Ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) απέρριψε τα επιχειρηματικά σχέδια που είχαν καταθέσει οι τέσσερις συστημικές τράπεζες (Εθνική, Πειραιώς, Alpha, Eurobank), για την αντιμετώπιση των "κόκκινων" επιχειρηματικών δανείων, μέσω των οποίων οι τράπεζες ήλπιζαν ότι θα πετύχαιναν καλύτερη αξιολόγηση των χαρτοφυλακίων τους, άρα κατ΄ επέκταση σημαντικά μικρότερες κεφαλαιακές ανάγκες.
Όπως αναφέρει η "Καθημερινή της Κυριακής", η αντίδραση του SSM, ήταν μια εξαιρετικά δυσάρεστη έκπληξη για τις διοικήσεις των τραπεζών, η οποία παράλληλα αυστηροποιεί την αξιολόγηση των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων και τελικά πολλαπλασιάζει τις κεφαλαιακές τους ανάγκες.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, μετά την απόρριψη των σχεδίων, οι προβλέψεις που θα πρέπει να διενεργήσουν οι τράπεζες για την κάλυψη των επισφαλειών στα επιχειρηματικά δάνεια θα φτάσουν στα 7 δισ. ευρώ. Επιπλέων στα 5-6 δισ. ευρώ εκτιμάται ότι θα ανέρθουν οι πρόσθετες προβλέψεις για την κάλυψη των προβληματικών δανείων των νοικοκυριών.
Την ερχόμενη Τετάρτη, 30 Σεπτεμβρίου θα ολοκληρωθεί η αξιολόγηση της τρέχουσας κατάστασης των χαρτοφυλακίων των τραπεζών (Asset Quality Review- AQR), με την πρόβλεψη θέλει τις τράπεζες να έχουν ανάγκη για 10 ως 13 δισ. ευρώ.
Μετά το AQR θα ξεκινήσουν τα stress test τα οποία θα ολοκληρωθούν στα τέλη Οκτωβρίου και με βάση τα αποτελέσματα τους θα προσδιοριστεί ο τελικός λογαριασμός της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.
Τα stress test θα έχουν δύο τμήματα. Το ένα είναι το βασικό σενάριο και με τις μακροοικονομικές παραδοχές που θα θέσει η ΕΚΤ (εξέλιξη ΑΕΠ, ανεργία, τιμές ακινήτων κ.ά.) θα υπολογιστούν οι η κερδοφορία των τραπεζών και οι προβλέψεις για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια για την τριετία 2015-2017. Το δεύτερο σενάριο είναι το δυσμενές , όπου με πιο αυστηρές μακροοικονομικές παραδοχές θα προσδιοριστούν η κερδοφορία και οι προβλέψεις.
Μετά τη ολοκλήρωση της διαδικασίας, η ΕΚΤ θα προσθέσει τον λογαριασμό των stress test και του AQR και θα προσδιορίσει τις συνολικές κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών, με ορίζοντα τον Δεκέμβριο του 2017. Οι τράπεζες από την πλευρά τους, διατηρούν ελπίδες ότι θα επικρατήσει το βασικό σενάριο, που αφήνει περιθώρια για να αναζητηθεί ιδιωτική συμμετοχή στις αυξήσεις.