Το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών (DIW) είναι ένα από τα σημαντικότερα του είδους του στη Γερμανία.
Στο νεότερο τεύχος του Ινστιτούτου, 16 οικονομολόγοι ασχολούνται με την κρίση χρέους στην ευρωζώνη και καταθέτουν προτάσεις για την αντιμετώπισή της. Αρχική θέση των ερευνητών είναι ότι δημοσιονομική σταθεροποίηση και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα οδηγήσουν σε βιώσιμη ανάπτυξη, δηλαδή σε μια ανταγωνιστική οικονομία.
Μακροπρόθεσμα και βραχυπρόθεσμα μέτρα
Αυτή η διαδικασία προσαρμογής πιθανώς να διαρκέσει 10, 15, 20 χρόνια. Οι άμεσες επιπτώσεις ενός τέτοιου μακροπρόθεσμου προγράμματος είναι η συρρίκνωση της οικονομίας, η αύξηση της ανεργίας, μειώσεις στους μισθούς και στις συντάξεις και πολλά άλλα. Παρόλα αυτά, η επιλογή των διαρθρωτικών αλλαγών αποτελεί κατά την άποψη ενός εκ των συντακτών του τεύχους Τόρστεν Σμιτ, από το Ινστιτούτο για την Έρευνα της Οικονομίας της Ρηνανίας Βεστφαλίας (RWI), μονόδρομο.
«Αποδείχτηκε ότι οι δομές που έχουν αναπτυχθεί τα προηγούμενα χρονιά δεν ήταν βιώσιμες. Οι περισσότερες από αυτές θα πρέπει να αλλάξουν. Αυτή η διαδικασία οδηγεί σε περικοπές στο δημόσιο τομέα, στη μείωση του αριθμού των δημόσιων υπαλλήλων. Όμως, η παλιά κατάσταση πραγμάτων δεν θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί. Αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους για την αναγκαιότητα των αλλαγών και των περικοπών.»
Η ανάλυση των γερμανών οικονομολόγων δεν αποκρύπτει ότι οι επιπτώσεις αυτής της πολιτικής εγκυμονούν κινδύνους. Ο καθηγητής πανεπιστημίου και υπεύθυνος του τμήματος για Θέματα της Παγκόσμιας Οικονομίας, Κρίστιαν Ντρέγκερ. «Κατά την περίοδο της προσαρμογής θα πρέπει να γίνουν θυσίες. Μια τέτοια πολιτική δεν μπορείς να την εφαρμόσεις για μεγάλο διάστημα όταν έχεις απέναντι σου την αντίσταση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού. Για αυτό το λόγο θα πρέπει να χαράξουμε μια γραμμή που θα είναι πιο αποτελεσματική.»
Ειδικές οικονομικές ζώνες
Κατά την άποψη του καθηγητή Ντρέγκερ θα πρέπει άμεσα να υλοποιηθούν μέτρα τόνωσης της οικονομίας. Παρότι δεν αντιτίθεται στα επενδυτικά προγράμματα, στα πλαίσια των διαρθρωτικών ταμείων της ΕΕ ή και σε ένα σχέδιο Μάρσαλ για την Ελλάδα, διατηρεί επιφυλάξεις για την αποτελεσματικότητά τους. Οι εμπειρίες του παρελθόντος είναι αρνητικές. Χρήματα που προοριζόταν για διαρθρωτικές αλλαγές χρησιμοποιούνταν έμμεσα για την κάλυψη δημοσιονομικών κενών ή και «εξαφανίζονταν». Αλλά ακόμη και στην περίπτωση που διασφαλιστεί ότι τα κονδύλια θα επενδυθούν πράγματι εκεί όπου προορίζονται, υπάρχει το ρίσκο τα αποτελέσματα να είναι πενιχρά επειδή δεν έχουν εφαρμοστεί ή δεν αποδίδουν ακόμη οι διαρθρωτικές αλλαγές.
Αλλά ποια θα μπορούσαν να είναι τα μέτρα για την άμεση τόνωση της οικονομίας; Σύμφωνα με τον κ. Ντρέγερ «αυτή θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη δημιουργία ειδικών οικονομικών ζωνών στις οποίες θα ισχύουν καλύτερες συνθήκες για τους επενδυτές. Ένα άλλο μέτρο είναι η χαλάρωση των όρων δημοσιονομικής σταθεροποίησης – όχι τόσο γρήγορα και όχι τόσο σκληρά. Εκτός αυτού θα πρέπει να διευκολυνθεί η πρόσβαση σε δάνεια με χαμηλό τόκο για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις».
Πρότυπο εδώ είναι η γερμανική κρατική τράπεζα KfW με την οποία ήδη έχει ξεκινήσει η συνεργασία για τη σύσταση ενός ελληνικού ταμείου που θα έχει ανάλογους στόχους. Ως προς τη δημιουργία των ειδικών οικονομικών ζωνών: οι ερευνητές παραπέμπουν στο παράδειγμα της Πολωνίας, της Κίνας ή και της Ρωσίας. Το ζητούμενο και σε αυτές τις χώρες ήταν να προσελκύσουν ξένους επενδυτές δημιουργώντας τις κατάλληλες συνθήκες.