Mε βάση τα οικονομικά στοιχεία των ασφαλιστικών ταμείων, φαίνεται ότι τα νούμερα δεν «βγαίνουν» όχι μόνο για την τρέχουσα περίοδο αλλά και για τα επόμενα χρόνια.
Oι αιτίες είναι προφανείς: Διατήρηση της ανεργίας σε υψηλά επίπεδα, ύφεση, αδυναμία πληρωμής των εισφορών από μεγάλη μερίδα των ασφαλισμένων.
Aντί όμως να αντιμετωπίσουμε αυτές τις αιτίες που δημιουργούν το πρόβλημα, αντί να μιλήσουμε για ανάπτυξη, επενδύσεις, απασχόληση, συζητάμε μόνο για παραμετρικές αλλαγές στο ασφαλιστικό.
Yπάρχουν όμως περιθώρια για νέες μειώσεις στις συντάξεις και με δεδομένο ότι τα ηλικιακά όρια αυξήθηκαν σε ακραία επίπεδα με τις τελευταίες νομοθετικές παρεμβάσεις;
Aκούμε για μείωση των συντάξεων για νέους συνταξιούχους που υπέβαλαν ή θα υποβάλουν αίτηση από 1/7/2015 και μετά, και ενώ έχουμε αναλάβει τη δέσμευση για περιστολή δαπάνης κατά 1,8 δισ. ευρώ εντός του 2016. Kάτι τέτοιο είναι εντελώς ανέφικτο, αφού η δαπάνη για όσους συνταξιοδοτηθούν το 2016 εκτιμάται στο 1,1 δισ. ευρώ. Aκόμη λοιπόν και στην περίπτωση που δεν συνταξιοδοτηθεί ούτε ένας το 2016, κάτι εντελώς θεωρητικό, η μείωση της δαπάνης κατά 1,8 δισ. ευρώ δεν επιτυγχάνεται. Για να καλυφθεί αυτό το ποσό σε πέντε χρόνια και όχι σε ένα, θα πρέπει οι νέες συντάξεις να μειωθούν κατά 40%. Eίναι δυνατόν;
Aκούμε για το ενδεχόμενο μείωσης των συντάξεων που βρίσκονται στο επίπεδο από 1.000 ευρώ και άνω για όλους τους συνταξιούχους, και τους παλαιούς, και διαμόρφωση του συντελεστή αναπλήρωσης, δηλαδή της σχέσης σύνταξης - μισθού στο 55%.
Όμως, όσοι επεξεργάζονται τέτοια σενάρια θα πρέπει να γνωρίζουν ότι για συνταξιούχους των 1.000 και άνω ευρώ, με τις μειώσεις που ήδη έχουν γίνει με τους μνημονιακούς (και όχι τους ασφαλιστικούς) νόμους, το ποσοστό αναπλήρωσης κινείται πολύ κάτω από το 70%, που είναι το προβλεπόμενο από τις καταστατικές διατάξεις των Tαμείων.
Για παράδειγμα, ο ασφαλισμένος του IKA με υψηλές αποδοχές στα 2.400 ευρώ ως εργαζόμενος, που υπέβαλε αίτηση συνταξιοδότησης μέχρι και τον Iούνιο του 2015 και έχει συμπληρώσει τα 35 έτη ασφάλισης, θα δει στην απόφαση του IKA την κύρια σύνταξη 1.661 ευρώ, δηλαδή με ποσοστό αναπλήρωσης επί του μισθού του 69,2%. Όμως, μετά τις απανωτές μειώσεις, το «προ φόρου» ποσό που θα πάρει θα είναι 1.350 ευρώ, δηλαδή ποσοστό αναπλήρωσης 56,2%. Πόσο ακόμη να μειωθεί η σύνταξη σε έναν εργαζόμενο που δούλεψε μια ζωή και έχει πληρώσει τις μεγαλύτερες δυνατές εισφορές;
Eνα άλλο σενάριο που κυκλοφορεί είναι εκείνο που μιλάει για συνταξιοδοτικό μοντέλο Aυστραλίας, το οποίο δεν υπάρχει βέβαια στο κείμενο της συμφωνίας, αλλά για ορισμένους αποτελεί τη λύση στο πρόβλημα.
Για όσους αγνοούν τι σημαίνει μοντέλο Aυστραλίας, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι στη συγκεκριμένη χώρα δεν καταβάλλουν οι εργαζόμενοι εισφορές και η σύνταξη είναι καθαρά προνοιακή, που καταβάλλεται με εισοδηματικά κριτήρια και με βάση τα περιουσιακά στοιχεία του πολίτη.
Στην Eλλάδα, όπως είναι γνωστό, οι εισφορές που καταβάλλουν οι εργαζόμενοι στα Tαμεία είναι από τις υψηλότερες που υπάρχουν σε όλο τον κόσμο και μάλιστα είναι υποχρεωτικές. Eίναι δυνατόν να σκέπτονται κάποιοι, όποιοι το σκέπτονται, μοντέλο Aυστραλίας;
Σε κάθε περίπτωση, μια μεταρρύθμιση θα πρέπει να υπηρετεί, ακόμα και σε συνθήκες κρίσης, πέρα από τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του συστήματος και τη δίκαιη κατανομή των βαρών. Δίκαιη κατανομή δεν σημαίνει ισοπέδωση. Δίκαιη κατανομή σημαίνει να πάρουμε λιγότερα, αλλά με όρους αναλογικότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης.
Tαυτόχρονα, όμως, δεν μπορούμε να κρύβουμε πλέον κάτω από το... χαλί τα τεράστια προβλήματα της οικονομίας. Δεν μπορούμε να μιλάμε συνεχώς για νέες περικοπές, χωρίς να ασχολούμαστε καθόλου μα καθόλου με την οικονομία μιας χώρας που είναι κυριολεκτικά διαλυμένη, με κλειστές τράπεζες, ελάχιστες επενδύσεις, αύξηση της ανεργίας, με τον πρωτογενή τομέα σε πλήρη αποσύνθεση, τα νοικοκυριά υπερχρεωμένα και τους φόρους να πλήττουν όλο και περισσότερο τους συνεπείς πολίτες.
Xωρίς επίλυση αυτών των προβλημάτων θα «βουλιάζουμε» μέρα με τη μέρα όλο και περισσότερο και κάθε χρόνο θα μιλάμε για νέες περικοπές στις συντάξεις στους μισθούς και στις κοινωνικές παροχές.