβαρό πλήγμα για τα χρηματοπιστωτικά ινστιτούτα και θα έθετε σε κίνδυνο την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές», υπογραμμίζει ο σχολιαστής της.
Η εφημερίδα διαπιστώνει ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα των τραπεζών είναι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, που ανέρχονται σε γενικές γραμμές στα 104,8 δισ. ευρώ και τα οποία θα πρέπει να μειωθούν. Ο αρθρογράφος κάνει ειδική αναφορά στην προσφυγή των τραπεζών στους αναγκαστικούς πλειστηριασμούς ως εργαλείο πίεσης δανειοληπτών, οι οποίοι παρόλο που μπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους, δεν το κάνουν.
Ενώ σε αυτή την κατηγορία των «στρατηγικών κακοπληρωτών» υπολογίζεται ότι ανήκει ένα 20%, υπάρχουν ενδείξεις ότι ο πραγματικός αριθμός τους είναι μεγαλύτερος, γράφει η γερμανική εφημερίδα για να καταλήξει ότι «σαφής εικόνα θα προκύψει από τα τεστ αντοχής που θα γίνουν το Φεβρουάριο πριν βγει η χώρα στις αγορές τον Αύγουστο».
Το καθησυχαστικό είναι ότι ακόμη κι αν οι τράπεζες χρειαστούν ανακεφαλαιοποίηση, οι καταθέτες δεν θα πρέπει να φοβούνται ένα bail in, δηλαδή ένα κούρεμα των καταθέσεών τους, δεδομένου ότι στο τρίτο πακέτο υπάρχει ένα ποσό 20 δισ. ευρώ για αυτόν τον σκοπό, το οποίο δεν έχει διατεθεί ακόμη.