Σημαντική πρόοδο καταγράφει η έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Η Ελλάδα έκανε βήματα προς την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών προβλημάτων της οικονομίας εν μέσω σοβαρής και κοινωνικά επώδυνης ύφεσης.
Αναγνωρίζεται πως οι προκλήσεις με τις οποίες είχε έλθει αντιμέτωπη η Ελλάδα το 2010 ήταν τρομακτικές. «Για κάθε χώρα που ανήκει σε νομισματική ένωση η αντιμετώπιση ανισορροπιών τέτοιας κλίμακας ενέχει μεγάλο ρίσκο ως προς την ανάπτυξη», σημειώνεται και υπογραμμίζεται πως η ύφεση στη Ελλάδα ήταν πολύ βαθύτερη από ό,τι αναμενόταν.
Στα ελληνικά επιτεύγματα, κατά το ΔΝΤ, περιλαμβάνεται η πρόοδος στη δημοσιονομική προσαρμογή η οποία χαρακτηρίζεται «εξαιρετική» πέρα από κάθε διεθνή σύγκριση, καθώς το έλλειμμα θα έχει σωρευτικά βελτιωθεί κατά 10% του ΑΕΠ μέχρι τα τέλη του 2013, εν μέσω συρρίκνωσης του ΑΕΠ κατά περισσότερο από 20%. Ακόμη, η έκθεση εστιάζει στο ότι η Ελλάδα έχει καλύψει σημαντικό μέρος του χάσματος της ανταγωνιστικότητάς της, καθώς μέσα από ριζικές μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας επαναπροσδιορίστηκαν οι ονομαστικοί μισθοί και η παραγωγικότητα σε επίπεδο επιχείρησης. Το ΔΝΤ αναφέρει χαρακτηριστικά πως το χάσμα της ανταγωνιστικότητας (κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος) έχει μειωθεί σχεδόν κατά τα 2/3 από το 2010, ενώ το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών έχει περιοριστεί σωρευτικά κατά περίπου 10% του ΑΕΠ.
Στην έκθεση επαναλαμβάνεται πως το ελληνικό δημόσιο χρέος παραμένει «πολύ υψηλό», παρά την αναδιάρθρωσή του και την πρόσφατη στήριξη από τους επίσημους πιστωτές, και χαρακτηρίζεται ιδιαίτερα ευπρόσδεκτο το γεγονός πως πλέον οι ευρωπαίοι εταίροι έχουν αποδεχθεί ότι για να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους θα απαιτηθεί σημαντική επιπλέον βοήθεια με όρους καλύτερους από αυτούς της αγοράς, αλλά και ότι έχουν δεσμευτεί να προσφέρουν πρόσθετη «ανακούφιση» αν χρειαστεί προκειμένου να παραμείνει το πρόγραμμα σε τροχιά και το χρέος να πέσει αρκετά κάτω του 110% του ΑΕΠ έως το 2022.
Το ΔΝΤ διατυπώνει και συστάσεις επαναλαμβάνοντας γνωστές παρατηρήσεις. Συγκεκριμένα, σημειώνει πως στην Ελλάδα έχει καταγραφεί πολύ μικρή πρόοδος στην αντιμετώπιση της «περιβόητης» φοροδιαφυγής, κυρίως διότι πλούσιοι και αυτοαπασχολούμενοι δεν πληρώνουν το μερίδιό τους. Επίσης, αναφέρει πως οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας έχουν επιφέρει αξιοσημείωτη μείωση των ονομαστικών μισθών, η οποία όμως δεν έχει αποτυπωθεί στις τιμές λόγω της «αποτυχίας» στην απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων και γενικώς στο άνοιγμα αγορών στον ανταγωνισμό. Στο ίδιο πλαίσιο σημειώνεται πως παρότι η εξισορρόπηση της οικονομίας έχει συσχετιστεί με την αύξηση της ανεργίας στον ιδιωτικό τομέα και κυρίως στους νέους, ο υπερστελεχωμένος δημόσιος τομέα έχει μείνει στο απυρόβλητο εξαιτίας του «ταμπού των απολύσεων».
Στο σκέλος της δημοσιονομικής προσαρμογής, παρά τα εγκώμια, το ΔΝΤ σημειώνει πως παραμένουν σημαντικές προκλήσεις. Οπως αναφέρει, παρά το δημοσιονομικό πρόγραμμα για την περίοδο 2013-14 και τη διετή μετάθεση του στόχου για το έλλειμμα έως το 2016, η Ελλάδα θα εξακολουθήσει να χρειάζεται κάποια περαιτέρω διαρθρωτική δημοσιονομική προσαρμογή. Εστιάζει μάλιστα στη μεταρρύθμιση της φορολογικής διοίκησης, λέγοντας πως ο στόχος για βελτίωση της είσπραξης των φόρων κατά 1,5% του ΑΕΠ παραμένει εξαιρετικά φιλόδοξος και ότι πρέπει να διασφαλιστεί η περαιτέρω αυτονομία της φορολογικής διοίκησης από τις «διάχυτες πολιτικές παρεμβάσεις».
Το Ταμείο επικεντρώνει στη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης, υπογραμμίζοντας πως αν και το κυβερνητικό σχέδιο είναι να επιτευχθούν με εθελοντικό τρόπο οι μεσοπρόθεσμοι στόχοι για τη μείωση του προσωπικού, ωστόσο αυτοί οι στόχοι δεν θα είναι τελικά αξιόπιστοι αν δεν υπάρξουν κάποιες «περιορισμένες υποχρεωτικές απολύσεις». Επίσης, επαναλαμβάνει στην έκθεσή του πως πάρα πολλά περιουσιακά στοιχεία παραμένουν στα χέρια του κράτους και εστιάζει στη δημόσια δέσμευση της κυβέρνησης για επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Το τραπεζικό σύστημα
Το ΔΝΤ αναγνωρίζει πως στην περίπτωση της Ελλάδας δεν υπάρχει δυνατότητα για τεχνητή τόνωση της ανάπτυξης μέσω αναπτυξιακών τραπεζών, αφορολόγητων ζωνών και επιδοτήσεων σε συγκεκριμένους τομείς και σημειώνει πως ο ρόλος του χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι ζωτικής σημασίας. Αναφέρει επίσης πως πρέπει να διασφαλιστεί ότι η μεγάλη εισφορά δημόσιων κεφαλαίων δεν θα προκαλέσει αδικαιολόγητη κυβερνητική παρέμβαση στις τράπεζες.